Η ιδιαιτερη γεωγραφια της ευφορης ημισεληνου

Κλασσικό

Σίγουρα πολλοί έχουν ακούσει για την «εύφορη ημισέληνο» και την τεράστια σημασία της για την ανθρώπινη Ιστορία. Το όνομα δόθηκε σε μια περιοχή που ξεκινάει νοτιο-ανατολικά από την Μεσοποταμία και τα όρη Ζάγκρος, συνεχίζεται στα βόρεια μέσα από το σημερινό Κουρδιστάν, και μετά προς τα νότια καταλήγοντας στη Συροπαλαιστίνη – κάποιοι συμπεριλαμβάνουν και την κοιλάδα του Νείλου, ακόμα και την Κύπρο. Αν την δούμε στο χάρτη, έχει ένα περίπου ημικυκλικό σχήμα, μοιάζοντας με μισοφέγγαρο. Η ιδιαιτερότητά της είναι ότι σ’ αυτήν την περιοχή ο άνθρωπος εγκατέλειψε για πρώτη φορά τη νομαδική ζωή του τροφοσυλλέκτη και κυνηγού, για να παράγει πλέον ο ίδιος την τροφή του, μέσω της γεωργίας και της κτηνοτροφίας.

Η εύφορη ημισέληνος. https://www.britannica.com/place/Fertile-Crescent

Η εύφορη ημισέληνος.
Πηγή εικόνας

Νεολιθική επανάσταση (;)

Η παραγωγή τροφής μέσω της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι σίγουρα μια τεράστια αλλαγή, η σημασία της οποίας για τον ανθρώπινο πολιτισμό είναι δύσκολο να υπερεκτιμηθεί. Οι ιστορικοί την χρησιμοποιούν για να σηματοδοτήσουν την μετάβαση του ανθρώπου από τη μεσολιθική στη νεολιθική εποχή. Μ’ αυτήν τη λογική επινοήθηκε και ο όρος νεολιθική επανάσταση. Για τη χρήση της λέξης «επανάσταση» δεν λείπουν οι ενστάσεις, αφού πρόκειται για μια πολύ σταδιακή μετάβαση, που χρειάστηκε πολλές γενιές για να ολοκληρωθεί. Σίγουρα όμως δεν αμφισβητείται η τεράστια σημασία αυτής της αλλαγής, η οποία έφερε τόσες άλλες μαζί της, π.χ. στις κοινωνικές δομές ή στη δημογραφική  εξέλιξη.

Στην εύφορη ημισέληνο η μετάβαση έγινε ανάμεσα στο 10.000 με 8.000 π.Χ. Από τον 8ο π.Χ. αιώνα έχουμε πλέον καθαρές αποδείξεις για τη συστηματική καλλιέργεια φυτών (κυρίως δημητριακών και οσπρίων), όπως και για την εξημέρωση κατσικιών και προβάτων. Οι μόνιμοι οικισμοί ήταν ήδη αρκετά μεγάλοι, ώστε να χωρούν σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και χιλιάδες κατοίκους.

Αγρότες της νεολιθικής εποχής. https://libcom.org/blog/climate-class-neolithic-revolution-09062014

Αγρότες της νεολιθικής εποχής.
Πηγή εικόνας

Για το πως ξεκίνησε αυτή η «επανάσταση» μπορούμε μόνο να κάνουμε υποθέσεις. Το σίγουρο είναι ότι πολλοί κάτοικοι της περιοχής είχαν ήδη αρκετά πριν εξειδικευτεί στη συλλογή και στην αποθήκευση άγριων δημητριακών. Με κάποιον τρόπο, συνειδητοποίησαν ότι με το να αφήνουν μερικούς σπόρους στο έδαφος εξασφάλιζαν την αναπαραγωγή αυτών των δημητριακών. Ταυτόχρονα, η ανάγκη μόνιμης εγκατάστασης σε οικισμούς έκανε την εξασφάλιση της ζωικής πρωτεΐνης μέσω του κυνηγιού (το οποίο ειδικά στην περιοχή αυτή απαιτεί τη διαρκή μετακίνηση) πιο δύσκολη. Είναι άρα πιθανόν να ώθησε τον άνθρωπο στο να προσπαθήσει να εξημερώσει κάποια άγρια ζώα, ώστε να μην χρειάζεται να τρέχει συνέχεια από πίσω τους: κάτι που οδήγησε και στην κτηνοτροφία.

Η περιοχή για την οποία μιλάμε δεν ήταν η μόνη στον κόσμο όπου πραγματοποιήθηκε μια τέτοια μετάβαση (άλλα κέντρα ανεξάρτητης «ανακάλυψης» της γεωργίας ήταν π.χ. η Κίνα και η Νέα Γουινέα). Στην εύφορη ημισέληνο όμως συνοδεύτηκε με πολύ μεγάλη ποικιλία χρήσιμων φυτών και ζώων, και από εκεί εξαπλώθηκε σε μεγάλο μέρος του κόσμου. Ποια ήταν η ιδιαιτερότητα της περιοχής, που την έκανε τόσο προνομιακή; 

Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι σ’ αυτήν ακριβώς την περιοχή εντοπίζεται και το φυσικό ενδιαίτημα των προγόνων πολλών χρήσιμων φυτών (σιτάρι, κριθάρι, φακές, ρεβύθια, μπιζέλια, λινάρι) και ζώων (πρόβατο, κατσίκα). Η εύκολη απάντηση στο ερώτημα είναι επομένως: η γεωργία και κτηνοτροφία ανακαλύφθηκαν εκεί, επειδή εκεί ήταν διαθέσιμη μια πληθώρα τόσο σε άγρια δημητριακά και όσπρια όσο και σε άγρια ζώα, ικανά για εξημέρωση.

Η περιοχή εξάπλωσης του αγριοκάτσικου κατά την περίοδο της εξημέρωσής του, με ανοικτό γκρίζο χρώμα. Με σκούρο γκρίζο απεικονίζονται οι πιθανές περιοχές πρώτης εξημέρωσής του. Πηγή: Uerpmann (2007).

Η περιοχή εξάπλωσης του αγριοκάτσικου κατά την περίοδο της εξημέρωσής του, με ανοικτό γκρίζο χρώμα. Με σκούρο γκρίζο απεικονίζονται οι πιθανές περιοχές πρώτης εξημέρωσής του. Πηγή: Uerpmann (2007).

Αυτή η απάντηση όμως γεννά η ίδια και άλλα ερωτήματα: γιατί διέθετε ειδικά αυτή η περιοχή τόσα πολλά ή τόσο χρήσιμα είδη προς εξημέρωση; Και ποιοι ήταν οι άλλοι εξωτερικοί παράγοντες, οι οποίοι ώθησαν τους κατοίκους της περιοχής στο να κάνουν αυτό το βήμα;

Περιβαλλοντικές αλλαγές και κοινωνικές αλλαγές

Ξεκινώντας με το δεύτερο ερώτημα: μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η «επανάσταση» συμπίπτει με εξίσου σημαντικές κλιματικές αλλαγές. Ο πλανήτης άφηνε τότε πίσω του την εποχή των παγετώνων. Η μετάβαση όμως δεν ήταν ομαλή, αλλά πέρασε μέσα από πολλές διακυμάνσεις – σε κάποιες φάσεις, το κλίμα γινόταν και πάλι πιο ψυχρό. Την 11η χιλιετία π.Χ. η Γη πέρασε τελικά την τελευταία ψυχρή περίοδο (Younger Dryas), πριν την οριστική είσοδο στη σημερινή μακρά θερμή περίοδο, το Ολόκαινο.

Για τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι κλιματικές αλλαγές μπορεί να επέδρασαν στην ανακάλυψη και την εδραίωση της γεωργίας, υπάρχουν εντελώς διαφορετικές θεωρίες. Από τη μια, οι πιο δύσκολες συνθήκες της Younger Dryas (πιο ψυχρό αλλά και πιο ξηρό κλίμα) προφανώς ανάγκασαν τους ανθρώπους να βρουν τρόπους για προσαρμοστούν σ’ αυτές. Είναι πιθανόν ο πειραματισμός με την καλλιέργεια των φυτών να ήταν μια τέτοια αντίδραση, γεννημένη από την ανάγκη να γίνει η όσο το δυνατό καλύτερη εκμετάλλευση των πιο περιορισμένων πηγών τροφής. Από την άλλη, είναι πιθανόν η ανακάλυψη της γεωργίας να ήταν η συνέπεια των πιο θερμών, υγρών, σταθερών και άρα και πιο ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών, που ακολούθησαν αμέσως μετά στο Ολόκαινο: σε συνδυασμό ίσως με την πίεση που άσκησε μια αύξηση του πληθυσμού και η εξάντληση άλλων σημαντικών πηγών τροφής, όπως το κυνήγι της γαζέλας.

Όπως και να έχει, είτε είχε ήδη ανακαλυφθεί από πριν είτε όχι, η είσοδος στο Ολόκαινο ευνόησε την ανάπτυξη και την επέκταση της γεωργίας. Σχετικές έρευνες δείχνουν ότι κατά τις ψυχρές περιόδους η περιοχή καλυπτόταν κυρίως από μια κρύα στέπα (με την αρτεμισία να αποτελεί ένα από τα κύρια συστατικά της). Στο Ολόκαινο αυτή η βλάστηση αντικαταστάθηκε σταδιακά από το μεσογειακό δάσος. Σε μια μεταβατική περίοδο όμως (η οποία μπορεί να κράτησε και 4000 χρόνια), φαίνεται ότι ευνοήθηκαν ιδιαίτερα τα αγρωστώδη – δηλαδή φυτά, από τα οποία πολλά αποδείχτηκαν χρήσιμα: συγκεκριμένα οι πρόγονοι των σημερινών εξημερωμένων δημητριακών.

Διάγραμμα γύρης από τη λίμνη Ζεριμπάρ, που απεικονίζει την εξέλιξη της βλάστησης κατά τη μετάβαση από τη ψυχρή (Kaltzeit) στη θερμή περίοδο (Warmzeit). Στην πρώτη στήλη αριστερά βλέπουμε ότι, ενώ στην ψυχρή περίοδο κυριαρχούν οι άλλες πόες (Kräuter) και στη θερμή τα δέντρα (Bäume), στην αρχή της θερμής κυριαρχούν για ένα μεγάλο διάστημα τα αγρωστώδη (Gräser). Αυτή τη μεγάλη αύξηση στα αγρωστώδη τη βλέπουμε και στη τελευταία στήλη στα δεξιά. Η περιοχή εξάπλωσης του αγριοκάτσικου κατά την περίοδο της εξημέρωσής του, με ανοικτό γκρίζο χρώμα. Με σκούρο γκρίζο απεικονίζονται οι πιθανές περιοχές πρώτης εξημέρωσής του. Πηγή: Uerpmann (2007).

Διάγραμμα γύρης από τη λίμνη Ζεριμπάρ στο Ιράν, που απεικονίζει την εξέλιξη της βλάστησης κατά τη μετάβαση από τη ψυχρή (Kaltzeit) στη θερμή περίοδο (Warmzeit). Στην πρώτη στήλη αριστερά βλέπουμε ότι, ενώ στην ψυχρή περίοδο κυριαρχούν διάφορες πόες (Kräuter) και στη θερμή τα δέντρα (Bäume), στην αρχή της θερμής αυξάνεται σημαντικά το ποσοστό των αγρωστωδών (Gräser). Πηγή: Uerpmann (2007).

Ανατολική Μεσόγειος: η ιδανική τοποθεσία;

Οι παραπάνω θεωρίες εξηγούν ίσως το γιατί οι περιβαλλοντικές αλλαγές στην εύφορη ημισέληνο ευνόησαν τη νεολιθική επανάσταση. Γενικά, το μεσογειακό κλίμα ευνοεί μονοετή φυτά με μεγάλους σπόρους, αφού το φυτό μπορεί έτσι να ζήσει στην βροχερή περίοδο, και ο σπόρος που θα παραχθεί να αντέξει τη μακρά καλοκαιρινή ξηρασία στο έδαφος. Τέτοιες ιδιότητες κάνουν το φυτό χρήσιμο και για τον επίδοξο καλλιεργητή και φυσικά δεν είναι τυχαίο, ότι τέτοια είναι τα χαρακτηριστικά των πρώτων άγριων δημητριακών, που εξημερώθηκαν στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Ανατολική Μεσόγειος δεν είναι όμως η μόνη περιοχή στον κόσμο με τέτοιο κλίμα. Επιστρέφουμε έτσι στο ερώτημα που τέθηκε πριν: γιατί ειδικά στην Ανατολική Μεσόγειο υπήρχαν στη φύση τόσα διαθέσιμα και χρήσιμα φυτά και ζώα προς εξημέρωση;

Μερικές πιθανές απαντήσεις προσπαθεί να δώσει ο Jared Diamond στο βιβλίο Guns, Germs and Steel. Πρώτα, όσον αφορά τη σύγκριση της Μεσογείου γενικά με άλλες περιοχές στον κόσμο με μεσογειακό κλίμα (Χιλή, Καλιφόρνια, Νότιος Αφρική, Νοτιοδυτική Αυστραλία), αναφέρει τα εξής: α) Η Μεσόγειος είναι σαφώς αυτή με την μεγαλύτερη έκταση, κάτι που σημαίνει και μεγαλύτερη ποικιλία ειδών, β) είναι η περιοχή με τις μεγαλύτερες κλιματικές διακυμάνσεις, οι οποίες έχουν ως συνέπεια ένα ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό μονοετών φυτών.

Τι κάνει όμως την «εύφορη ημισέληνο» ιδιαίτερη σε σχέση με άλλες περιοχές της Μεσογείου; Κατά τον Diamond είναι οι μεγάλες διαφορές σε τοπογραφία και υψόμετρο, άρα και η ποικιλία περιβαλλοντικών συνθηκών: από το πιο χαμηλό σημείο στη Γη (Νεκρά Θάλασσα) μέχρι βουνά που πλησιάζουν τα 6.000μ σε ύψος (Ιράν), τα οποία βρίσκονται όμως και αυτά κοντά σε επίπεδες κοιλάδες ποταμών σε χαμηλό υψόμετρο. Αυτή η ποικιλία πρόσφερε στους κατοίκους πολλές περιβαλλοντικές δυνατότητες, ώστε να πειραματιστούν με την καλλιέργεια φυτών. Επίσης, ένας παράγοντας που μπορεί να έπαιξε ρόλο, είναι η σχετική απουσία ποταμών και ακτογραμμής, που θα μπορούσαν να ήταν εναλλακτικές πηγές τροφής (ψάρι, οστρακοειδή): κάτι που έκανε την απλή συλλογή λιγότερο ανταγωνιστική μέθοδο εξασφάλισης της διατροφής απ’ ό,τι π.χ. στη Δυτική Μεσόγειο.

Ο χάρτης απεικονίζει τα επιβεβαιωμένα κέντρα ανακάλυψης της γεωργίας (πράσινο) και την εξάπλωσή της. https://de.wikipedia.org/wiki/Neolithische_Revolution

Ο χάρτης απεικονίζει τα επιβεβαιωμένα κέντρα ανακάλυψης της γεωργίας (πράσινο) και την εξάπλωσή της.
Πηγή εικόνας

Τέλος, μένει το θέμα της γρήγορης και μεγάλης εξάπλωσης της γεωργίας από το ανατολικο-μεσογειακό της κέντρο σε σχέση με άλλα. Μια προφανής εξήγηση είναι ότι η περιοχή βρίσκεται περίπου στο κέντρο της μεγαλύτερης μάζας στεριάς του πλανήτη (την Ευρασία-Αφρική). Επίσης όμως, αυτή η μάζα εκτείνεται περισσότερο στον άξονα Ανατολής-Δύσης (σε σύγκριση π.χ. με την Αμερική), κάτι που σημαίνει πιο εκτεταμένες ζώνες με παρόμοιο κλίμα και βλάστηση, άρα και ευνοϊκότερες συνθήκες για την εξάπλωση των ανθρώπινων ανακαλύψεων. Αντίθετα, η γεωργία π.χ. από το Μεξικό έπρεπε να διασχίσει ζώνεις βλάστησης εντελώς διαφορετικές (π.χ. ζούγκλα, σαβάννα, έρημος) για να φτάσει στη Βόρειο ή Νότιο Αμερική.


Μπορεί φυσικά κάποιος να διατυπώνει άπειρες τέτοιες θεωρίες και δύσκολα μπορούμε να αποφασίσουμε τι απ’ όλα τελικά ισχύει. Αν μπορεί να βγει ένα γενικό συμπέρασμα, είναι ότι η περιοχή που ονομάστηκε «εύφορη ημισέληνος» ήταν από πολλές γεωγραφικές απόψεις προνομιακή για ανακαλύψεις όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία.

Ακούγεται άρα κάπως παράδοξο, όταν σήμερα θεωρείται οριακή και ξηρή περιοχή, όπου η εντατική γεωργία δημιουργεί πολλά οικολογικά προβλήματα, που κάνουν ακόμα και την ίδια την επιβίωση της γεωργίας αμφισβητήσιμη (βλ. σχετικά άρθρα για την ερημοποίηση και αλάτωση του εδάφους). Η τραγική αυτή εξέλιξη είναι συνέπεια τόσο της κακοδιαχείρισης από τον τοπικό πληθυσμό, όσο και της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής. Και μπορεί να μην είναι άσχετη με την αποσταθεροποίηση και τη βία που παρατηρούμε στην περιοχή: υπάρχει π.χ. η άποψη ότι η εξέγερση εναντίον του Άσαντ στη Συρία πυροδοτήθηκε μεταξύ άλλων από τη μεγάλη ξηρασία του 2007-10 και τα κοινωνικά προβλήματα που αυτή δημιούργησε.

Ένα ακόμα γενικό συμπέρασμα που μπορούμε ίσως να βγάλουμε: μόνο επειδή μια περιοχή ήταν προνομιακή σε μια περίοδο, δεν σημαίνει ότι θα παραμείνει έτσι για πάντα. Ακόμα και οι ίδιοι οι γεωγραφικοί παράγοντες που ήταν σε μια εποχή ευνοϊκοί, μπορεί να αποδειχτούν σε μια άλλη αρνητικοί. Πάντα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η δράση του ανθρώπου μπορεί να αλλάξει εντελώς και το ρόλο και τη βαρύτητα τέτοιων παραγόντων.

Πηγές:

Αλατωση του εδαφους: ενα (ανατολικο-)μεσογειακο προβλημα

Κλασσικό

Για τον κίνδυνο της ερημοποίησης ακούμε πολλά τις τελευταίες δεκαετίες (βλ. και σχετικό άρθρο στο μπλογκ). Και είναι φανερό πως στη Μεσόγειο, σ’ έναν χώρο έτσι κι αλλιώς μεταβατικό ανάμεσα στην έρημο και στα υγρά κλίματα, δεν έχουμε καμιά πολυτέλεια να αγνοήσουμε έναν τέτοιο κίνδυνο.

Όταν μιλάμε για την ερημοποίηση, συνήθως έχουμε στο νου μας την κλιματική αλλαγή. Αν και προφανώς το πιο βασικό στοιχείο που συνδέεται με την ερημοποίηση είναι το κλίμα, υπάρχουν και άλλοι ανθρωπογενείς παράγοντες – συχνά και σε αλληλεπίδραση με την κλιματική αλλαγή.

Αν με την ερημοποίηση εννοούμε την απώλεια της ικανότητας της γης να στηρίζει ζωή, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ένα μέσο, που παίζει κεντρικό ρόλο γι’ αυτήν την ικανότητα: το έδαφος. Η διάβρωση, η απ’ ευθείας απώλεια του εδάφους, είναι ο πιο φανερός κίνδυνος. Υπάρχουν όμως και άλλες διεργασίες, που, ενώ αφήνουν το έδαφος στον τόπο του, το καθιστούν ανίκανο να επιτελεί εκείνες τις λειτουργίες, που είναι ζωτικής σημασίας για μας τους κατοίκους του πλανήτη. Στις μεσογειακές χώρες με το (ημι-)ξηρό και θερμό τους κλίμα, μια τέτοια διαδικασία είναι και η αλάτωση.

Αλάτωση: μια απειλή για τη ζωή

Με την αλάτωση εννοούμε τη συσσώρευση υδατοδιαλυτών αλάτων. Αυτό συμβαίνει όταν το νερό στο έδαφος εξατμίζεται γρήγορα, αφήνοντας πίσω του τα άλατα που περιείχε, αντί να τα οδηγήσει μαζί του στο υπέδαφος. Δεν θέλει και πολύ σκέψη για να καταλάβουμε ότι αυτό συμβαίνει κυρίως σε περιοχές που έχουν ψηλή εξατμισοδιαπνοή, δηλαδή θερμό και ξηρό κλίμα – ακριβώς δηλαδή αυτό που συμβαίνει σε πολλές περιοχές της Μεσογείου, ιδιαίτερα στο νοτιοανατολικό της μισό.

Η ψηλή αλατότητα στο έδαφος δεν είναι εξ’ ορισμού κάτι προβληματικό. Αλατούχα εδάφη υπάρχουν στις μεσογειακές χώρες από πάντα, από καθαρά φυσικά αίτια: όχι μόνο στην έρημο ή ημιέρημο, αλλά και π.χ. σε παράκτιες πεδιάδες, όπου το θαλασσινό νερό διεισδύει στο έδαφος και το εμπλουτίζει με άλατα. Κλασικά παραδείγματα π.χ. στην Κύπρο είναι τα εδάφη γύρω από τις αλυκές της Λεμεσού και της Λάρνακας, αλλά κι αυτά στην ενδοχώρα της Αμμοχώστου. Εκεί, η βλάστηση έχει προσαρμοστεί στο πέρασμα των αιώνων σ’ αυτό το αλατούχο περιβάλλον.

Τα φυσικά αλατούχα εδάφη στην Κύπρο. Πηγή: http://eusoils.jrc.ec.europa.eu/

Τα φυσικά αλατούχα εδάφη στην Κύπρο. Πηγή: http://eusoils.jrc.ec.europa.eu/

Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού και το προκαλεί ο άνθρωπος. Στην προσπάθεια του να εξασφαλίσει μια μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή για έναν όλο και μεγαλύτερο πληθυσμό, και ζώντας σε μια περιοχή όπως τη Μεσόγειο, όπου το νερό είναι τόσο δυσεύρετο, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει ακόμα και νερό με υψηλή αλατότητα για αρδευτικούς σκοπούς. Μόνο που αυτό μπορεί και να κάνει ακόμα μεγαλύτερη ζημιά για το μέλλον: με την έτσι κι αλλιώς λόγω κλίματος υψηλή εξάτμιση, τα άλατα μένουν στο έδαφος, το οποίο μετά από ένα σημείο και μετά μπορεί να καταλήξει άχρηστο για γεωργική χρήση. Η υπερβολική άρδευση σε συνδυασμό με κακή στράγγιση, η χρήση λιπασμάτων που περιέχουν διάφορα άλατα, ή η υπερβολική άντληση του υπόγειου νερού σε παραθαλάσσιες περιοχές (άρα και η εισροή θαλασσινού νερού, που έρχεται να αντικαταστήσει το γλυκό), είναι άλλες αιτίες που οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα.

Κάποιες ζημιές της αλάτωσης στη γεωργία μπορούμε εύκολα να τις φανταστούμε. Δυσκολεύει (λόγω της αλλαγής της οσμωτικής πίεσης) την απορρόφηση του νερού από τις ρίζες των φυτών, άρα και των θρεπτικών ουσιών που αυτό περιέχει. Επίσης, κάποια στοιχεία (π.χ. το χλώριο, ιδιαίτερα προβληματική περίπτωση σε παραθαλάσσιες περιοχές) είναι απ’ ευθείας τοξικά για τα φυτά.

Αλάτωση του εδάφους σε αρδευόμενη καλλιέργεια στη Σικελία. Πηγή: http://projects.inweh.unu.edu/kmland/display.php?ID=276&DISPOP=VRCPR

Αλάτωση του εδάφους σε αρδευόμενη καλλιέργεια στη Σικελία.
Πηγή εικόνας

Πέρα απ’ αυτές τις άμεσες επιπτώσεις, υπάρχουν όμως και έμμεσες, που είναι ίσως ακόμα πιο επικίνδυνες. Η επιβάρυνση π.χ. με νάτριο έχει την ιδιαιτερότητα του να αποσταθεροποιεί την εδαφική δομή, κάνοντας το έδαφος πιο ευάλωτο απέναντι στη διάβρωση. Έτσι η ζημιά που μπορεί να γίνει είναι στην ουσία μη αναστρέψιμη, αφού το έδαφος (μαζί με τα θρεπτικά του συστατικά) χάνεται οριστικά.

Αλάτωση στις ακτές της Ανατολικής Μεσογείου

Προβλήματα αλάτωσης συναντούμε λίγο-πολύ σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Η αύξηση του πληθυσμού (άρα και η ανάγκη για μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή), μαζί με την επέκταση των εντατικών υδροβόρων καλλιεργειών, έχουν οδηγήσει σήμερα σε προβλήματα σε διάφορες περιοχές. Εξάλλου, δεν είναι η πρώτη φορά που η Ανατολική Μεσόγειος αντιμετωπίζει αυτόν τον κίνδυνο: η αλάτωση των εδαφών στη Μεσοποταμία είχε παίξει το ρόλο της στην παρακμή των αρχαίων πολιτισμών ήδη κάποιες χιλιετίες πριν.

Προφανώς, όσο πιο εντατική είναι η άρδευση και όσο πιο ξηρό και θερμό είναι το κλίμα, τόσο πιο μεγάλα είναι τα προβλήματα αλάτωσης. Ένας άλλος φυσικός παράγοντας, που παίζει τον ρόλο του ώστε κάποιες περιοχές να κινδυνεύουν περισσότερο από άλλες, είναι η διαπερατότητα του εδάφους: στα (αρκετά συχνά στο μεσογειακό χώρο) αργιλώδη εδάφη, η στράγγιση δεν είναι καλή και το νερό παραμένει στο έδαφος αρκετό χρόνο, ώστε να προλάβει να εξατμιστεί και να αφήσει πίσω του άλατα.

Τα όρια του υδροφορέα του Ακρωτηρίου, του τρίτου μεγαλύτερου στην Κύπρο. Πηγή:

Τα όρια του υδροφορέα του Ακρωτηρίου, του τρίτου μεγαλύτερου στην Κύπρο. Πηγή: Ianneta & Colonna.

Στην Κύπρο, προβλήματα αλάτωσης υπήρξαν π.χ. στην πεδιάδα της Μόρφου, όπου η εντατική άρδευση των καλλιεργειών εσπεριδοειδών οδήγησε στην υπεράντληση των υπογείων υδάτων, άρα και στη διείσδυση θαλασσινού νερού στον υδροφόρο ορίζοντα. Ανάλογο πρόβλημα υπάρχει και στην ευρύτερη περιοχή του Ακρωτηρίου, όπου δίπλα στην εντατική γεωργία ήρθε και η αυξημένη ανάγκη για οικιστικούς και τουριστικούς σκοπούς – αλλά επίσης και η κατασκευή του φράγματος του Κούρη, που απέκοψε τον υδροφόρο ορίζοντα από τη φυσική πηγή εμπλουτισμού του. Η συνέπεια ήταν ότι πολλές παράκτιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις αναγκαστικά εγκαταλείφθηκαν κατά τη δεκαετία του ’90.

Στην Ελλάδα, η αλάτωση είναι ήδη πρόβλημα στον θεσσαλικό κάμπο, αλλά και σε μικρότερες παραθαλάσσιες περιοχές με επίσης εντατική γεωργία, όπως η Αργολίδα και η νότια Κρήτη. Στη γειτονική Τουρκία, η πεδιάδα Χαράν είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα: ως μέρος του φιλόδοξου προγράμματος GAP (βλ. σχετικό άρθρο) για την επέκταση της γεωργίας μέσω άρδευσης και την ανάπτυξη της (όχι μόνο για οικονομικούς, αλλά και για πολιτικούς λόγους) προβληματικής νοτιοανατολικής Τουρκίας, επικράτησαν παντού οι υδροβόρες βαμβακοκαλλιέργειες. Το αποτέλεσμα ήταν ότι στο διάστημα 1987-2000 η έκταση που καλύπτουν τα αλατούχα εδάφη υπερδιπλασιάστηκε.

Η αλλαγή της χρήσης γης στην πεδιάδα Χαράν μετά την εφαρμογή του προγράμματος GAP: πράσινο = βαμβακοκαλλιέργεια, κίτρινο = σιτηρά, καφέ = ακαλλιέργητες εκτάσεις. Πηγή: Kapur et al (2009).

Η χρήση γης στην πεδιάδα Χαράν πριν και μετά την εφαρμογή του προγράμματος GAP (πράσινο = βαμβακοκαλλιέργεια, κίτρινο = σιτηρά, καφέ = ακαλλιέργητες εκτάσεις).
Πηγή: Kapur et al (2009).

Στα όρια με την έρημο

Αν η αλάτωση στις βόρειες ακτές της Ανατολικής Μεσογείου είναι πρόβλημα, στις νοτιοανατολικές, αυτές που γειτνιάζουν με την πραγματική έρημο, η κατάσταση είναι πολύ πιο κρίσιμη. Ο κίνδυνος είναι εκεί λόγω της ψηλότερης θερμοκρασίας έτσι κι αλλιώς μεγαλύτερος. Ταυτόχρονα όμως, είναι και το διαθέσιμο νερό για άρδευση λιγότερο, πράγμα που σημαίνει ότι δύσκολα μπορεί κάποιος να είναι επιλεκτικός ως προς την καταλληλότητά του, μεταξύ άλλων και για τα άλατα που περιέχει. Επίσης, από τη στιγμή που ένα έδαφος έχει υποστεί αλάτωση, είναι πιο δύσκολο να την «θεραπεύσεις», αφού δεν περισσεύει φρέσκο νερό, που θα μπορούσε να ξεπλύνει τα άλατα.

Προβλήματα με την αλάτωση των εδαφών αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες της του Λεβάντε: και ο Λίβανος και η Συρία (όπου ήδη το 2002 ένα 40% της αρδευόμενης γης είχε επηρεαστεί από την αλάτωση, ενώ 60000 εκτάρια έπρεπε αναγκαστικά να εγκαταλειφθούν από τους γεωργούς), αλλά και το Ισραήλ, η χώρα που – και για πολιτικούς λόγους – συνδέθηκε περισσότερο από κάθε άλλη με την ιδέα της μετατροπής της ερήμου σε έναν «πράσινο παράδεισο» μέσω της εντατικής άρδευσης. Όπως και στην Κύπρο, έτσι και στο Ισραήλ η χρήση επεξεργασμένου νερού από λύματα επιδεινώνει την κατάσταση, αφού η επεξεργασία αφαιρεί μεν πολλούς οργανικούς και ανόργανους ρύπους, όχι όμως και τα άλατα.

Αρδευόμενη καλλιέργεια στην έρημο Νεγκέβ, στο Ισραήλ. Πηγή εικόνας http://www.shutterstock.com/pic-103395926/stock-photo-desert-farming-irrigation-in-the-negev-israel.html

Αρδευόμενη καλλιέργεια στην έρημο Νεγκέβ, στο Ισραήλ.
Πηγή εικόνας

Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη στην απέναντι όχθη του Ιορδάνη. Στην κοιλάδα του ποταμού αυτού, απ’ όπου προέρχεται το 60% της γεωργικής παραγωγής της Ιορδανίας (μιας από τις πιο φτωχές σε νερό στον κόσμο), η αλατότητα των εδαφών αυξήθηκε με βάση πρόσφατες έρευνες σε ένα διάστημα λίγων μόνο ετών κατά 36% με 63%, ανάλογα με την περιοχή. Συνολικά, ήδη ένα 63% των εδαφών θεωρούνται αλατούχα.

Στην κοιλάδα του Νείλου στην Αίγυπτο περίπου το ένα τρίτο των γεωργικών εδαφών είναι επηρεασμένο από την αλάτωση – το ποσοστό όμως αγγίζει το 60% στο βόρειο Δέλτα του Νείλου. Από τη μια, η υπερβολική άντληση των υπόγειων υδάτων οδηγεί σε διείσδυση του θαλάσσιου νερού στο υπέδαφος, σε μια περιοχή έτσι κι αλλιώς εξαιρετικά επίπεδη και κοντινή στη θάλασσα. Από την άλλη, η άρδευση γίνεται αναγκαστικά με το νερό που φέρνει ο Νείλος και έχει διανύσει όλη την Αίγυπτο: έχοντας ήδη χρησιμοποιηθεί πολλές φορές για τη γεωργία στις ανάντη περιοχές και επιστραφεί στο ποτάμι, με ότι αυτό σημαίνει για την επιβάρυνσή του με άλατα από λιπάσματα κ.λπ. Σε συνδυασμό και με τη κακή στράγγιση λόγω των έτσι κι αλλιώς αργιλωδών εδαφών, το αποτέλεσμα είναι ότι ήδη σήμερα δύσκολα μπορεί να καλλιεργήσει κάποιος στο Δέλτα φυτά που δεν είναι ανθεκτικά στην αλατότητα (όπως π.χ. το ρύζι) – αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση μπορεί στο μέλλον να μην αντέξουν ούτε αυτά. Σε μια περιοχή τόσο πυκνοκατοικημένη και περιτριγυρισμένη από έρημο, όπου πρακτικά δεν υπάρχουν δυνατότητες να επεκταθεί η γεωργική παραγωγή αλλού, είναι σαφές ότι η όποια απώλεια γεωργικής γης είναι θανάσιμος κίνδυνος.

Η αλάτωση του εδάφους αυξάνεται έντονα στο βόρειο και χαμηλότερο τμήμα του Δέλτα του Νείλου, το πιο κοντινό στη θάλασσα. Πηγή: Kotb et al (1999).

Η αλάτωση του εδάφους αυξάνεται έντονα στο βόρειο και χαμηλότερο τμήμα του Δέλτα του Νείλου, το πιο κοντινό στη θάλασσα.
Πηγή: Kotb et al (1999).


Αυτά τα φαινόμενα αλάτωσης οφείλονται σίγουρα σε μεγάλο βαθμό σε κακές γεωργικές πρακτικές και στην έλλειψη σχεδιασμού. Χρησιμοποιώντας καλύτερα την υπάρχουσα τεχνική γνώση, υπάρχουν αναμφίβολα πολλά περιθώρια βελτίωσης. Εκτός από την ποιότητα του νερού ή των αρδευτικών μεθόδων, ο κίνδυνος αλάτωσης μπορεί π.χ. και να μειωθεί με τη χρήση προστατευτικών στρωμάτων από άχυρο στο έδαφος (που μειώνουν την εξάτμιση) ή μιας καλλιεργητικής σειράς με φυτά που έχουν την τάση να απορροφούν τα άλατα.

Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και η εφαρμογή όλων των πιθανών μέτρων μπορεί να μην είναι αρκετή. Με όλες τις αλλαγές που αναμένονται στην περιοχή (αύξηση του πληθυσμού, κλιματική αλλαγή), είναι πιθανόν η πίεση να αυξηθεί ακόμα περισσότερο. Η επιστροφή π.χ. σε λιγότερο εντατικές ξηρικές καλλιέργειες, η αποφυγή της άρδευσης σε αργιλώδη εδάφη, είναι σίγουρα μέτρα που μπορούν να βοηθήσουν, αλλά με μια τέτοια πίεση δεν θα είναι καθόλου εύκολο να εφαρμοστούν. Ειδικά αφού οι χώρες της περιοχής δεν έχουν και ένα τέτοιο πλεόνασμα βιομηχανικής παραγωγής, που θα τους έδινε τη δυνατότητα να εισάγουν χωρίς πρόβλημα περισσότερα τρόφιμα – μια κατάσταση που έτσι κι αλλιώς δεν θα ήταν και τόσο επιθυμητή.

Τέτοια είναι – μεταξύ άλλων – τα προβλήματα που κάνουν μια μεγάλης κλίμακας μετακίνηση πληθυσμών προς τα βόρεια μάλλον αναπόφευκτη στα επόμενα χρόνια, ώστε να μειωθεί κάπως η πίεση, πριν η υποβάθμιση του εδάφους γίνει μη αναστρέψιμη. Δεν είναι μόνο οι πόλεμοι το πρόβλημα στην περιοχή. Το ιδανικό θα ήταν να γίνει ένας γενικός προγραμματισμός από ένα σώμα στο οποίο θα συμμετείχαν όλοι οι λαοί της περιοχής, τόσο όσον αφορά τη γεωργία όσο και τη μετανάστευση. Επειδή κάτι τέτοιο είναι μάλλον απίθανο, το επόμενο είναι να γίνουν όλα αυτά άναρχα και ανεξέλεγκτα – με ότι αυτό συνεπάγεται.


Σχετική βιβλιογραφία

  • L. Postiglione (2002): Soil Salinization in the Mediterranean: Soils, Processes and Implications. In: Mediterranean Desertification: A Mosaic of Processes and Responses.
  • T.G. Ammari, R. Tahhan, S. Abubaker, Y. Al-Zu’bi, A. Tahboub, R. Ta’any, S. Abu-Romman, N. Al-Manaseer, M.H. Stietiya (2013): Soil Salinity Changes in the Jordan Valley Potentially Threaten Sustainable Irrigated Agriculture. In: Pedosphere.
  • Tarek H.S. Kotba,Tsugihiro Watanabeb, Yoshihiko Oginob, Kenneth K. Tanji (1999): Soil salinization in the Nile Delta and related policy issues in Egypt. In: Agricultural Water Management.
  • Massimo Iannetta, Nicola Colonna: Αλάτωση Εδαφών. Land Care in Desertification Affected Areas From Science Towards Application.
  • Plan Bleu Regional Activity Center (2003): Threats to Soils in Mediterranean Countries.
  • Marquina, Antonio (Ed.) (2004): Environmental Challenges in the Mediterranean 2000–2050.
  • Cullu, M.A., Almaca, A., Sahin, Y., Aydemir, S., 2002. Application of GIS for monitoring soil salinisation in the Harran Plain, Turkey. Int. conference on sustainable land use and management. pp.326-332.
  • SELIM KAPUR, BURCAK KAPUR, ERHAN AKÇA, HARI ESWARANA (2009): Research strategy to secure energy water and food via sustainable land and water management in the GAP region.

Φυσικη Γεωγραφια του Λεκανοπεδιου Αττικης

Κλασσικό

Το Λεκανοπέδιο Αττικής είναι ο πιο αστικοποιημένος γεωγραφικός χώρος στην Ελλάδα, κι ένας από τους κυριότερους της Ανατολικής Μεσογείου. Η πυκνή δόμηση κυριαρχεί από τη μια άκρη ως την άλλη, με μόνο λίγες σκόρπιες ελεύθερες επιφάνειες. Ο τίτλος «Φυσική Γεωγραφία του Λεκανοπεδίου Αττικής» ακούγεται άρα κάπως περίεργος, σε μια περιοχή που δεν μοιάζει να έχει μεγάλη σχέση με τη φύση. Το υπόβαθρο πάνω στο οποίο συγκεντρώθηκαν όλες αυτές οι ανθρώπινες δραστηριότητες παραμένει όμως ένας φυσικός χώρος. Και όποιος αγνοεί την γεωγραφία του τιμωρείται (όπως αποδεικνύουν π.χ. οι πλημμύρες που ταλαιπώρησαν την περιοχή τις προηγούμενες δεκαετίες).

Το Λεκανοπέδιο Αττικής ορίζεται από τα βουνά που το περιβάλλουν σαν ένα πεταλοειδές τείχος (Αιγάλεω, Ποικίλο Όρος, Πάρνηθα, Πεντέλη, Υμηττός), ενώ στα νότια το όριό της είναι η ακτογραμμή του Σαρωνικού. Θέμα αυτού του άρθρου είναι η περιγραφή των στοιχείων που αποτελούν το φυσικό περιβάλλον σ’ αυτόν τον χώρο: της ατμόσφαιρας, των πετρωμάτων, των μορφών της επιφάνειας, του νερού, του εδάφους,  αλλά και των ζωντανών οργανισμών (χλωρίδας και πανίδας).

  1. Κλιματολογία

Η Αττική έχει ένα τυπικό μεσογειακό κλίμα, με ήπιους βροχερούς χειμώνες και θερμά ξηρά καλοκαίρια. Εμάς αυτή η εναλλαγή μας φαίνεται τόσο φυσική, που δεν αντιλαμβανόμαστε ότι αποτελεί μάλλον παγκόσμια εξαίρεση παρά κανόνα. Η εξήγηση γι’ αυτήν την ιδιαιτερότητα είναι η θέση ανάμεσα στη βροχερή ζώνη των δυτικών επικρατούντων ανέμων στα βόρεια (δυτική-κεντρική Ευρώπη) και στην υποτροπική ξηρή ζώνη στα νότια (Σαχάρα). Η πρώτη επεκτείνεται το χειμώνα προς τα νότια και η δεύτερη το καλοκαίρι προς τα βόρεια.

Οι επικρατούντες άνεμοι ειδικά στην περιοχή της Αθήνας είναι βόρειοι/βορειανατολικοί (σ’ αυτούς ανήκουν και τα γνωστά μελτέμια, που φέρνουν δροσιά στους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες). Η μέση θερμοκρασία Ιουλίου (μετρημένη στο Εθνικό Αστεροσκοπείο) στο διάστημα 1961-1990 ήταν 27°C και Ιανουαρίου 9,3°C. Σε μια περιοχή πάντως με τέτοιες υψομετρικές διαφορές, είναι μεγάλες και οι διαφορές στη μέση θερμοκρασία. Οι πιο ψηλές θερμοκρασίες (το καλοκαίρι μπορεί να ξεπεράσουν τους 40°C) καταγράφονται στο κεντροδυτικό τμήμα του Λεκανοπεδίου.

Η Αττική έχει ιδιαίτερα ξηρό κλίμα, σε σχέση με άλλες περιοχές της Ελλάδας. Ο μέσος ετήσιος υετός (βροχή + χιόνι + χαλάζι κ.λπ.) στο κέντρο της Αθήνας είναι 401 mm: σημαντικά πιο χαμηλός από τη Δυτική Ελλάδα (π.χ. στον Πύργο Ηλείας: 921 mm). Ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι οι υγρές αέριες μάζες του χειμώνα έρχονται από τα δυτικά, ακολουθώντας την πορεία των δυτικών ανέμων της εποχής. Τα ψηλά βουνά της Πίνδου και της Πελοποννήσου λειτουργούν σαν φράγμα και συγκρατούν στη δυτική πλαγιά τους (την ομβροπλευρά) τη βροχή που φέρνουν αυτές οι μάζες, αφήνοντας μόνο λίγη για την ανατολική πλευρά (την ομβροσκιά), όπου βρίσκεται η Αττική. Ακόμα όμως και μέσα στο ίδιο το Λεκανοπέδιο υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις από την ξηρότητα του κλίματος.

Ο ετήσιος υετός (βροχή + χιόνι + χαλάζι κ.α.) στο λεκανοπέδιο, στο διάστημα 2010-2016. http://antisimvatikos.blogspot.gr/2014/01/blog-post_2.html

Διαφορές στον ετήσιο υετό στο Λεκανοπέδιο: στα (πιο ορεινά) βόρεια προάστια ξεπερνάει εύκολα τα 500 mm, ενώ στον Πειραιά δεν φτάνει ούτε καν τα 400. Πηγή εικόνας

Εκτός από τις ήδη ψηλές θερμοκρασίες από φυσικούς λόγους, στο λεκανοπέδιο προστίθεται φυσικά και ο ανθρώπινος παράγοντας: η πυκνή δόμηση, αλλά και η καταστροφή των γειτονικών δασών, ευνοούν την αύξηση της θερμοκρασίας. Σε διάστημα ενός αιώνα έχει καταγραφεί άνοδος 1,5°C – σ’ αυτή συμμετέχει φυσικά και η γενική κλιματική αλλαγή στον πλανήτη.

Η κλιματική αλλαγή φαίνεται να επηρεάζει και τη βροχόπτωση. Αν και ο μέσος ετήσιος υετός στο σταθμό του Θησείου παραμένει στο διάστημα 1891-2010 σχετικά σταθερός, παρατηρείται μια σημαντική άνοδος στη ραγδαιότητα: τα ποσοστά των ημερών που υπερβαίνουν τα 10, 20, 30 ή και 50 mm υετού έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά περίπου από το 1990 και μετά. Αυτός είναι ένας λόγος να ανησυχούμε, αφού ένας ημερήσιος υετός άνω των 50 mm (ενίοτε και των 30) θεωρείται ικανός να προκαλέσει πλημμυρικά επεισόδια.

Το ποσοστό των ημερών με υετό >50mm στο σύνολο ετήσιων υετίσιμων ημερών, στο σταθμό του Θησείου κατά το διάστημα 1891-2010. http://www.meteoclub.gr/themata/egkyklopaideia/4392-yetiko-istoriko-athinas

Το ποσοστό των ημερών με υετό >50mm στο σύνολο ετήσιων υετίσιμων ημερών (Θησείο, διάστημα 1891-2010).
Πηγή εικόνας

2. Γεωλογία

Ολόκληρη η ελληνική χερσόνησος βρίσκεται σε μια γεωλογικά ενεργή περιοχή: κάτι που φαίνεται και με τους συχνούς σεισμούς. Η βαθύτερη αιτία είναι η σύγκρουση της αφρικανικής με την ευρασιατική λιθοσφαιρική πλάκα (η πρώτη βυθίζεται κάτω από τη δεύτερη), που κρατάει εδώ και αρκετά εκατομμύρια χρόνια.

Τα όρια των τεκτονικών πλακών και οι κινήσεις τους. http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-B106/382/2534,9803/

Τα όρια των τεκτονικών πλακών και οι κινήσεις τους: η σύγκρουση της αφρικανικής με την ευρασιατική πλάκα δημιουργεί και άλλες μικροπλάκες με δική τους κίνηση, όπως η Πλάκα Ανατολίας ή η Απουλία Πλάκα.
Πηγή εικόνας

Η σύγκρουση αυτή ξεκίνησε όταν οι δύο μεγάλες πλάκες άρχισαν να κινούνται η μια προς την άλλη, κλείνοντας τον μεγάλο ωκεανό που τις χώριζε (Τηθύς Θάλασσα), απομεινάρι του οποίου είναι σήμερα η Μεσόγειος. Η κίνηση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να πτυχωθούν και να ανυψωθούν τα πετρώματα από το βυθό της θάλασσας, δημιουργώντας τα ψηλά απότομα βουνά, χαρακτηριστικά για τον μεσογειακό χώρο. Η διαδικασία αυτή ονομάστηκε Αλπική Ορογένεση (από τις Άλπεις) και είναι νέα από γεωλογική άποψη: ξεκίνησε πριν από μόλις 60 εκατομμύρια χρόνια. Συνεπώς, και το Λεκανοπέδιο αποτελείται στην ουσία:

  • από τους αλπικούς σχηματισμούς (2,3,4 στην εικόνα κάτω), δηλαδή αυτούς που ανυψώθηκαν με την Αλπική Ορογένεση, και σχηματίζουν σήμερα τα βουνά που περικλείουν το λεκανοπέδιο, αλλά και τη λοφώδη περιοχή στο κέντρο του (Φιλοπάππου, Ακρόπολη, Λυκαβηττός, Τουρκοβούνια κ.λπ.)
  • από τους μεταλπικούς σχηματισμούς (1 στην εικόνα κάτω), δηλαδή τα ιζήματα που έχουν αποτεθεί στη λεκάνη των Αθηνών μετά την ανύψωση των ορεινών όγκων, προερχόμενα κυρίως από τη διάβρωση των τελευταίων.
Απλοποιημένος Γεωλογικός Χάρτης του Λεκανοπεδίου. 1 (κίτρινο): μεταλπικά ιζήματα 2 (μπλε): μη μεταμορφωμένα πετρώματα 3 (κόκκινο): αλλόχθονο σύστημα (σχιστόλιθος Αθηνών) 4 (πράσινο): μεταμορφωμένα πετρώματα 5: κύρια ρήγματα 6: μεγάλης κλίμακας τεκτονική επαφή. Πηγή: Michael Foumelis, Ioannis Fountoulis, Ioannis D. Papanikolaou, Dimitrios Papanikolaou (2013): Geodetic evidence for passive control of a major Miocene tectonicboundary on the contemporary deformation field of Athens(Greece). In: ANNALS OF GEOPHYSICS, 56, 6, 2013, S0674; doi:10.4401/ag-6238

Απλοποιημένος Γεωλογικός Χάρτης του Λεκανοπεδίου.
1 (κίτρινο): μεταλπικά ιζήματα
2 (μπλε): μη μεταμορφωμένα πετρώματα
3 (κόκκινο): αλλόχθονο σύστημα (σχιστόλιθος Αθηνών)
4 (πράσινο): μεταμορφωμένα πετρώματα
5: κύρια ρήγματα
6: μεγάλης κλίμακας τεκτονική επαφή.
Πηγή: Michael Foumelis, Ioannis Fountoulis, Ioannis D. Papanikolaou, Dimitrios Papanikolaou (2013): Geodetic evidence for passive control of a major Miocene tectonicboundary on the contemporary deformation field of Athens(Greece). In: ANNALS OF GEOPHYSICS, 56, 6, 2013, S0674; doi:10.4401/ag-6238

Τα κύρια πετρώματα που αποτελούν τους ανυψωμένους αλπικούς σχηματισμούς είναι:

  • οι μη μεταμορφωμένοι ασβεστόλιθοι (2 στο χάρτη) των δυτικών ορεινών όγκων (Αιγάλεω, Ποικίλο Όρος, Πάρνηθα). Είναι πετρώματα που σχηματίστηκαν πριν περίπου 200 εκατομμύρια χρόνια, από αποθέσεις σε θαλάσσιο περιβάλλον: όπως είδαμε, ο χώρος ήταν τότε ένας μεγάλος ωκεανός.
  • Τα μεταμορφωμένα πετρώματα (4 στο χάρτη) των ανατολικών ορεινών όγκων (Υμηττός, Πεντέλη). Πρόκειται για πετρώματα που μεταμορφώθηκαν κάτω από συνθήκες ψηλής πίεσης και θερμοκρασίας. Τα κυριότερα είναι τα μάρμαρα, δηλαδή μεταμορφωμένοι ασβεστόλιθοι (παράδειγμα είναι το γνωστό πεντελικό μάρμαρο) και οι σχιστόλιθοι.
  • Οι «σχιστόλιθοι Αθηνών» (3 στο χάρτη) όπως επικράτησε να λέγονται, αν και κάπως παραπλανητικά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για σύνθετο σύστημα διαφορετικών πετρωμάτων (πηλίτες, αργιλικοί σχιστόλιθοι, μάργες, ψαμμίτες), που σχηματίστηκαν στο βυθό της θάλασσας κατά τη διάρκεια της ανύψωσης των ορεινών όγκων που αναφέρθηκαν πριν. Πάνω από το σχιστόλιθο των Αθηνών επικάθονται σε ορισμένα σημεία υπολείμματα σχετικά νέου ασβεστόλιθου, σχηματίζοντας κορυφές λόφων (π.χ. Ακρόπολη, Λυκαβηττός, Τουρκοβούνια).
Αργιλικό πέτρωμα στους πρόποδες του Αρδηττού (δίπλα στο Καλλιμάρμαρο): δείγμα του "Σχιστολίθου Αθηνών".

Αργιλικό πέτρωμα στους πρόποδες του Αρδηττού (δίπλα στο Καλλιμάρμαρο), μέρος του «Σχιστολίθου Αθηνών».

Ασβεστόλιθος στα Τουρκοβούνια.

Ασβεστόλιθος στα Τουρκοβούνια.

Κατά τ’ άλλα, κυριαρχούν  οι μεταλπικοί σχηματισμοί που αναφέρθηκαν πριν, δηλαδή τα ιζήματα που εναποτέθηκαν μετά την Αλπική Ορογένεση, στη λεκάνη που είχε σχηματιστεί ανάμεσα σ’ αυτά τα βουνά. Σε πολλά σημεία αυτές οι νεογενείς αποθέσεις είναι τόσο παλιές ώστε να έχουν εξελιχθεί σε αρκετά συνεκτικά πετρώματα (π.χ. μάργες, κροκαλοπαγή, ψαμμίτες). Σ’ ένα μεγάλο μέρος του νότιου Λεκανοηπεδίου (κυρίως γύρω από την κοιλάδα του Κηφισού), καθώς και στους πρόποδες των βουνών, είναι όμως τόσο νέες, που συχνά πρόκειται απλά για στρώσεις από χαλαρά ασύνδετα υλικά.

Ψαμμίτης Πάρκο Τρίτση

Νεογενή πετρώματα στο πάρκο Τρίτση (Ίλιον): ψαμμίτης (πάνω) και κροκαλοπαγές (κάτω).

Νεογενή πετρώματα στο πάρκο Τρίτση (Ίλιον): ψαμμίτης από λεπτή άμμο (πάνω) και κροκαλοπαγές από αποθέσεις βοτσάλων σε ποτάμια (κάτω).

3. Γεωμορφολογία

Γενικά στη βόρεια ακτή της Μεσογείου, η μορφολογία της επιφάνειας της Γης εξαρτάται κυρίως από τη γεωλογία, καθώς και τη δράση του νερού και της βαρύτητας. Σε αντίθεση με τη Βόρεια Ευρώπη, ο πάγος δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο, αφού ούτε καν στην εποχή των παγετώνων δεν κάλυψε μεγάλα τμήματα. Ούτε το κλίμα όμως ήταν τόσο ξηρό, ώστε να είναι κεντρικός ο ρόλος του αέρα, όπως είναι π.χ. νοτιότερα στη Σαχάρα.

Όσον αφορά το ρόλο του νερού, σημαντική δεν είναι μόνο η παράκτια ή η ποτάμια γεωμορφολογία (δηλαδή η μορφολογία του αναγλύφου που δημιουργήθηκε μέσω της δράσης του τρεχούμενου νερού), αλλά και η καρστική: αυτή δηλαδή που βασίζεται στη διάλυση μέσω της χημικής αντίδρασης με το νερό, κυρίως των ασβεστολιθικών πετρωμάτων. Όπως είδαμε πιο πριν, τέτοια πετρώματα δεν λείπουν στο Λεκανοπέδιο.

Μικροκαρστικά φαινόμενα: δακτυλογλυφές (κυρίως πάνω αριστερά) καθώς και μεγαλύτερες τρύπες που σχηματίστηκαν μέσω της χημικής διάλυσης του ασβεστολίθου από το νερό.

Kαρστικά φαινόμενα στο Χολαργό (πρόποδες Υμηττού): δακτυλογλυφές (πιο καθαρά φαίνονται πάνω αριστερά) καθώς και μεγαλύτερες τρύπες (πάνω κεντρικά, κάτω δεξιά) που σχηματίστηκαν μέσω της επιφανειακής διάλυσης του ασβεστολίθου.

Σπήλαιο σε ασβεστολιθικό πέτρωμα στο Λόφο Φιλοπάππου.

Σπήλαιο στο Λόφο Φιλοπάππου, που σχηματίστηκε από την υπόγεια διάλυση του ασβεστολιθικού πετρώματος, από νερό που είχε διεισδύσει μέσω ρωγμών.

Το Λεκανοπέδιο Αττικής είναι γενικά µία περιοχή µε χαµηλό µέσο υψόµετρο, η οποία περιβάλλεται όμως από ορεινούς όγκους που φτάνουν τα 1.423 μ (Πάρνηθα). Σημαντική εξαίρεση στο σχετικά ομαλό ανάγλυφο είναι η γνωστή σειρά από λόφους κατά μήκος του κεντρικού άξονα του Λεκανοπεδίου: Λόφος Σικελίας, Ζωοδόχος Πηγή, Αρδηττός, Φιλοπάππου, Ακρόπολη, Λυκαβηττός, Στρέφη, Τουρκοβούνια. Κάποιοι από τους λόφους αυτούς έχουν απότομες, σχεδόν κάθετες πλαγιές, λόγω των σκληρών ασβεστολιθικών πετρωμάτων που αποτελούν τις κορυφές τους.

Σχεδόν κάθετες πλαγιές της κορυφής του Λυκαβηττού, ο οποίος αποτελεί υπόλειμμα από τη γενική διάβρωση του ασβεστολιθικού λοφώδους τοπίου.

Η κορυφή του Λυκαβηττού, ο οποίος αποτελεί υπόλειμμα από τη γενική διάβρωση του ασβεστολιθικού λοφώδους τοπίου.

Στους πρόποδες των βουνών η επιφάνεια έχει μια κλίση προς το κέντρο του Λεκανοπεδίου. Το υλικό εδώ προέρχεται από τη διάβρωση του εκάστοτε γειτονικού ορεινού όγκου, και εναποτέθηκε άμεσα πάνω στα όριά του. Η σχετικά μεγάλη κλίση αυτών των αποθέσεων είναι συνέπεια της απότομης αλλαγής υψομέτρου.

Η Πάρνηθα, με τον οικισμό των Θρακομακεδόνων να απλώνεται πάνω στο ομώνυμο ριπίδιο στους πρόποδες.

Η Πάρνηθα, με τον οικισμό των Θρακομακεδόνων να απλώνεται πάνω στο ομώνυμο ριπίδιο στους πρόποδες.

Κατά τ’ άλλα, στο εσωτερικό του Λεκανοπεδίου, ιδιαίτερα στο κεντρο-νοτιοδυτικό του τμήμα (γύρω από τον Κηφισό) το ανάγλυφο είναι γενικά ομαλό. Σ’ αυτήν την περιοχή συγκεντρώθηκαν υλικά από τη διάβρωση όλων των γύρω ορεινών όγκων και λόφων.

Άποψη του Λεκανοπεδίου από τα Τουρκοβούνια. Ανάμεσα στους διαβρωμένους ασβεστολιθικούς λόφους με τις απότομες πλαγιές (Λυκαβηττός, Ακρόπολη) στα αριστερά και στους πρόποδες του Αιγάλεω στα δεξιά, απλώνεται μια μεγάλη σχετικά επίπεδη έκταση γύρω από την κοιλάδα του Κηφισού.

Άποψη του Λεκανοπεδίου από τα Τουρκοβούνια. Ανάμεσα στους διαβρωμένους ασβεστολιθικούς λόφους με τις απότομες πλαγιές (Λυκαβηττός, Ακρόπολη) στα αριστερά και στους πρόποδες του Αιγάλεω στα δεξιά, απλώνεται μια μεγάλη σχετικά επίπεδη έκταση γύρω από την κοιλάδα του Κηφισού.

Οι μεγάλες υψομετρικές διαφορές έχουν σαν αποτέλεσμα και την ορμητικότητα των ποταμών και ρεμάτων. Επομένως και οι κοιλάδες είναι συχνά απότομες και στενές, ιδιαίτερα όσο πιο κοντά είμαστε στα βουνά.

 Η απότομη και στενή κοιλάδα του Κηφισού, ανάμεσα στην Πάρνηθα (πίσω) και την Πεντέλη. Η κοίτη του ποταμού διακρίνεται από τα φυλλοβόλα πλατάνια, που ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη αειθαλή βλάστηση.

Η απότομη και στενή κοιλάδα του Κηφισού, ανάμεσα στην Πάρνηθα (πίσω) και την Πεντέλη (όριο Δήμων Κηφισιάς –  Αχαρνών).

4. Υδρογεωγραφία

Το υδρογραφικό δίκτυο του Λεκανοπεδίου είναι σαφώς πιο ανεπτυγμένο στο βόρειο του τμήμα. Το μεγαλύτερο κομμάτι (371-381 km²) ανήκει  στη λεκάνη απορροής του Κηφισού, η οποία ορίζεται από τις κορυφογραμμές του Αιγάλεω, του Ποικίλου Όρους, της Πάρνηθας, της Πεντέλης και εν μέρει του Υμηττού στα δυτικά και βόρεια, και από λόφους όπως η Ακρόπολη και ο Λυκαβηττός νοτιοανατολικά. Τα περισσότερα ρέματα του Λεκανοπεδίου (Ποδονίφτης, ρέμα Κοκκιναρά, Φλέβα Ρουβίκωνος) είναι δηλαδή παραπόταμοι, που συλλέγουν το νερό απ’ όλη αυτήν τη μεγάλη περιοχή και το φέρνουν στον Κηφισό, ο οποίος το οδηγεί στον Σαρωνικό, στον Φαληρικό Όρμο.

Η λεκάνη απορροής του Κηφισού. http://eclass.hua.gr/modules/document/file.php/GEO155/%CE%A3%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CE%B9%CF%8E%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82%20%CF%85%CE%B4%CF%81%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%CF%82/epilegmena_idrologika_themata.pdf

Η λεκάνη απορροής του Κηφισού.
Πηγή εικόνας

Πολύ πιο μικρή είναι η λεκάνη απορροής του Ιλισού, η οποία ακολουθεί νότια αυτής του Κηφισού. Ακόμα νοτιότερα, μέχρι και τη Βουλιαγμένη, το υδρογραφικό δίκτυο είναι πολύ λιγότερο ανεπτυγμένο, συνήθως με  εποχιακούς κλάδους µικρού µήκους, με εξαίρεση κάποια σχετικά μεγάλα ρέματα όπως αυτό της Πικροδάφνης, τα οποία εκβάλλουν απ’ ευθείας στη θάλασσα.

Τα ρέματα του Λεκανοπεδίου σήμερα είναι συνήθως υποβαθμισμένα. Μεγάλα τους τμήματα έχουν μπαζωθεί ή διευθετηθεί και εγκιβωτιστεί. Σε συνδυασμό με την πυκνή δόμηση και άρα την έτσι κι αλλιώς πολύ περιορισμένη διείσδυση του νερού στο έδαφος, το αποτέλεσμα είναι οι ραγδαίες βροχοπτώσεις να οδηγούν συχνά σε πλημμύρες. Επίσης, ακόμα και στα σημεία που τα εγκιβωτισμένα υπόγεια ρέματα βγαίνουν στην επιφάνεια, χρησιμοποιούνται παράνομα για απόρριψη σκουπιδιών ή αποβλήτων. Το αποτέλεσμα είναι σ’ έναν φαύλο κύκλο να εκλαμβάνονται από τους κατοίκους ως κάτι αρνητικό, και να απαιτείται το μπάζωμα ή εγκιβωτισμός ακόμα των λίγων εναπομείναντων «ελεύθερων» τμημάτων.

Το ρέμα του Ποδονίφτη (όρια Νέας Χαλκηδόνας - Δήμου Αθηναίων). Σ' αυτό το τμήμα του ρέει ελεύθερα, αλλά η δόμηση που φτάνει σχεδόν ως στην κοίτη του όπως και η απόθεση σκουπιδιών και αποβλήτων έχουν οδηγήσει στην υποβάμισή του.

Το ρέμα του Ποδονίφτη (όρια Νέας Χαλκηδόνας – Δήμου Αθηναίων). Σ’ αυτό το τμήμα του ρέει ελεύθερα, αλλά η δόμηση που φτάνει σχεδόν ως στην κοίτη του, όπως και η απόθεση σκουπιδιών και αποβλήτων, έχουν οδηγήσει στην υποβάθμισή του.

Τα υπόγεια ύδατα του Λεκανοπεδίου έχουν μάλλον λίγο ενδιαφέρον, αφού οι κάτοικοί του βασίζονται για την υδροδότηση σε νερό που προέρχεται από τα φράγματα του Μαραθώνα και του Μόρνου και τη λίμνη Υλίκη. Πάντως, γενικά υδροφόρες θεωρούνται οι νεώτερες αποθέσεις, ιδιαίτερα στην  κοιλάδα του Κηφισού, ή οι βαθύτεροι ορίζοντες σε ασβεστόλιθους μεγάλου πάχους (καρστικό νερό).

5. Εδαφολογία

Σ’ ένα τόσο αστικοποιημένο περιβάλλον όπως αυτό της Αθήνας, είναι αναμενόμενο να κυριαρχούν τα ανθρωπογενή εδάφη. Τα φυσικά εδάφη, όπου αυτά έχουν απομείνει, είναι συνήθως αβαθή: η υψηλή διάβρωση και το θερμό ξηρό κλίμα δεν επέτρεψαν τον εμπλουτισμό σε οργανικό υλικό.

Αβαθές αργιλώδες έδαφος στο πάρκο Τρίτση.

Αβαθές αργιλώδες έδαφος στο πάρκο Τρίτση στο Ίλιον (η ανάπτυξη εδάφους δεν ξεπερνάει τα λίγα εκατοστά, ενώ πιο κάτω το λευκό μητρικό πέτρωμα είναι ακόμα ανεπηρέαστο).

Με βάση τον πρόσφατο χάρτη εδαφικών ενώσεων της Ελλάδας, βλέπουμε να κυριαρχούν τέτοια «υπανάπτυκτα» αβαθή εδάφη, με πολύ λεπτό οργανικό ορίζοντα: είτε πάνω σε χαλαρά υλικά (calcaric Fluvisols/Regosols), είτε πάνω σε σκληρό, κατά κανόνα ασβεστολιθικό, πέτρωμα (calcaric–lithic Leptosols,  συχνά πρόκειται για ρεντζίνες). Οι τυπικές μεσογειακές τέρα ρόσα, δηλαδή κοκκινωπά αργιλώδη εδάφη πάνω σε ασβεστόλιθο, συγκαταλέγονται στις rhodic Luvisols που συναντούνται κυρίως στα ανατολικά. Γενικά τα εδάφη είναι πλούσια σε ασβέστιο (αποτέλεσμα της γεωλογίας, με τα πολλά ασβεστολιθικά πετρώματα), και αυτό έχει και ως συνέπεια να είναι γενικά αλκαλικά, με pH ανάμεσα στο 7 και στο 9.

Χάρτης των εδαφικών ενοτήτων στην περιοχή του Λεκανοπεδίου. Τα χρώματα αντιστοιχούν στον κυρίαρχο τύπο εδάφους: Μαύρο: βράχοι Γκρίζο: Leptosols Μπεζ: Regosols Κιτρινο-πορτοκαλί: Cambisols Ροζ: Luvisols Γαλάζιο: Fluvisols Απόσπασμα από: Χάρτης Εδαφικών Ενώσεων της Ελλάδος 1: 850000 (Συντάκτης: Νίκος Γιασόγλου).

Χάρτης των εδαφικών ενοτήτων στην περιοχή του Λεκανοπεδίου. Τα χρώματα αντιστοιχούν στον κυρίαρχο τύπο εδάφους:
Μαύρο: βράχοι
Γκρίζο: Leptosols
Μπεζ: Regosols
Πορτοκαλί: Cambisols
Ροζ: Luvisols
Γαλάζιο: Fluvisols
Απόσπασμα από: Χάρτης Εδαφικών Ενώσεων της Ελλάδος 1: 850000 (Συντάκτης: Νίκος Γιασόγλου).

Σ’ έναν χώρο τόσο αστικοποιημένο, η πιο σημαντική απειλή για το έδαφος είναι φυσικά η σφράγιση. Όσον αφορά την άλλη σημαντική απειλή που θα ανέμενε κάποιος σε μια μεγαλούπολη, τη ρύπανση, η σχετική απουσία βαριάς βιομηχανίας φαίνεται να έσωσε την Αθήνα από μια υπερβολική επιβάρυνση. Τελευταίες έρευνες έδειξαν ότι οι τιμές σε βαρέα μέταλλα όπως ο χαλκός, ο μόλυβδος, ο ψευδάργυρος και το κάδμιο είναι πιο χαμηλές απ’ ό,τι σε άλλες συγκρίσιμες μεγαλουπόλεις (με περιοχές πάντως όπως το κέντρο της Αθήνας και ο Πειραιάς να έχουν σημαντικά πιο ψηλή επιβάρυνση απ’ ό,τι άλλες στο Λεκανοπέδιο). Οι τιμές σε αρσενικό, χρώμιο, νικέλιο και κοβάλτιο είναι μεν ψηλότερες, αλλά οφείλονται μάλλον στην ιδιαίτερη γεωλογία του αθηναϊκού χώρου, παρά στη δράση του ανθρώπου.

Τέλος, όσον αφορά τη διάβρωση, την παραδοσιακά μεγάλη απειλή για τα εδάφη της Μεσογείου, μπορεί το μεγαλύτερο μέρος στο εσωτερικό του Λεκανοπεδίου να μην κινδυνεύει πια – είναι έτσι κι αλλιώς σφραγισμένο. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τα βουνά γύρω απ’ το Λεκανοπέδιο, όπου οι συχνές πυρκαγιές αφήνουν πίσω τους αποψιλωμένες εκτάσεις, που σε συνδυασμό με τους φυσικούς παράγοντες (ραγδαίες βροχοπτώσεις, μεγάλη κλίση του εδάφους) είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στη διάβρωση.

6. Βιογεωγραφία

Το να μιλάμε για χλωρίδα και πανίδα μιας τέτοιας πυκνοδομημένης περιοχής Αττικής ακούγεται πάλι κάπως περίεργο. Μπορεί τόσο η βιομάζα (πλην ανθρώπων) όσο και η βιοποικιλότητα να έχουν μειωθεί δραστικά τον προηγούμενο αιώνα, λόγω της σχεδόν ανεξέλεγκτης επέκτασης του αστικού ιστού, συχνά καταστρέφοντας αξιόλογους βιότοπους (π.χ. δάση). Υπάρχουν όμως και είδη που είτε επιβίωσαν, είτε ακόμα και ευνοήθηκαν απ’ αυτό (τα λεγόμενα ανθρωπόφιλα).

Πάντως, ακόμα και στα υπολείμματα αδόμητης επιφάνειας, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για πραγματικά «φυσική» βλάστηση. Ο χώρος της Μεσογείου βρίσκεται έτσι κι αλλιώς κάτω από εντατική ανθρώπινη επίδραση επί πολλές χιλιετίες, και η χλωρίδα δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη.

Η φυσική μεσογειακή βλάστηση θεωρείται το δάσος που αποτελείται από σκληρόφυλλα αειθαλή δέντρα, όπως η αριά. Στα σημεία του Λεκανοπεδίου όμως που απομένουν σχετικά φυσικά, βλέπουμε να κυριαρχούν: α) τα πευκοδάση, αποτελούμενα κυρίως από τη χαλέπιο πεύκη (η οποία ευνοείται από τις πυρκαγιές για την εξάπλωσή της, αφού για να ανοίξουν οι κώνοι της και να απελευθερωθούν οι σπόροι χρειάζεται η έκθεση σε θερμότητα), συχνά μαζί με ελιές, χαρουπιές ή κυπαρίσσια, β) η θαμνώδης βλάστηση, είτε η πιο ψηλή (1-2 μ) τύπου μακίας, είτε η πιο χαμηλή τύπου φρυγάνων. Η μακία και τα φρύγανα είναι κυρίως αποτέλεσμα της υποβάθμισης και διάβρωσης του εδάφους μέσω της μακραίωνης χρήσης από τον άνθρωπο (φωτιές, καλλιέργειες, υπερβόσκηση) – γι’ αυτό είναι συνηθισμένο να συνυπάρχουν με τμήματα εντελώς γυμνού πετρώματος. Δεν λείπουν πάντως και (μάλλον σχετικά νέες) ελεύθερες επιφάνειες, που καλύπτονται με σχεδόν αποκλειστικά ποώδη βλάστηση.

Δάσος με πεύκα, κυπαρίσσια και ελιές στα Τουρκοβούνια.

Δάσος με πεύκα, κυπαρίσσια και ελιές στα Τουρκοβούνια.

Μακία στον Χολαργό, στους πρόποδες του Υμηττού, με σχίνους, αγριελιές και πουρνάρια.

Μακία στον Χολαργό, στους πρόποδες του Υμηττού, με σχίνους, αγριελιές και πουρνάρια – και γυμνό πέτρωμα.

Φρύγανα στου Παπάγου, με κυρίαρχα είδη το θυμάρι, τη λαδανιά, τις αστοιβίδες, τους ασφόδελους.

Φρύγανα στου Παπάγου, με κυρίαρχα είδη το θυμάρι, τη λαδανιά, τις αστοιβίδες, τους ασφόδελους.

Παράδειγμα λιβαδικής διάπλασης στο Άλσος Βεΐκου, με άγρια βρώμη και μαργαρίτες.

Λιβάδι στο Άλσος Βεΐκου, με ποώδη βλάστηση (μπροστά κυρίως άγρια βρώμη και μαργαρίτες).

Τα φυτά σ’ ένα τυπικό μεσογειακό κλίμα, όπως αυτό της Αττικής, έχουν ν’ αντιμετωπίσουν μια δύσκολη κατάσταση: στην εποχή του χρόνου που προσφέρεται καλύτερα για φωτοσύνθεση, δηλαδή στο καλοκαίρι με τη μεγάλη ηλιοφάνεια, λείπει το βασικό συστατικό, το νερό.  Για να αντιμετωπιστεί αυτή η ξηρασία, που συνδυάζεται και με πολύ ψηλές θερμοκρασίες, η φυσική βλάστηση αναγκάστηκε να βρει μηχανισμούς για να μειώσει τις απώλειες νερού, π.χ. τα μικρά δερματώδη φύλλα (αριά, πουρνάρι, σχίνος, ελιά). Επίσης, οι φρυγανικοί θάμνοι έχουν συχνά την πολύ χρήσιμη ιδιότητα να «αλλάζουν» τα φύλλα τους το καλοκαίρι με πιο μικρά, που έχουν μικρότερη διαπνοή (εποχιακός διμορφισμός).

Σε αντίθεση με την κεντρική Ευρώπη, αλλά και με πιο βόρειες ή ορεινές περιοχές της Ελλάδας, τα φυλλοβόλα δεν είναι συχνά: όπως είπαμε πριν, η καλοκαιρινή ξηρασία στην Αττική είναι πολύ πιο σημαντικό πρόβλημα παρά το (σχετικά ήπιο) κρύο του χειμώνα, άρα δεν είναι και πολύ έξυπνο για ένα φυτό να ρίχνει τα φύλλα του το χειμώνα. Τα φυλλοβόλα περιορίζονται συνήθως στις όχθες των ποταμών και των ρεμάτων: εκεί π.χ. τα πλατάνια συμβιώνουν μαζί με συγκεκριμένα αειθαλή φυτά, τα οποία έχουν επίσης μεγάλη ανάγκη από νερό (πικροδάφνες, ευκάλυπτοι, καλαμιές).

 Η απότομη και στενή κοιλάδα του Κηφισού, ανάμεσα στην Πάρνηθα (πίσω) και την Πεντέλη. Η κοίτη του ποταμού διακρίνεται από τα φυλλοβόλα πλατάνια, που ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη αειθαλή βλάστηση.

Η κοίτη του Κηφισού διακρίνεται από τα φυλλοβόλα πλατάνια, που ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη αειθαλή βλάστηση (η φωτογραφία είναι από το Φλεβάρη του ’16).

Στη βλάστηση του λεκανοπεδίου ανήκει φυσικά και αυτή που είναι αποτέλεσμα ευθείας ανθρώπινης επέμβασης π.χ. στα πεζοδρόμια ή στα αστικά πάρκα (νεραντζιές, μουριές, πικροδάφνη κλπ). Πέρα απ’ αυτά όμως, υπάρχουν και είδη που, χωρίς να τα φυτεύει ο ίδιος ο άνθρωπος, ευνοήθηκαν απ’ αυτόν για να εξαπλωθούν σε ανθρωπογενείς εκτάσεις, εκεί όπου άλλα είδη δυσκολεύονται. Παράδειγμα είναι η βρωμοκαρυδιά (Ailanthus altissima), ξενικό και ιδιαίτερα επιθετικό είδος από την Άπω Ανατολή, που εισήχθηκε επί Όθωνα για τον Βασιλικό Κήπο, και έκτοτε εξαπλώθηκε σε εγκαταλελειμμένες επιφάνειες μέσα στον αστικό ιστό. Υπάρχουν φυσικά και πολλές πόες που είναι ακόμα πιο προσαρμοσμένες στο περιβάλλον της πόλης, όπως το περδικάκι (Parietaria judaica), που εξαπλώνεται ακόμα και στα κενά των πεζοδρομίων ή στους τοίχους εγκαταλελειμμένων σπιτιών, .

Εγκαταλελειμμένο οικόπεδο στα Πετράλωνα με παρατημένα αυτοκίνητα. Γύρω από το αυτοκίνητο στα δεξιά ευδοκιμεί το περδικάκι, ενώ ανάμεσα στα δύο αυτοκινητα έχει φυτρώσει μια βρωμοκαρυδιά.

Εγκαταλελειμμένο οικόπεδο στα Πετράλωνα με παρατημένα αυτοκίνητα. Γύρω από το αυτοκίνητο στα δεξιά ευδοκιμεί το περδικάκι, ενώ ανάμεσα στα δύο αυτοκίνητα έχει φυτρώσει μια βρωμοκαρυδιά.

Η πανίδα του Λεκανοπεδίου Αττικής είναι ακόμα ένας τομέας που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του ανθρώπου. Πέρα από τα πολλά έντομα (μύγες, κατσαρίδες, μυρμήγκια) και πτηνά (π.χ. σπουργίτια, περιστέρια), ζώα ανθρωπόφιλα και προσαρμοσμένα στον βιότοπο μιας πυκνοδομημένης πόλης, υπάρχουν όμως και τα ζώα που συναντά κανείς στις λίγες σκόρπιες εστίες πρασίνου μέσα στην πόλη. Οι χελώνες είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, αλλά συναντά κανείς και άλλα ερπετά (σαύρες, λίγα είδη φιδιών), πτηνά (κοτσύφια, τσαλαπετεινοί), καθώς και αμφίβια (βατράχια, νεροχελώνες) στα ρέματα και στις λίμνες των πάρκων. Όσον αφορά τα θηλαστικά, εκτός από νυχτερίδες και σκαντζόχοιρους, στα Τουρκοβούνια εντοπίστηκε τελευταία και ένας μικρός αριθμός αλεπούδων.

Χελώνα στα Τουρκοβούνια (Δήμος Αθηναίων).

Χελώνα στα Τουρκοβούνια.


Πηγές

Οι Αραβες των Βαλτων

Κλασσικό

Η στερεοτυπική εικόνα που έχουν πολλοί για τους Άραβες είναι αυτή του Βεδουίνου, που γυρίζει με τις καμήλες μέσα στην έρημο, διανυκτερεύοντας σε σκηνές. Στην πραγματικότητα φυσικά, αυτός ο νομαδικός τρόπος ζωής σε σχέση με την έρημο ήταν μόνο ένας από τους πολλούς που συναντούσε κανείς στον αραβόφωνο κόσμο. Πιο συχνή ήταν μάλλον η μόνιμη εγκατάσταση σε πόλεις ή χωριά – εξάλλου, το μεγαλύτερο μέρος των Αράβων κατοικεί είτε σε ζώνες μεσογειακής βλάστησης είτε στις κοιλάδες μεγάλων ποταμών, χωρίς να έχει πολύ σχέση με την έρημο.

Υπάρχει όμως ακόμα ένας βιότοπος, που μάλλον λίγοι θα σκέφτονταν να συνδέσουν με τον αραβικό πολιτισμό: αυτός των υγροτόπων. Οι αποκαλούμενοι και Άραβες των Βάλτων, ή αλλιώς Μαντάν, κατοικούσαν για αιώνες στους υγρότοπους που σχηματίζονται εκεί που ενώνεται ο Τίγρης με τον Ευφράτη, λίγο πριν εκβάλουν μαζί ως Σατ-αλ-Αράμπ στον Περσικό Κόλπο.

Οι υγρότοποι της Μεσοποταμίας, στο Νότιο Ιράκ. http://www.iier.org/i/uploadedfiles/050310MarshesStateCIMI5B.pdf

Οι υγρότοποι της Μεσοποταμίας, στο Νότιο Ιράκ.
Πηγή εικόνας

Οι υγρότοποι αυτοί ήταν μέχρι πρόσφατα οι πιο εκτεταμένοι στη Μέση Ανατολή, και οι κάτοικοί τους ζούσαν μια ζωή εντελώς προσαρμοσμένη σ’ αυτό το φυσικό περιβάλλον, χωρίς να τους αγγίζει και πολύ η τεχνολογική πρόοδος και η αστικοποίηση του τελευταίου αιώνα. Έφτιαχναν τα σπίτια τους από καλάμια στα νησάκια ανάμεσα στους βάλτους, καλλιεργούσαν ρύζι, ψάρευαν με καμάκια, κυνηγούσαν αγριογούρουνα, εξέτρεφαν νεροβούβαλους και μετακινούνταν με κανό.

Άραβες των Βάτων οδηγούν τα κανό τους, που είναι φορτωμένα με καλάμια. http://scribol.com/anthropology-and-history/the-marsh-arabs-of-iraq

Άραβες των Βάλτων οδηγούν τα κανό τους, που είναι φορτωμένα με καλάμια.
Πηγή εικόνας

Χωριό στους ιρακινούς βάλτους το 1974. http://america.aljazeera.com/articles/2014/7/13/restoring-iraqs-lostmarshes.html

Χωριό στους ιρακινούς βάλτους το 1974, με σπίτια φτιαγμένα από καλάμια.
Πηγή εικόνας

Όπως συνηθίζεται για ομάδες ανθρώπων με τρόπο ζωής τόσο διαφορετικό από τον περίγυρό τους, οι Μαντάν δεν είχαν γενικά καλή φήμη. Έχουν κάποιες συνήθειες που φαίνονται περίεργες σε πολλούς, π.χ. να δίνουν στα παιδιά τους παράξενα και μη ελκυστικά ονόματα όπως «Μικρός Αρουραίος», «Ύαινα», «Γουρούνι», απ’ ό,τι φαίνεται για να τους προστατέψουν από το κακό μάτι. Παρ’ όλα αυτά, περιηγητές που τόλμησαν να συναναστραφούν και να ζήσουν μαζί τους, τους περιγράφουν ως φιλικούς και φιλόξενους. Όπως οι περισσότεροι νότιοι Ιρακινοί, είναι κι αυτοί Σιίτες Μουσουλμάνοι.

Αυτόν τον τρόπο ζωής, που επιβίωσε επί αιώνες κάτω από διάφορους κατακτητές, έμελλε να τον καταστρέψουν οι πολιτικές εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας του 20ού αιώνα. Στον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου (1981-88), οι υγρότοποι έγιναν πεδίο μάχης, πληρώνοντας την τοποθεσία τους στα σύνορα των δύο αντιμαχόμενων πλευρών, του Ιράκ και του Ιράν. Ταυτόχρονα, έγιναν λόγω της πυκνής τους βλάστησης καταφύγιο για πολλούς λιποτάκτες του ιρακινού στρατού. Το 1991 ακολούθησε ο δεύτερος Πόλεμος του Κόλπου, του πατέρα Μπους εναντίον του Σαντάμ Χουσέιν, μετά την εισβολή του τελευταίου στο Κουβέιτ. Στις 28 Φεβρουαρίου ξέσπασε εξέγερση εναντίον του Σαντάμ από τους Σιίτες του Νότιου Ιράκ, που προφανώς περίμεναν βοήθεια από τους Αμερικάνους. Αυτή η βοήθεια δεν ήρθε ποτέ: οι ΗΠΑ άφησαν το σιιτικό πληθυσμό αφύλακτο απέναντι στην εκδίκηση του Σαντάμ, που έσφαξε χιλιάδες απ’ αυτούς.

Στην εξέγερση συμμετείχαν και κάποιοι Άραβες των Βάλτων, ενώ στους υγρότοπους κατέφυγαν και πολλοί αντάρτες που συνέχιζαν να πολεμούν το καθεστώς. Ήταν τότε που ο Σαντάμ αποφάσισε την ολοκληρωτική αποξήρανση των υγροτόπων. Το 1992 κατασκεύασε με γρήγορες διαδικασίες ένα κανάλι, που οδηγούσε το νερό των ποταμών μακριά από την περιοχή. Σε λίγα χρόνια το 90% των υγρότοπων είχε ήδη καταστραφεί και μετατραπεί σε έρημο. Οι κάτοικοί τους είχαν είτε σκοτωθεί, είτε καταφύγει στο Ιράν, είτε αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την (άχρηστη πλέον) γη τους για να ζήσουν στις φτωχογειτονιές των ιρακινών μεγαλουπόλεων. Η βάση του τρόπου ζωής τους δεν υπήρχε πια.

Το αποτέλεσμα της αποξήρανση των υγροτόπων από το Σαντάμ Χουσέιν. http://scribol.com/anthropology-and-history/the-marsh-arabs-of-iraq

Το αποτέλεσμα της αποξήρανσης των υγροτόπων από το Σαντάμ Χουσέιν (σύγκριση 1973-2000, με το πράσινο χρώμα να δείχνει την έκταση των βάλτων).
Πηγή εικόνας

Μετά την απομάκρυνση του Σαντάμ Χουσέιν το 2003, πραγματοποιήθηκε αρχικά μια αναγέννηση των υγρότοπων. Οι κατασκευές του Σαντάμ που συγκρατούσαν το νερό καταστράφηκαν και αυτό αφέθηκε έτσι να κυλήσει πάλι ανάμεσα στην παλιά έκταση των βάλτων. Μέχρι το 2008, υπολογίζεται ότι ήδη περίπου η μισή έκταση είχε αποκατασταθεί. Αυτή η κατάληξη θεωρήθηκε ως μια από τις πολύ λίγες επιτυχίες στη μετά-Σαντάμ εποχή.

Η αναγέννηση των βάλτων φαίνεται σ' αυτό το χάρτη, βασισμένο σε δορυφορικές εικόνες του διαστήματος 2007-2009. Το μπλε αντιπροσωπεύει τους μόνιμους βάλτους (πάνω από 10 μήνες το χρόνο), το πράσινο τους οριακούς (4-10 μήνες το χρόνο) και το κίτρινο τους εποχιακούς (κάτω από 4 μήνες). https://dspace.library.uvic.ca:8443/bitstream/handle/1828/2546/E_A_10.jpg?sequence=1&isAllowed=y

Η αναγέννηση των βάλτων φαίνεται σ’ αυτό το χάρτη, βασισμένο σε δορυφορικές εικόνες του διαστήματος 2007-2009. Το μπλε αντιπροσωπεύει τους μόνιμους βάλτους (πάνω από 10 μήνες το χρόνο), το πράσινο τους οριακούς (4-10 μήνες το χρόνο) και το κίτρινο τους εποχιακούς (κάτω από 4 μήνες).
Πηγή εικόνας

Οι Άραβες των βάλτων σε μια νέα εποχή

Όπως είδαμε, οι υγρότοποι σχηματίζονται από τα νερά του Τίγρη και του Ευφράτη, που διακλαδώνονται καλύπτοντας μια μεγάλη έκταση (παλιότερα έφτανε τα 10-15.000 τ.χλμ., μεγαλύτερη δηλαδή από την Κύπρο), λίγο πριν ενωθούν και εκβάλουν στη θάλασσα. Η έκταση των υγρότοπων αλλάζει φυσικά ανάλογα και με τις εποχιακές διακυμάνσεις της ροής των ποταμών.

Η λεκάνη απορροής του Τίγρη και του Ευφράτη - ο χρωματισμός της επιφάνεας αντιστοιχεί στο ύψος της βροχόπτωσης. Όπως φαίνεται, ενώ τα νερά των ποταμών προέρχονται από περιοχές που η βροχόπτωση μπορεί να ξεπερνά και τα 500mm, στην ίδια η Μεσοποταμία αυτή δεν ξεπερνά τα 100 mm. http://www.iier.org/i/uploadedfiles/050310MarshesStateCIMI5B.pdf

Η λεκάνη απορροής του Τίγρη και του Ευφράτη – ο χρωματισμός της επιφάνειας αντιστοιχεί στο ύψος της βροχόπτωσης. Όπως φαίνεται, ενώ τα νερά των ποταμών προέρχονται από περιοχές που η βροχόπτωση μπορεί να ξεπερνά και τα 500mm, στην ίδια τη κοιλάδα της Μεσοποταμίας αυτή δεν ξεπερνά τα 100 mm.
Πηγή εικόνας

Αυτό το νερό όμως, όπως έχει περιγραφεί σε άλλο άρθρο, προέρχεται κυρίως από τη νοτιοανατολική Τουρκία, η οποία κατασκευάζει τεράστια φράγματα, με σκοπό να χρησιμοποιεί αυτή μεγάλο τμήμα του για σκοπούς άρδευσης. Ταυτόχρονα, η αύξηση του πληθυσμού στη Συρία, στο Ιράν και στο ίδιο το Ιράκ σημαίνει και αυξημένες ανάγκες σε νερό, τόσο για ύδρευση όσο και για άρδευση. Ειδικά το Ιράν έχει κι αυτό ένα πρόγραμμα κατασκευής φραγμάτων, που θα επηρεάσει και τα μέχρι σήμερα υγιή τμήματα των υγρότοπων. Σ’ αυτά έρχεται φυσικά να προστεθεί και η κλιματική αλλαγή, που θα φέρει πιθανόν μείωση της βροχόπτωσης.

Το τεράστιο Φράγμα Ατατούρκ στο ποταμό Ευφράτη, ένα από τα μεγαλύτερα που έχουν κτιστεί στα πλαίσια του GAP. http://www.natgeocreative.com/photography/529932

Το τεράστιο Φράγμα Ατατούρκ στο τούρκικο τμήμα του Ευφράτη, συγκρατεί ένα μεγάλο μέρος του νερού που παλιότερα έρεε μέχρι τον Περσικό Κόλπο, εμπλουτίζοντας και τους υγρότοπους στο Νότιο Ιράκ.
Πηγή εικόνας

Το να ακυρώσεις διαδικασίες που ξεκίνησαν από πολιτικές αποφάσεις, όπως έγινε με αυτές επί Σαντάμ για την αποξήρανση, είναι δυνατό. Το να παλέψεις όμως ενάντια σε βαθιές κοινωνικές και οικολογικές αλλαγές είναι πολύ πιο δύσκολο, και μπορεί να αποδειχτεί μοιραίο για τους υγρότοπους. Ήδη τώρα η έκταση τους φαίνεται να έχει πάλι πτωτικές τάσεις.

Ακόμα και το νερό που έμεινε έχει αυξημένη αλατότητα, πράγμα που δυσκολεύει παραδοσιακές ασχολίες του πληθυσμού, όπως η αλιεία και η κτηνοτροφία. Επίσης, αυξημένη είναι και η ρύπανση, μάλλον λόγω της ανόδου του πληθυσμού στις ανάντη περιοχές, που σημαίνει περισσότερα (συνήθως) ανεπεξέργαστα λύματα, αλλά και περισσότερα φυτοφάρμακα από τη γεωργία. Αυτό επιβαρύνει επιπλέον τη ζωή των κατοίκων: δεν μπορούν να πίνουν νερό απευθείας από τα ποτάμια όπως παλιότερα, ενώ αυξημένες είναι και οι περιπτώσεις γαστρεντερικών και δερματικών ασθενειών.

Το πόσοι έχουν απομείνει ή επιστρέψει στους βάλτους σήμερα από τους κάποτε 250.000-500.000 κατοίκους, δεν είναι καθαρό. Οι εκτιμήσεις κυμαίνονται κάπου ανάμεσα στις λίγες χιλιάδες και λίγο περισσότερο από 100.000. Εξάλλου δεν ξέρουμε, πόσοι όντως επέστρεψαν και στον παλιό τρόπο ζωής τους, ή απλά κατοικούν γύρω από τους υγρότοπους.

Παρά την ειδυλλιακή εικόνα της ζωής στους βάλτους που περιγράφουν οι περιηγητές, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι αυτές οι συνθήκες ήταν πολύ απλές και φτωχικές. Η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες όπως η παιδεία και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ήταν και είναι χειρότερη απ’ ό,τι αλλού στο Ιράκ. Ακόμα και με τη μερική αναγέννηση των υγροτόπων, δύσκολα θα γυρίσουν οι νέοι από τις πόλεις σε έναν τρόπο ζωής που όχι μόνο θεωρείται ξεπερασμένος, αλλά που και με τις νέες συνθήκες (ρύπανση, αλάτωση, έλλειψη νερού) μπορεί να είναι και πιο δύσκολος από πριν.


Βιβλιογραφία

Ποταμια στην ερημο

Κλασσικό

Λίγες βιοκλιματικές ζώνες στον πλανήτη μας είναι τόσο εχθρικές στη ζωή όσο η έρημος. Τίποτα δεν δυσκολεύει τόσο πολύ την επιβίωση του ανθρώπου όσο η έλλειψη νερού.

Αυτό είναι κάτι που οι κάτοικοι της υποτροπικής ξηρής κλιματικής ζώνης ξέρουν καλά. Αυτή εκτείνεται στο βόρειο ημισφαίριο περίπου στο γεωγραφικό πλάτος 25-40°: είναι δημιούργημα περίπλοκων δυναμικών διαδικασιών στα ανώτερα τμήματα της ατμόσφαιρας, που δημιουργούν στην επιφάνεια της Γης μια ζώνη ψηλών βαρομετρικών. Εδώ κοντά έχουμε ίσως την πιο ακραία της μορφή, με μια τεράστια και εξαιρετικά ξηρή έρημο, που ξεκινά από τις ακτές του Μαρόκου και φτάνει μέχρι τo Ιράκ, γνωστή ως Σαχάρα στο αφρικανικό της τμήμα και Αραβική Έρημος στο ασιατικό.

Οι περιοχές της γης με ημίξηρο (καφέ), ξηρό (πορτοκαλί) και υπέρξηρο κλίμα. https://prezi.com/4hota9a_ppuk/sahelzone/

Οι περιοχές της Γης με ημίξηρο (καφέ), ξηρό (πορτοκαλί) και υπέρξηρο (κίτρινο) κλίμα.
Πηγή εικόνας

Αυτή η περιοχή θα έπρεπε να ήταν σχεδόν ακατοίκητη, αν δεν υπήρχαν κάποιες γεωμορφολογικές ιδιαιτερότητες. Το ανάγλυφο της περιοχής είναι τέτοιο, ώστε σε κάποια σημεία οι μεγάλες ποσότητες βροχόπτωσης που μαζεύουν τα βουνά βόρεια ή νότια αυτής της ζώνης, να μπορούν να βρουν τη διέξοδο προς τη θάλασσα μόνο περνώντας μέσα απ’ την έρημο, χαρίζοντας της ζωή. Τέτοια είναι η περίπτωση της κοιλάδας του Νείλου στην Αφρική, αλλά σε κάποιο βαθμό και της Μεσοποταμίας στη Δυτική Ασία.

Ο θεός Νείλος και τα δώρα του

Πριν μόλις 2 χρόνια, η πρόθεση της Αιθιοπίας να κατασκευάσει φράγμα στο Γαλάζιο Νείλο παρ’ ολίγο να προκαλέσει πόλεμο με την Αίγυπτο. Ο τότε πρόεδρος της Αιγύπτου είπε σχετικά ότι αν τα νερά του Νείλου «λιγοστέψουν έστω και κατά μια σταγόνα, το αίμα μας είναι η εναλλακτική». Αυτό είναι ένα ακόμα δείγμα της ζωτικής τους σημασίας.

Χάρτης της λεκάνης απορροής του ποταμού Νείλου (καφέ όριο). Ο χρωματισμός αντιστοιχεί στην πραγματική εξατμισοδιαπνοή, που σ' αυτήν την περίπτωση είναι ένδειξη του πόσο βροχερό είναι το κλίμα (κίτρινο προς μπλε = χαμηλή προς ψηλή). http://www.nilebasin.org/index.php/about-us/the-river-nile

Χάρτης της λεκάνης απορροής του Νείλου (καφέ όριο). Ο χρωματισμός αντιστοιχεί στην πραγματική εξατμισοδιαπνοή, που σ’ αυτήν την περίπτωση είναι ένδειξη του πόσο υγρό είναι το κλίμα (κίτρινο προς μπλε = χαμηλή προς ψηλή). Πηγή εικόνας

Τα υπάρχοντα (πράσινες τελείες) και τα υπό κατασκευή (κίτρινες) φράγματα στο Νείλο. Το βορειότερο είναι το γνωστό φράγμα του Ασουάν, ενώ το νοτιότερο υπό κατασκευή Φράγμα της Αναγέννησης παρ' ολίγο να οδηγήσει σε πόλεμο Αιγύπτου-Αιθιοπίας. http://america.aljazeera.com/opinions/2014/2/egypt-disputes-ethiopiarenaissancedam.html

Τα υπάρχοντα (πράσινες τελείες) και τα υπό κατασκευή (κίτρινες) φράγματα στο Νείλο. Το βορειότερο είναι το γνωστό Φράγμα του Ασουάν, ενώ το νοτιότερο υπό κατασκευή Φράγμα της Αναγέννησης παρ’ ολίγο να οδηγήσει σε πόλεμο Αιγύπτου-Αιθιοπίας.
Πηγή εικόνας

Ο Νείλος ήταν για τους αρχαίους Αιγύπτιους θεός, κι αυτό είναι ακόμα ένα στοιχείο που δείχνει τη σημασία του. Η ονομασία «δώρο του Νείλου» για την Αίγυπτο δεν είναι υπερβολική: χάρη στο νερό και τα θρεπτικά στοιχεία που κουβαλά μαζί του ο Νείλος από τα εύφορα ηφαιστειογενή εδάφη της Αιθιοπίας, αλλά και από την τροπική ζώνη της κεντρικής Αφρικής, αποκτά ζωή η έρημος Σαχάρα, έστω και ένα μικρό μέρος της. Βοηθούν φυσικά και τα ψηλά βουνά της Ανατολικής Αιγύπτου που φράσσουν το δρόμο προς την Ερυθρά Θάλασσα και αναγκάζουν το Νείλο να διασχίσει ολόκληρη την Αίγυπτο για να καταλήξει στη Μεσόγειο.

Η Κοιλάδα του Νείλου, όπως φαίνεται μέσα από την έρημο στη τοποθεσία Σακάρα, νότια του Καΐρου. Σ' αυτήν τη στενή λωρίδα γης στριμώχνονται οι γεωργικές, οικοδομικές και βιομηχανικές δραστηριότητες.

Η Κοιλάδα του Νείλου, όπως φαίνεται από την τοποθεσία Σακάρα, νότια του Καΐρου. Σ’ αυτήν τη στενή λωρίδα γης στριμώχνονται οι γεωργικές, οικοδομικές και βιομηχανικές δραστηριότητες.

Η έρημος Σαχάρα, όπως φαίνεται από την Σακάρα νότια του Καΐρου. Συνεχίζεται έτσι για χιλιάδες χιλιόμετρα.

Φωτογραφία από το ίδιο σημείο, αλλά κοιτώντας προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η έρημος Σαχάρα συνεχίζεται έτσι για χιλιάδες χιλιόμετρα.

Όσο εντυπωσιακό και να είναι αυτό το θαύμα της Φύσης, οι αντοχές του απέναντι στην πίεση της ανθρώπινης ανάπτυξης δεν είναι ανεξάντλητες. Η δημογραφική έκρηξη του τελευταίου αιώνα είναι για χώρες όπως η Αίγυπτος ιδιαίτερα επικίνδυνη: η κοιλάδα του Νείλου, που επί χιλιετίες εξασφάλιζε τη ζωή τόσων ανθρώπων, δυσκολεύεται τώρα να υποστηρίξει τις ανάγκες ενός πληθυσμού 80 εκατομμυρίων, που αναμένεται να φτάσει τα 120 πριν σταθεροποιηθεί. Κάπως έτσι βρέθηκε η Αίγυπτος, που είχε στηρίξει αυτοκρατορίες με την εξαγωγή σιταριού, στην ανάγκη να εισάγει τώρα σιτάρι.

Επέκταση των οικισμών στην Κοιλάδα του Νείλου, όπως φαίνονται από το τρένο Λουξόρ-Ασουάν.

Επέκταση των οικισμών στην Κοιλάδα του Νείλου. Ενώ οι ανάγκες σε νερό και γεωργική παραγωγή αυξάνονται ραγδαία με τη δημογραφική έκρηξη, οι οικιστικές ανάγκες που επίσης αυξάνονται στερούν πολύτιμη γεωργική γη.

Αυτό δεν είναι φυσικά το μόνο πρόβλημα που προκαλεί η ανθρώπινη επέμβαση. Το φράγμα του Ασουάν, ένα από τα πιο μεγαλεπήβολα σχέδια για την ανάπτυξη της Αιγύπτου, θεωρείται από πολλούς παράδειγμα κακού σχεδιασμού, που δημιούργησε ίσως περισσότερα προβλήματα από αυτά που σκόπευε να λύσει. Και δεν είναι μόνο ότι για να κατασκευαστεί χρειάστηκε η μετεγκατάσταση δεκάδων χιλιάδων Νουβίων σε κακές συνθήκες, ούτε το ότι σ’ αυτό το κλίμα μια επιφάνεια τέτοιας έκτασης έχει ως συνέπεια μεγάλες απώλειες νερού μέσω εξάτμισης.

Οι ετήσιες πλημμύρες του Νείλου πλέον εμποδίζονται με τη ρύθμιση της ροής από το φράγμα: οι πλημμύρες όμως ήταν αυτές που άφηναν πίσω τους στις γεωργικές εκτάσεις μια πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία ιλύ – η οποία τώρα συγκρατείται από το φράγμα. Το νερό που φτάνει άρα στους Αιγύπτιους αγρότες είναι πολύ πιο φτωχό σε θρεπτικά στοιχεία, πράγμα που με τη σειρά του τους αναγκάζει σε αυξημένη χρήση λιπασμάτων, δημιουργώντας ακόμα μια περιβαλλοντική επιβάρυνση για το Νείλο. Οι συνέπειες γίνονται αισθητές μέχρι το δέλτα του Νείλου και την ακτή της Μεσογείου, όπου λόγω μειωμένου φορτίου του ποταμού δεν αυξάνεται μόνο η διάβρωση των ακτών, αλλά μειώνονται και τα θρεπτικά στοιχεία στο νερό της θάλασσας – όχι ότι καλύτερο για την αλιεία.

Ο παρόχθιος πεζόδρομος στο Ασουάν (ανατολική όχθη) με την έρημο να ξεκινά σχεδόν άμεσα στη δυτική όχθη στο βάθος.

Ο ποταμός Νείλος στο Ασουάν, λίγο πιο βόρεια από το γνωστό φράγμα.

Αν βάλουμε στην εξίσωση και τις πιθανές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση που το ενδεχόμενο μειωμένης ποσότητας νερού (λόγω φραγμάτων στην Αιθιοπία) προκαλεί τέτοια ανησυχία στην Αίγυπτο. Το πράγμα γίνεται περίπλοκο λόγω της πρόσφατης Ιστορίας του διαμοιρασμού του νερού. Αυτή βασίζεται σε μια σύμβαση από το 1929, την εποχή της αποικιοκρατίας, που εξασφάλιζε στην Αίγυπτο το μεγαλύτερο ποσοστό στη χρήση του νερού του Νείλου (57%), καθώς και την ανάγκη έγκρισης απ’ αυτήν κάθε έργου που το αφορά στις ανάντη χώρες. Η σύμβαση ανανεώθηκε το 1959, αυξάνοντας το ποσοστό νερού για την Αίγυπτο – λίγο πριν την ανεξαρτησία των νοτιότερων αφρικανικών χωρών, ενώ η ήδη ανεξάρτητη Αιθιοπία δεν ρωτήθηκε καν. Για αρκετές δεκαετίες στη συνέχεια οι ανάντη χώρες ήταν δηλαδή υπόχρεες να τηρούν μια αποικιακή συμφωνία, την οποία οι ίδιες δεν είχαν υπογράψει κι από την οποία δεν είχαν κανένα όφελος – παρ’ όλο που το νερό του Νείλου προερχόταν από το έδαφός τους.

Όπως ήταν αναμενόμενο, με την αύξηση του πληθυσμού και τις αυξημένες ανάγκες αυτών των χωρών, κάποια στιγμή αυτό θα γινόταν πρόβλημα. Το 2010 κατέληξαν σε καινούρια συμφωνία για τη χρήση των νερών του Νείλου – την οποία η Αίγυπτος αρνήθηκε να δεχτεί. Για άλλη μια φορά, βλέπουμε πως τα σύγχρονα πολιτικά σύνορα, όταν δεν σέβονται τη φυσική γεωγραφία, αποδεικνύονται ανίκανα να εξασφαλίσουν μια σταθερότητα.

Απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη

Όπως ο Νείλος γέννησε τον πολιτισμό της Αρχαίας Αιγύπτου, έτσι και ο Τίγρης με τον Ευφράτη γέννησαν πολιτισμούς όπως το βαβυλωνιακό, το σουμεριακό, τον ασσυριακό. Πολιτισμούς που μας άφησαν επιτεύγματα όπως την πρώτη γραφή ή τους πρώτους νομικούς κώδικες στην ανθρώπινη Ιστορία.

Όπως όμως τα σύγχρονα σύνορα δημιουργούν προβλήματα στη χρήση του νερού του Νείλου, το ίδιο συμβαίνει με τον Τίγρη και τον Ευφράτη. Και οι δύο ποταμοί πηγάζουν στη νοτιανατολική Τουρκία, διασχίζουν την ανατολική Συρία και περνούν στο Ιράκ, μέχρι να ενωθούν ως ο ποταμός Σατ-αλ-Αράμπ και να εκβάλλουν στον Περσικό Κόλπο.  Αν όμως η προέλευση των νερών του Τίγρη είναι κάπως πιο ισορροπημένη (περίπου το μισό προέρχεται από παραπόταμους που πηγάζουν στην οροσειρά Ζάγρος, δηλαδή στο έδαφος του Ιράκ και του Ιράν, με το εδάφος της Τουρκίας να προσφέρει το υπόλοιπο), το νερό του Ευφράτη προέρχεται κατά 90% από τη βροχόπτωση στη νοτιοανατολική Τουρκία. Η ίδια η πεδιάδα της Μεσοποταμίας στη Συρία και το Ιράκ είναι μια περιοχή με ξηρό κλίμα, που συνεισφέρει ελάχιστα στη ροή αυτών των ποταμών – είναι όμως απόλυτα εξαρτημένη απ’ αυτήν τη ροή. Η Τουρκία βρίσκεται άρα στην πλεονεκτική θέση, να έχει στα χέρια της τον έλεγχο του νερού, που τόσο πολύ χρειάζονται οι νοτιότερες αραβικές χώρες.

Τίγρης Ευφράτης

Η λεκάνη απορροής του Τίγρη και του Ευφράτη – ο χρωματισμός της επιφάνειας αντιστοιχεί στο ύψος της βροχόπτωσης. Όπως φαίνεται, ενώ τα νερά των ποταμών προέρχονται από περιοχές που η βροχόπτωση μπορεί να ξεπερνά και τα 500mm, στην ίδια τη κοιλάδα της Μεσοποταμίας με την εντατική γεωργία αυτή δεν ξεπερνά τα 100 mm.  Πηγή εικόνας

Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη μέσω του φιλόδοξου τουρκικού προγράμματος GAP (Σχέδιο Νοτιοανατολικής Τουρκίας). Αυτό έχει μεγάλη πολιτική σημασία για την χώρα, αφού στοχεύει στην οικονομική ανάπτυξη του ιδιαίτερα προβληματικού νοτιοανατολικού τμήματος (βλέπε Κουρδικό). Το πρόγραμμα, που εφαρμόζεται από τη δεκαετία του ’80, συμπεριλαμβάνει την κατασκευή πολλών μεγάλων φραγμάτων στο Τίγρη και τον Ευφράτη, όχι μόνο για σκοπούς άρδευσης, αλλά και παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας.

Το Φράγμα Ατατούρκ στον ποταμό Ευφράτη, ένα από τα μεγαλύτερα που έχουν κτιστεί στα πλαίσια του GAP. http://www.natgeocreative.com/photography/529932

Το Φράγμα Ατατούρκ στον ποταμό Ευφράτη, ένα από τα μεγαλύτερα που έχουν κτιστεί στα πλαίσια του GAP.
Πηγή εικόνας

Όπως ήταν αναμενόμενο, σ’ αυτές τις κατασκευές αντιδρούν η Συρία και το Ιράκ, που είναι τόσο εξαρτημένες από τα νερά των δύο ποταμών. Η Τουρκία έχει επίγνωση της πολιτικής δύναμης που της δίνει η φυσική γεωγραφία. «Εσείς έχετε το πετρέλαιο, εμείς έχουμε το νερό» είναι η φράση που περιγράφει τη στάση της απέναντι στους Άραβες γείτονες τους.

Επίσημα φυσικά, η Τουρκία προσπαθεί να πείσει ότι η πολιτική της δεν στρέφεται ενάντια στους γείτονες, και μάλιστα εξασφαλίζει και σ’ αυτούς πλεονεκτήματα. Στην Τουρκία οι απώλειες νερού μέσω εξάτμισης είναι μικρότερες, άρα η κατασκευή φραγμάτων είναι προτιμότερο να γίνει εκεί. Και αυτή η κατασκευή είναι αναγκαία, ώστε να ρυθμίζεται η ροή των ποταμών, αλλιώς οι φυσικές διακυμάνσεις μπορεί να αποβούν καταστροφικές, όπως έγινε στο παρελθόν σε περιόδους ξηρασίας. Όπως και να ‘χει, τέτοια φράγματα δίνουν στην Τουρκία μεγάλη δύναμη, και φαίνεται ότι οι γείτονές της δεν την εμπιστεύονται ότι η χρήση της θα είναι σωστή.

Το θέμα γεννάει ένταση όχι μόνο στις σχέσεις Τουρκίας-Συρίας και Τουρκίας-Ιράκ, αλλά και Συρίας-Ιράκ. Το 1975 παρ’ ολίγο να οδηγήσει σε πόλεμο μεταξύ των δυο τελευταίων χωρών, όταν η Συρία αποφάσισε να κατασκευάσει αυτή φράγμα στον Ευφράτη. Όσο το πρόβλημα δεν λύνεται, θα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο. Και η λύση του θα είναι πολύ δύσκολη, όταν από τη μια αυξάνεται ο πληθυσμός, ενώ από την άλλη η κλιματική αλλαγή αναμένεται να κάνει το κλίμα ακόμα πιο ξηρό. Και με τη σημερινή κατάρρευση κρατών όπως το Ιράκ και η Συρία, υπάρχουν περισσότερα μέρη που πρέπει να συμφωνήσουν για τη διαχείριση των νερών – μεταξύ άλλων και το Ισλαμικό Κράτος.

Η αύξηση του πληθυσμού και η αυξημένη γεωργική χρήση του νερού σημαίνουν και μείωση της ποιότητάς του, μέσω της επιβάρυνσης από τα αστικά λύματα και τη γεωργία. Η υπερβολική χρήση αυτών των νερών απ’ όλες τις χώρες έχει όμως και άλλες κακές οικολογικές συνέπειες.  Η μείωση της ροής κοντά στις εκβολές του Σατ-αλ-Αράμπ οδηγεί στην εισροή αλμυρού νερού από τον Περσικό Κόλπο. Αυτό σημαίνει ότι το νερό του ποταμού γίνεται ουσιαστικά άχρηστο για τη γεωργία. Οι επιπτώσεις στη γεωργική παραγωγή ήδη γίνονται αισθητές. Ταυτόχρονα, καταστρέφεται και το οικοσύστημα των υγρότοπων στο νότιο Ιράκ, που ήταν κάποτε οι μεγαλύτεροι στη Μέση Ανατολή.

Οι Άραβες των Βάλτων κατοικούσαν για αιώνες στους υγρότοπους που σχηματίζονται κοντά στις εκβολές του Σατ-αλ-Αράμπ, πριν ο Σαντάμ Χουσέιν τους αποξηράνει για πολιτικούς κυρίως λόγους. Μετά την απομάκρυνση του, πραγματοποιήθηκε αρχικά η αναγέννηση των υγρότοπων. Σύντομα όμως αυτοί άρχισαν πάλι να συρρικνώνονται - αυτή τη φορά λόγω της μειωμένης ροής του Τίγρη και του Ευφράτη. http://news.nationalgeographic.com/2015/07/150709-iraq-marsh-arabs-middle-east-water-environment-world/

Οι Άραβες των Βάλτων κατοικούσαν για αιώνες στους υγρότοπους που σχηματίζονται στο σημείο που ενώνεται ο Τίγρης με τον Ευφράτη, πριν ο Σαντάμ Χουσέιν τους αποξηράνει για πολιτικούς κυρίως λόγους. Μετά την απομάκρυνσή του, έγινε αρχικά μια αναγέννηση των υγρότοπων. Σύντομα όμως αυτοί άρχισαν πάλι να συρρικνώνονται – αυτή τη φορά λόγω της μειωμένης ροής του Τίγρη και του Ευφράτη.
Πηγή εικόνας


Και ο Νείλος και ο Ευφράτης με τον Τίγρη είναι παραδείγματα του πόσο προβληματικά αποδεικνύονται τα σημερινά πολιτικά σύνορα. Αυτά χαράκτηκαν σε μια εποχή που το οικολογικό πρόβλημα δεν ήταν ακόμα τόσο έντονο, όταν τα νερά αυτών των ποταμών έφταναν άνετα για να ικανοποιήσουν τις περιορισμένες ανάγκες ενός ακόμα μικρού και φτωχού πληθυσμού. Με τη σημερινή οικονομική και δημογραφική ανάπτυξη, μοιάζουν πλέον ξεπερασμένα.

Η ανάγκη κεντρικού σχεδιασμού μιας κοινής διαχείρισης αυτών των φυσικών πόρων είναι ολοφάνερη. Είναι αρκετά πιθανό με την κλιματική αλλαγή και την επέκταση της ξηρής ζώνης προς τα βόρεια να βρεθούμε κι εμείς σύντομα αντιμέτωποι με ανάλογα προβλήματα. Καλύτερα να είμαστε από πριν έτοιμοι να τα αντιμετωπίσουμε.


Σχετικά άρθρα/βιβλία/ντοκυμαντέρ

Η ετοιμοθανατη Νεκρα Θαλασσα

Κλασσικό

Η Παλαιστίνη είναι μια περιοχή που μας είναι κατά κάποιον τρόπο οικεία. Αυτό είναι κυρίως λόγω της χριστιανικής παράδοσης, που έχει κάνει τοπωνύμια όπως Ιεροσόλυμα, Βηθλεέμ, Ναζαρέτ, Γαλιλαία, Ποταμός Ιορδάνης μέρος και της δική μας κουλτούρας. Ένα ρόλο παίζει φυσικά και το Παλαιστινιακό, που φροντίζει να κρατά την περιοχή μέσα στην παγκόσμια επικαιρότητα επί πολλές δεκαετίες – κάτι για το οποίο οι κάτοικοί της δεν έχουν και πολλούς λόγους να χαίρονται.

Λιγότερο γνωστό είναι ότι σ’ αυτήν την περιοχή συντελείται τα τελευταία χρόνια εκτός των άλλων και μια σημαντική οικολογική καταστροφή. Η στάθμη της Νεκράς Θάλασσας, της μεγαλύτερης λίμνης στην περιοχή, έχει κατεβεί 40 μέτρα από το 1950 και συνεχίζει να υποχωρεί κατά περίπου ένα μέτρο το χρόνο.

Νεκρά Θάλασσα: ένα μνημείο της Φύσης

Η Νεκρά Θάλασσα είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο για την υψηλή αλατότητά της, η οποία είναι τόσο υψηλή (34%, περίπου 10 φορές αυτή της Μεσογείου) που κάνει την ύπαρξη ζωής σχεδόν αδύνατη – εξ’ ου και το όνομα. Φυσικά όταν της αποδόθηκε ακόμα δεν είχαν ανακαλυφθεί τα βακτηρίδια που επιβιώνουν και σ’ αυτές τις συνθήκες. Πάντως ψάρια ή γενικά οργανισμούς ορατούς με το ανθρώπινο μάτι πράγματι δεν πρόκειται να συναντήσει κάποιος.

Ο λόγος για την εντυπωσιακά υψηλή αλατότητα είναι φυσικά το θερμό και ξηρό κλίμα, που έχει συνέπεια μια πολύ υψηλή εξάτμιση. Το περίεργο είναι όμως πώς σε τέτοιες κλιματικές συνθήκες μπορεί να επιβιώνει μια λίμνη τέτοιου μεγέθους.

Η απάντηση βρίσκεται στην ιδιαίτερη γεωλογία της περιοχής. Τόσο ο Ιορδάνης όσο και η Νεκρά Θάλασσα σημαδεύουν στην επιφάνεια της γης το όριο ανάμεσα σε δύο τεκτονικές πλάκες: την αραβική και την αφρικανική. Το όριο αυτό ανήκει στην κατηγορία των ρηξιγενών ζωνών μετασχηματισμού: εκεί δηλαδή οι πλάκες κινούνται παράλληλα η μια με την άλλη, αλλά σε αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό δημιουργεί ρήγματα, τα οποία στην επιφάνεια της γης εμφανίζονται ως τάφροι με μεγάλο βάθος: η επιφάνεια της Νεκράς Θάλασσας βρίσκεται συγκεκριμένα 429 μέτρα κάτω από το επίπεδο της θάλασσας (το χαμηλότερο σημείο ξηράς σε ολόκληρη τη γη) και έχει ακόμα βάθος 304 μέτρων.

Το Ρήγμα Μετασχηματισμού της Νεκράς Θάλασσας, με την παράλληλη κίνηση των τεκτονικών πλακών Δεξιά το ανάγλυφο που σχηματίζεται ως συνέπεια στην επιφάνεια της Γης. http://woodshole.er.usgs.gov/project-pages/dead_sea/tectonic.html

Το Ρήγμα Μετασχηματισμού της Νεκράς Θάλασσας, με την παράλληλη κίνηση των τεκτονικών πλακών Δεξιά το ανάγλυφο που σχηματίζεται ως συνέπεια στην επιφάνεια της Γης.
Πηγή εικόνας

Ταυτόχρονα, σε τέτοια όρια μπορούν να δημιουργηθούν ράχες παράλληλα μ’ αυτές τις τάφρους, όπως είναι π.χ. οι οροσειρές του Λιβάνου και Αντιλιβάνου. Αυτές λειτουργούν σαν παγίδα για τις βροχές που φέρνουν οι δυτικοί άνεμοι, προμηθεύοντας την περιοχή με περισσότερο νερό απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς σ’ ένα τέτοιο κλίμα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το νερό αυτό ρέει από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας στη λεκάνη της Νεκράς Θάλασσας, μέσα από τον ποταμό Ιορδάνη. Αυτό είναι το μυστικό για την παρουσία ενός τέτοιου υδάτινου όγκου εκεί που ίσως δεν θα το περίμενε κάποιος.

Η πορεία του ποταμού Ιορδάνη, από την κοιλάδα Χούλα στη Θάλασσα της Γαλιλαίας και από εκεί με κατάληξη στη Νεκρά Θάλασσα. http://www.seetheholyland.net/jordan-river/

Η πορεία του ποταμού Ιορδάνη, από την κοιλάδα Χούλα στη Θάλασσα της Γαλιλαίας και από εκεί με κατάληξη στη Νεκρά Θάλασσα.
Πηγή εικόνας

Ο αργός θάνατος

Σε μια τέτοια οριακή οικολογική κατάσταση, είναι λογικό ότι μια μικρή διαταραχή της οικολογικής ισορροπίας μπορεί να έχει δραματικές συνέπειες. Και αυτό συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με την εντατικοποίηση της γεωργίας. Η τελευταία είναι συνέπεια της αύξησης του πληθυσμού, αλλά έχει να κάνει και με την ιδιαίτερη ιστορία της περιοχής. Η ίδρυση του ισραηλινού κράτους συνδέθηκε με τον ερχομό της προόδου και της ανάπτυξης σε μια οικονομικά καθυστερημένη περιοχή. Το όραμα τοπίων στην έρημο που μεταμορφώνονται σε εύφορες κοιλάδες χάρη στην παρέμβαση του σύγχρονου ανθρώπου, ήταν μάλλον κι αυτό μέρος της σιωνιστικής ιδεολογίας. Οι Ισραηλινοί εισήγαγαν νωρίς σύγχρονες αρδευτικές τεχνολογίες για υδροβόρες καλλιέργειες και έδωσαν βάρος στον έλεγχο των κύριων υδάτινων πόρων της περιοχής. Δεν άργησαν φυσικά να τους μιμηθούν και τα γειτονικά κράτη στην εντατικοποίηση της γεωργίας.

Το πρώτο μεγάλο έργο που αποτέλεσε πλήγμα γι’ αυτή την ισορροπία ήταν η εκτροπή νερού της Θάλασσας της Γαλιλαίας από το Ισραήλ τη δεκαετία του ’50, με συνέπεια αυτό να μην καταλήγει στη Νεκρά Θάλασσα. Ακολούθησαν στη δεκαετία του ’70 η Συρία και η Ιορδανία με την εκτροπή του ποταμού Γιαρμούκ, παραπόταμου του Ιορδάνη. Οι υδροφορείς που προμηθεύουν τον Ιορδάνη και τη Νεκρά Θάλασσα με νερό συνεχίζουν από τότε να εξαντλούνται όλο και περισσότερο.

Αποτέλεσμα είναι η σημερινή κατάσταση: ο ποταμός Ιορδάνης μετατράπηκε σχεδόν σε ρυάκι, που κουβαλά μάλιστα κυρίως ανεπεξέργαστα λύματα και αλμυρό νερό. Το νερό που εισρέει στη Νεκρά Θάλασσα είναι πλέον ελάχιστο, όπως και να ‘χει πολύ λίγο για να καλύψει τις απώλειες από την υψηλή εξάτμιση, που φυσικά συνεχίζεται (και είναι πολύ πιθανό να ενταθεί στο μέλλον, λόγω της αλλαγής του κλίματος). Επίσης, η χρήση μεγάλου μέρους του νότιου τμήματος της λίμνης για εξόρυξη άλατος φέρνει επιπλέον απώλεια νερού μέσω εξάτμισης. Η συνέπεια ήταν αυτή η δραματική πτώση της στάθμης της επιφάνειας του νερού.

Νεκρά Θάλασσα ναυάγιο

Ναυάγιο στη Νεκρά Θάλασσα, που με την πτώση της στάθμης της βρέθηκε στην επιφάνεια. Πηγή εικόνας

Ένα ακόμα επικίνδυνο φαινόμενο που σχετίζεται με αυτή την πτώση είναι και η δημιουργία διάφορων κρατήρων κατά μήκος της όχθης της Νεκράς Θάλασσας. Με την πτώση της στάθμης των αλμυρών υπόγειων υδάτινων όγκων και την αντικατάστασή τους από βρόχινο γλυκό νερό διαλύονται τα στρώματα αλατιού στο υπέδαφος – με συνέπεια την καθίζηση περιοχών στην επιφάνεια. Τέτοιες τρύπες έχουν ήδη τα τελευταία χρόνια «καταπιεί» κομμάτια δρόμων, φοινικοφυτείες και κτήρια – ευτυχώς μέχρι στιγμής χωρίς ανθρώπινα θύματα.

Ένας από τους πολλούς κρατήρες που άνοιξαν τα τελευταία χρόνια κοντά στην ακτή ρης Νεκράς Θάλασσας λόγω της καθίζησης του εδάφους, καταπίνοντας κτήρια, φυτείες και δρόμους. http://www.dailymail.co.uk/news/article-3178902/Roads-caravans-swallowed-giant-sinkholes-appearing-Dead-Sea-shrinks.html

Ένας από τους πολλούς κρατήρες που άνοιξαν τα τελευταία χρόνια κοντά στην ακτή της Νεκράς Θάλασσας λόγω της καθίζησης του εδάφους, καταπίνοντας κτήρια, φυτείες και δρόμους.
Πηγή εικόνας

Το μέλλον της Νεκράς Θάλασσας

Μέχρι πρόσφατα επικρατούσε η θέση ότι μετά από μια συνέχιση της πτώσης, η επιφάνεια της λίμνης θα σταθεροποιούνταν σ’ ένα (αρκετά πιο χαμηλό) υψόμετρο. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν όμως ότι στο παρελθόν (πριν από περίπου 100.000 χρόνια) η Νεκρά Θάλασσα είχε ξεραθεί σχεδόν ολοκληρωτικά, από καθαρά φυσικά αίτια – άρα δεν αποκλείεται να ξαναγίνει και τώρα μέσω ανθρώπινης παρέμβασης.

Μια πιθανή λύση για το πρόβλημα παρουσιάστηκε τα τελευταία χρόνια: η μεταφορά νερού από την Ερυθρά Θάλασσα. Το Ισραήλ και η Ιορδανία προχώρησαν σε μια συμφωνία για την εφαρμογή αυτού του σχεδίου, που συμπεριλαμβάνει και ένα σταθμό αφαλάτωσης στον κόλπο της Ακάμπα στην Ερυθρά Θάλασσα. Το αφαλατωμένο νερό θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη γεωργία, ενώ η άλμη που απομένει από την επεξεργασία, και της οποίας η αλατότητα αντιστοιχεί περίπου σ’ αυτήν της Νεκράς Θάλασσας, θα μεταφέρεται προς αυτήν για να την εμπλουτίσει.

Το κανάλι που θα συνδέει την Ερυθρά με τη Νεκρά Θάλασσα, με βάση το σχέδιο που εγκρίθηκε. https://chronicle.fanack.com/specials/water/strategic-options/red-dead-canal/

Το κανάλι που θα συνδέει την Ερυθρά με τη Νεκρά Θάλασσα, με βάση το σχέδιο που εγκρίθηκε.
Πηγή εικόνας

Αυτή η προοπτική πάντως δέχτηκε έντονη κριτική. Όχι μόνο λόγω του υψηλού οικονομικού και του πιθανού οικολογικού κόστους (η ανάμιξη των νερών από τη Νεκρά και την Ερυθρά Θάλασσα θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες), αλλά και για πολιτικούς λόγους. Ένα τέτοιο μεγάλο έργο δεν θα μπορούσε να αφήσει ή να μείνει το ίδιο ανεπηρέαστο από το κύριο πολιτικό πρόβλημα της περιοχής, το Παλαιστινιακό. Πολλοί Παλαιστίνιοι βλέπουν το έργο με καχυποψία, αφού θεωρούν ότι ευνοεί πολιτικά το Ισραήλ εις βάρος τους και θα εντείνει τον ισραηλινό έλεγχο του νερού που δικαιωματικά τους ανήκει. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτό το θέμα είναι από τις σημαντικότερες πηγές έντασης στην περιοχή.

Όποιο και να είναι το τελικό αποτέλεσμα, η περίπτωση του Ιορδάνη και της Νεκράς Θάλασσας είναι κλασικό παράδειγμα της αλαζονείας του σύγχρονου ανθρώπου, που θεωρεί ότι το να μετατρέψεις μια άνυδρη περιοχή σε έναν κήπο της Εδέμ είναι, λόγω της επιστημονικής προόδου, απλό πράγμα. Αυτό είναι κάτι που πρέπει γενικά να προσέξουμε στην (έτσι κι αλλιώς οικολογικά ευαίσθητη) περιοχή μας. Είναι μάλλον καλύτερα να δώσουμε περισσότερο βάρος σε μια σωστή και μετριασμένη διαχείριση των φυσικών πόρων παρά σε φιλόδοξα σχέδια (υπερ-)εκμετάλλευσής τους.


Άρθρα/ντοκυμαντέρ

Η απειλη της ερημοποίησης στη Μεσογειο

Κλασσικό

Ίσως δεν το αντιλαμβάνονται όλοι οι κάτοικοι της περιοχής: έχουμε την ατυχία (ή τύχη) να ζούμε σε μια από τη φύση της οικολογικά ιδιαίτερα ευαίσθητη ζώνη. Γι’ αυτό υπάρχουν κλιματολογικοί, αλλά και γεωλογικοί/γεωμορφολογικοί λόγοι. Ακόμα και μικρές αλλαγές στην οικολογική ισορροπία, μπορεί να έχουν δραματικές συνέπειες για τα οικοσυστήματα της περιοχής – συνεπώς και για μας, αφού είτε μας αρέσει είτε όχι, είμαστε μέρος τους.

Κίνδυνος ανθρωπογενούς απερήμωσης (όσο πιο κόκκινος, τόσο πιο μεγάλος)

Κίνδυνος ανθρωπογενούς ερημοποίησης. Πηγή: http://www.nrcs.usda.gov

Το μεσογειακό κλίμα ουσιαστικά σημαίνει την εναλλαγή ανάμεσα στη ξηρή ζώνη του ψηλού βαρομετρικού της Σαχάρας, που το καλοκαίρι επεκτείνεται προς το Βορρά και καλύπτει και τις χώρες μας, και την υγρή ζώνη των κυκλώνων της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, που το χειμώνα επεκτείνεται αντίστοιχα προς το Νότο. Γι’ αυτό κι έχουμε την εναλλαγή ανάμεσα σε βροχερούς χειμώνες και ξηρά καλοκαίρια, που κάθε άλλο παρά τυπική για τον πλανήτη μας είναι. Ήδη αυτό από μόνο του είναι λίγο προβληματικός συνδυασμός, μια και την εποχή που υπάρχει μπόλικη ηλιακή ενέργεια για να φωτοσυνθέσουν τα φυτά (στα οποία, ας μην το ξεχνάμε, βασίζουμε την ύπαρξή μας), το επίσης αναγκαίο νερό είναι σε έλλειψη.

Ο κύριος κίνδυνος είναι όμως να επεκταθεί μόνιμα η ξηρή ζώνη της Σαχάρας προς το Βορρά, ως πιθανότατη συνέπεια μιας υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αυτό θα σήμαινε ότι θα υπήρχε πολύ λιγότερο διαθέσιμο νερό για τη γεωργία και για τα νοικοκυριά και θα έκανε την περιοχή της Μεσογείου δύσκολα κατοικήσιμη, τουλάχιστον με τη πληθυσμιακή πυκνότητα που έχει σήμερα (κι η οποία συνέχεια αυξάνεται). Γι’ αυτό κι η κλιματική αλλαγή είναι για τους κάτοικους της περιοχής μια ιδιαίτερα μεγάλη απειλή, που δεν είναι και πολύ στο χέρι μας να την ελέγξουμε, μια κι οι αιτίες της είναι παγκόσμιες.

Ο χάρτης δείχνει τις μεταβολές του ύψους της χειμερινής βροχόπτωσης συγκρίνοντας τα διαστήματα 1902-2010 και 1971-2010. Στις κόκκινες και πορτοκαλί περιοχές έχει σημειωθεί ιδιαίτερα μεγάλη μείωση.

Ο χάρτης δείχνει τις μεταβολές του ύψους της χειμερινής βροχόπτωσης συγκρίνοντας τα διαστήματα 1902-2010 και 1971-2010. Στις κόκκινες και πορτοκαλί περιοχές έχει σημειωθεί ιδιαίτερα μεγάλη μείωση. Πηγή: http://www.noaanews.noaa.gov

Πέρα απ’ αυτήν όμως, η ερημοποίηση ενισχύεται κι από άλλες διαδικασίες, οι οποίες έχουν στη ρίζα τους τον ντόπιο πληθυσμό. Τέτοιες είναι π.χ. η διάβρωση κι η αλάτωση του εδάφους, η υπερκατανάλωση νερού, η υπερβόσκηση, οι πυρκαγιές κι η αποψίλωση των δασών.

Εικόνα από τη κοιλάδα Μπεκάα, που θεωρείται ο σιτοβολώνας του Λιβάνου. Ο Λίβανος είναι η μοναδική χώρα της Μέσης Ανατολής χωρίς έρημο, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει σύντομα, με κοινωνικές κι οικονομικές συνέπειες. Κύρια αιτία θεωρείται η μειωμένη βροχόπτωση.

Εικόνα από τη κοιλάδα Μπεκάα, που θεωρείται ο σιτοβολώνας του Λιβάνου. Ο Λίβανος είναι η μοναδική χώρα της Μέσης Ανατολής χωρίς έρημο, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει σύντομα. Πηγή: http://www.dailystar.com.lb/News/Local-News/2012/Jul-04/179291-desertification-a-threat-to-the-bekaa.ashx#axzz3I01PD2mp

Το πρόβλημα της διάβρωσης του εδάφους μας φέρνει και στη δεύτερη ιδιαιτερότητα της περιοχής, που την κάνει ιδιαίτερα οικολογικά ευαίσθητη: το γεωλογικό/γεωμορφολογικό παράγοντα. Ο χώρος της Μεσογείου είναι γεωλογικά πολύ νέος. Δημιουργήθηκε ουσιαστικά με τη σύγκρουση της αφρικανικής με την ευρασιατική πλάκα, η οποία συνεχίζεται ακόμα: εξ’ ου κι η ακόμα έντονη σεισμική κι ηφαιστειακή δραστηριότητα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ένα πολύ έντονο ανάγλυφο (π.χ. η Ελλάδα είναι γεμάτη νησιά και ψηλά βουνά). Μεγάλες πεδιάδες είναι σπάνιες, που σήμαινε ότι αναγκαστικά η γεωργία έπρεπε να επεκταθεί και σε βουνοπλαγιές με απότομη κλίση.

Η απότομη κλίση όμως σε συνδυασμό με τη γεωργική δραστηριότητα ενισχύει τη διάβρωση του εδάφους. Και χωρίς έδαφος, δεν υπάρχει και πολλή βλάστηση, συνεπώς ούτε και γεωργία. Φυσικά με μια τόσο μακριά γεωργική παράδοση όπως αυτή της Ανατολικής Μεσογείου, οι γεωργοί έχουν αναπτύξει και μεθόδους για να περιορίζουν τη διάβρωση. Η πιο γνωστή είναι μάλλον οι αναβαθμίδες, πολύ χαρακτηριστικές για το μεσογειακό τοπίο. Στη σύγχρονη εποχή όμως, η εγκατάλειψη των ορεινών ή ημιορεινών περιοχών κι η εντατικοποίηση της γεωργίας σε περιορισμένες εκτάσεις, είχαν ως συνέπεια την εγκατάλειψη πολλών παλιών γεωργικών εκτάσεων. Παραμελήθηκαν έτσι και τα προστατευτικά μέτρα, με αποτέλεσμα την αύξηση της διάβρωσης. Κάτι που δείχνει ότι η παύση της γεωργίας δεν έχει κατ’ ανάγκη θετικές συνέπειες για το περιβάλλον, ενώ η προσεκτική γεωργική χρήση μπορεί αντίθετα να βοηθήσει στην προστασία του.

Διάβρωση ως συνέπεια της εγκατάλειψης των προστατευτικών αναβαθμίδων, ανάμεσα στα χωριά Πέρα Ορεινής και Αναλιόντας στην Κύπρο.

Διάβρωση ως συνέπεια της εγκατάλειψης των προστατευτικών αναβαθμίδων, ανάμεσα στα χωριά Πέρα Ορεινής και Αναλιόντας στην Κύπρο.

Η τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών έφερε αλλαγές στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, που γενικά είχε μάθει μέσα στους αιώνες να ζει με περιορισμένες ποσότητες νερού. Η κατασκευή φραγμάτων, η αφαλάτωση, η μεταφορά νερού μέσω αγωγών, η άντληση κοιτασμάτων απολιθωμένων νερών, έδωσαν τη ψευδαίσθηση ότι το νερό είναι ένα αγαθό περίπου ανεξάντλητο. Εκτός από τη ψηλότερη οικιακή και τουριστική κατανάλωση νερού, ενθαρρύνθηκαν έτσι και υδροβόρες καλλιέργειες, που δεν ταιριάζουν με το κλίμα της περιοχής, όπως η μπανάνα ή το βαμβάκι. Ακραίο παράδειγμα απ’ αυτήν την άποψη ήταν μάλλον το Ισραήλ. Μόνο που όλο αυτό το διαθέσιμο νερό αποδείχτηκε ότι τελικά δεν είναι ούτε αυτό ανεξάντλητο. Το αποτέλεσμα ήταν να μειώνονται τα αποθέματα νερού με μεγαλύτερο ρυθμό απ’ ότι αναπληρώνονται, ενώ μένοντας στο παράδειγμα του Ισραήλ είναι χαρακτηριστικό ότι η επιφάνεια της Νεκράς Θάλασσας μειώθηκε κατά 1/3 τα τελευταία 100 χρόνια. Ως τραγική ειρωνεία δηλαδή, η μεγαλύτερη διαθεσιμότητα νερού τελικά μάλλον συνεισέφερε στην ερημοποίηση.

Οι υδροβόρες καλλιέργειες όμως δεν ευνοούν την ερημοποίηση μόνο μ’ αυτόν τον άμεσο τρόπο. Υπάρχει και μια πιο έμμεση επίδραση: η αλάτωση των εδάφων. Σ’ ένα ημίξηρο κλίμα, όπως επικρατεί σε πολλά κομμάτια της Ανατολικής Μεσογείου (ακόμα και πιο βόρεια, όπως π.χ. στην Ουγγαρία και τη Ρουμανία), ακόμα και μια μικρή ποσότητα αλατών που περιέχουν τα αρδευτικά νερά μπορεί μέσω της εξάτμισης να παραμείνει στο έδαφος. Η επανάληψη της άρδευσης μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση αλατών, ειδικά σε αργιλώδη εδάφη με κακή στράγγιση, που επίσης συναντώνται συχνά στην περιοχή μας. Η αλάτωση των εδαφών τα αχρηστεύει σταδιακά κι άρα ευνοεί την ερημοποίηση. Σε παραθαλάσσιες περιοχές με γεωργική χρήση, αυτή η αλάτωση μπορεί να έρθει και με άλλο τρόπο: η εξάντληση των υδροφορέων μέσω των υδροβόρων καλλιεργειών οδηγεί στην υπόγεια εισροή θαλασσινού νερού. Τέτοια προβλήματα είχαν π.χ. στην Κύπρο η περιοχή της Μόρφου ή του Ακρωτηρίου, όπου αντιμετωπίστηκαν με μεγάλο κόστος.

'Εδαφος με αλάτωση. Πηγή: eusoils.jrc.ec.europa.eu

‘Εδαφος με συσσωρευμένα άλατα στην επιφάνειά του. Πηγή: eusoils.jrc.ec.europa.eu

Το ότι οι πυρκαγιές κι η αποψίλωση του δάσους επίσης συνεισφέρουν στην ερημοποίηση, είναι προφανές. Κατ’ αρχήν μέσω της καύσης μειώνεται η οργανική ύλη του εδάφους, άρα γίνεται και λιγότερο εύφορο. Η έλλειψη της βλάστησης σημαίνει όμως και λιγότερη προστασία απέναντι στη διάβρωση. Άρα δεν είναι μόνο η βλάστηση που χάνεται, αλλά και το έδαφος το οποίο είναι απαραίτητο για την αναγέννηση της βλάστησης – και για να ξαναδημιουργηθεί το έδαφος, μπορεί να χρειάζεται αιώνες. Η θαμνώδης βλάστηση που θεωρούμε χαρακτηριστική για τη Μεσόγειο είναι στην ουσία ένα υποβαθμισμένο στάδιο του φυσικού μεσογειακού δάσους, αποτέλεσμα της μακραίωνης ανθρώπινης επέμβασης και της απώλειας εδάφους που αυτή είχε σαν αποτελεσμα (ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για μια περιοχή με γεωργική παράδοση σχεδόν 10.000 χρόνων).

Όλοι οι προαναφερθέντες παράγοντες σχετίζονται λίγο-πολύ με το κλίμα και το φυσικό περιβάλλον της Μεσογείου. Είναι πολύ πιθανό ότι θα οδηγήσουν σε μια μειωμένη γεωργική παραγωγικότητα μέσα στις επόμενες δεκαετίες, με την οποία θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε. Το πιο απογοητευτικό όμως, είναι ότι δεν φαίνεται να υπάρχει αποτελεσματικό σχέδιο προστασίας των αγροτικών εκτάσεων, έτσι ώστε τουλάχιστον να περιοριστεί η ζημιά. Η επέκταση των οικισμών πάνω σε από γεωργική άποψη πολύτιμη γη συνεχίζεται – γη που η περιοχή μας δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει (αν θεωρήσουμε ότι άλλες την έχουν). Η σφράγιση έχει οριστεί δικαίως ως μία από τις 8 κύριες απειλές για την ποιότητα του εδάφους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Επέκταση των οικισμών στην Κοιλάδα του Νείλου

Επέκταση των οικισμών στην Κοιλάδα του Νείλου

Ιδιαίτερα προφανές είναι αυτό το πρόβλημα π.χ. στην κοιλάδα και το δέλτα του Νείλου, όπου συνεχίζεται αμείωτη η οικοδόμηση, αφαιρώντας από τη γεωργία εκτάσεις που λόγω των γεωγραφικών συνθηκών (γύρω υπάρχει μόνο έρημος) είναι αδύνατο να αναπληρωθούν. Αν όμως στην Αίγυπτο υπάρχει τουλάχιστον η δικαιολογία της αναπόφευκτης αύξησης του πληθυσμού, στην Ελλάδα ή στην Κύπρο δεν υπάρχει καμιά σημαντική δικαιολογία. Το μόνο που «έσωσε» προσωρινά κάπως την κατάσταση, ήταν ίσως η οικονομική κρίση κι η μείωση που αυτή έφερε στη οικοδομική δραστηριότητα. Το ότι όμως πολλοί συνεχίζουν να βλέπουν το μαζικό τουρισμό σαν κύριο μέσο εξόδου από την κρίση, δεν είναι και πολύ ενθαρρυντικό για το μέλλον των ακόμα ελεύθερων εκτάσεων.

Είναι προφανές ότι αυτά τα προβλήματα, που για την περιοχή είναι κυριολεκτικά θέμα ζωής ή θανάτου, είναι αδύνατον να αντιμετωπιστούν χωρίς σχεδιασμό και χωρίς ισχυρή παρέμβαση του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών απέναντι στην «ελεύθερη οικονομία». Για να γίνει όμως αυτό, θα χρειαστούν ριζικές αλλαγές στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο.


Χρήσιμη βιβλιογραφία/Χρήσιμοι συνδέσμοι:

Το μεταναστευτικο προβλημα

Κλασσικό

Το μεταναστευτικό είναι ένα πρόβλημα που μάλλον θα οξυνθεί και θα απασχολήσει τον κόσμο πολύ μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Ιδιαίτερα την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μέσα από την οποία περνάνε πολλές σημαντικές μεταναστευτικές οδοί.

Κατ’ αρχήν πρέπει να διορθωθεί η λάθος εντύπωση, ότι αυτό το πρόβλημα είναι κάτι που αφορά κυρίως τις ανεπτυγμένες χώρες του Βορρά, μια και αυτές δέχονται τα μεγαλύτερα μεταναστευτικά κύματα. Αντίθετα, όπως φαίνεται κι από τις στατιστικές, οι χώρες που υποδέχονται τους μεγαλύτερους αριθμούς μεταναστών, είναι συχνά μεταβατικές χώρες είτε εκτός Ευρώπης και Βόρειας Αμερικής (π.χ. Λίβανος, Ιορδανία, Λιβύη) είτε της ευρωπαϊκής περιφέρειας (π.χ. Ισπανία, Ιταλία, Κύπρος).

Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο προβληματική, αν σκεφτούμε ότι αυτές οι μεταβατικές χώρες έχουν και πιο περιορισμένες οικονομικές, κοινωνικές αλλά και οικολογικές δυνατότητες ένταξης αυτών των μεταναστών. Πολύ φανερό γίνεται αυτό π.χ. στο Λίβανο, τη χώρα που έχει επιβαρυνθεί περισσότερο από κάθε άλλη με την υποδοχή των προσφύγων του Συριακού Εμφυλίου. Όχι μόνο η χώρα πρέπει ακόμα να παλέψει με τα δικά τις έντονα οικονομικά και οικολογικά προβλήματα, που τα είχε και πριν αυξηθεί μέσω της μετανάστευσης ο πληθυσμός της κατά περίπου 20% μέσα σε 2-3 χρόνια. Αλλά και λόγω των λεπτών ισορροπιών ανάμεσα στις θρησκευτικές ομάδες, στις οποίες βασίζεται το πολιτικό σύστημα του Λιβάνου, μια τέτοια μετανάστευση θα μπορούσε να οδηγήσει μέσω της αλλοίωσης των δημογραφικών δεδομένων σε ακόμα μεγαλύτερη πολιτική αστάθεια, ακόμα και σε νέο εμφύλιο πόλεμο. Για να μην αναφέρουμε και το ότι οι περισσότερες κοινωνίες του ευρωπαϊκού Νότου βρίσκονται σε οικονομική κρίση: ανίκανες πλέον να απορροφήσουν οικονομικά τους μετανάστες, βρίσκονται αντιμέτωπες με όλο και πιο έντονα ρατσιστικά φαινόμενα, όπως βλέπουμε στην Ελλάδα με την απότομη άνοδο της Χρυσής Αυγής.

Πρέπει όμως να σκεφτούμε και το ερώτημα, αν αυτή η μετανάστευση είναι αναπόφευκτη. Κάποιοι προτείνουν ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί αν οι πλούσιες χώρες τις Δύσης βοηθήσουν (οικονομικά, αλλά όχι μόνο) τις χώρες προέλευσης. Έτσι ώστε να βελτιωθούν εκεί οι συνθήκες διαβίωσης και να μην υπάρχει λόγος μετανάστευσης. Μια τέτοια βοήθεια είναι σίγουρα αναγκαία (ποιος θα διαφωνούσε με αυτό), φοβάμαι όμως ότι με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να είναι αρκετή.

Ας πάρουμε το παράδειγμα της Αιγύπτου, που είναι η πολυπληθέστερη χώρα του αραβικού κόσμου. Σήμερα έχει έναν πληθυσμό 87 εκατομμυρίων, που με βάση τις εκτιμήσεις θα φτάσει τουλάχιστον τα 120 εκατομμύρια πριν αρχίσει να σταθεροποιείται – παρά την πολύ μειωμένη γεννητικότητα σε σχέση με το παρελθόν. Αυτή η χώρα βασίζει τη διατροφή της (και την ύπαρξή της) σε μια πολύ λεπτή λωρίδα καλλιεργήσιμης γης, την κοιλάδα του Νείλου. Οι δυνατότητες εντατικοποίησης της γεωργίας είναι και λόγω κλίματος από μικρές ως ανύπαρκτες, ενώ η αύξηση του πληθυσμού φέρνει και παραπάνω μείωση της (έτσι κι αλλιώς περιορισμένης) γεωργικής γης αλλά και μεγαλύτερη κατανάλωση του (επίσης περιορισμένου) νερού. Ήδη σήμερα η χώρα έχει φτάσει για πρώτη φορά στην ιστορία της να εισάγει σιτηρά – τρομακτικό για μια χώρα που έθρεψε με τη γεωργική της παραγωγή αυτοκρατορίες όπως τη Ρωμαϊκή, τη Βυζαντινή ή την Οθωμανική. Αν σ’ αυτά προσθέσουμε και την αναμενόμενη κλιματική αλλαγή, που θα κάνει το κλίμα της χώρας πιο θερμό και ξηρό, γίνεται φανερό ότι ένα σύστημα, που ήδη σήμερα είναι πολύ δύσκολα οικονομικά βιώσιμο, θα καταρρεύσει με έναν πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό (και λιγότερα έσοδα από τα εξαντλημένα πετρελαϊκά αποθέματα) – με απρόβλεπτες συνέπειες.

Ανάλογα προβλήματα, αν και ίσως λιγότερο έντονα, υπάρχουν στις περισσότερες χώρες της υποτροπικής ζώνης. Όχι μόνο αυτή η ζώνη χαρακτηρίζεται από αδύνατες οικονομίες, ιδιαίτερα ευαίσθητα οικοσυστήματα και είναι συχνά ήδη κορεσμένη σε πληθυσμό, αλλά αναμένεται να πληγεί ιδιαίτερα κι από την κλιματική αλλαγή. Σ’ αυτήν τη ζώνη ανήκουν και οι περιοχές της Νότιας Ευρώπης με μεσογειακό κλίμα – κάτι που σημαίνει ότι οι δυνατότητές τους για υποδοχή μεταναστών είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένες.

Όλα αυτά οδηγούν σε ένα μόνο συμπέρασμα: ότι η μεγάλη μετανάστευση είναι αναπόφευκτη και οι πιο κατάλληλες περιοχές για να την υποδεχτούν είναι οι πλούσιες χώρες της εύκρατης ζώνης (π.χ. Γερμανία, Σουηδία, Καναδάς)  – τόσο από οικονομική όσο και από οικολογική άποψη. Αυτό το έχουν μάλλον αντιληφθεί και μέρη των ελίτ αυτών των χωρών, επιθυμούν όμως να ελέγξουν αυτή τη διαδικασία, έτσι ώστε οι μετανάστες που θα υποδεχτούν να είναι εκλεκτοί (με ψηλό μορφωτικό επίπεδο) και περιορισμένοι σε αριθμό. Αυτό από την άλλη όμως θα έχει αρνητικές συνέπειες τόσο στις χώρες προέλευσης, που μέσω μιας διαδικασίας brain drain θα χάσουν το καλύτερο ανθρώπινο δυναμικό για την ανάπτυξη της χώρας τους, όσο και στις μεταβατικές χώρες (μεταξύ αυτών η Ελλάδα και η Κύπρος), που στα μάτια των βόρειων χωρών θα λειτουργούν κάπως σαν ανθρώπινος σκουπιδοτενεκές: θα είναι δηλαδή υποχρεωμένες να συντηρούν τους μετανάστες που οι βόρειες χώρες κρίνουν ότι δεν μπορούν να αφομοιώσουν. Γι’ αυτό εξάλλου υπάρχουν και ευρωπαϊκοί κανονισμοί όπως το Δουβλίνο ΙΙ. Εννοείται ότι μια τέτοια κατάσταση θα κάνει πιο δύσκολη την ισότιμη ένταξη αυτών των μεταναστών στις κοινωνίες των μεταβατικών χωρών και θα δυναμώσει τις ρατσιστικές τάσεις ή τα φαινόμενα τύπου Μανωλάδας.

Είναι φανερό ότι η κοινωνία των πολιτών δεν πρέπει να αποδεχτεί μια τέτοια κατάσταση, από την οποία μόνο οι ήδη ανεπτυγμένες χώρες μπορούν να ωφεληθούν και να συντηρήσουν το χάσμα ανάμεσα σ’ αυτές και τις λιγότερο ανεπτυγμένες. Γι’ αυτό είναι απαραίτητα τα δίκτυα που θα υποστηρίξουν τη μετανάστευση στις βόρειες χώρες – ιδίως των κοινωνικών στρωμάτων που αυτές αρνούνται να υποδεχτούν.