Charlie Hebdo και ο πολεμος των πολιτισμων

Κλασσικό

Μετά τα πρόσφατα γεγονότα στο Παρίσι, πρέπει ίσως να παραδεχτούμε ότι οι αντιδράσεις των ευρωπαϊκών πολιτικών ελίτ ήταν σχετικά προσεκτικές. Με θλιβερή εξαίρεση το Σαμαρά, ο οποίος βρήκε την ευκαιρία να χρησιμοποιήσει το περιστατικό στον προεκλογικό του αγώνα, γενικά φαίνεται να απέφυγαν – τουλάχιστον προς το παρόν – να δώσουν διάσταση «πολιτισμικού πολέμου» («διαφωτισμένοι Ευρωπαίοι» εναντίον «φανατικών Μουσουλμάνων») και να ποντάρουν στα ξενοφοβικά αισθήματα των πληθυσμών τους.

Δυστυχώς, αυτό δε σημαίνει ότι τέτοιες σκέψεις δεν περνούν από το μυαλό των Ευρωπαίων πολιτών. Αυτό φαίνεται κι από το ότι αναφέρεται ως περίεργο που ένας από τους νεκρούς αστυνομικούς ήταν Μουσουλμάνος, περίπου σαν να ήταν λάθος των δολοφόνων. Προφανώς ο κόσμος ξεχνά ή αγνοεί ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ανά τον κόσμο θυμάτων των φανατικών ισλαμιστών είναι οι κι ίδιοι Μουσουλμάνοι, όχι κατ’ ανάγκη λιγότερο θρήσκοι: στη Συρία, τη Λιβυή, το Ιράκ, το Πακιστάν ή το Αφγανιστάν. Για όλα αυτά τα χιλιάδες θύματα η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη δεν ενδιαφέρεται και πολύ. Εξαίρεση είναι μάλλον όταν οι φανατικοί ισλαμιστές δολοφονούν μη-Μουσουλμάνους.

Ας αφήσουμε όμως κατά μέρος τις αντιφάσεις στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, που εξεγείρεται όταν φανατικοί ισλαμιστές διαπράττουν μια τέτοια δολοφονία (με σχετικά λίγα θύματα), αδιαφορεί όμως όταν εκατοντάδες μετανάστες που προσπαθούν ακριβώς να ξεφύγουν από τους ίδιους φανατικούς πνίγονται στα νερά της Μεσογείου – ως αποτέλεσμα της πολιτικής που ακολουθούν οι εκλεγμένοι της ηγέτες στο όνομά της. Το θέμα είναι ότι πολλοί Ευρωπαίοι ερμηνεύουν γεγονότα όπως αυτά του Παρισίου ως μέρος ενός «πολέμου πολιτισμών». Κάτι που δυστυχώς δεν άφησε ανεπηρέαστη και την Ελλάδα – πριν λίγες μέρες είδα σε ελληνική εφημερίδα άρθρο με ακριβώς αυτόν τον τίτλο.

Φαινόμενα όπως η άνοδος λαϊκιστικών κινημάτων με ακροδεξιές τάσεις συνδέονται μ’ αυτό. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι π.χ.  το νεογέννητο κίνημα PEGIDA στη Γερμανία, που ακόμα και στο ίδιο του το όνομα («Πατριώτες Ευρωπαίοι Ενάντια στον Εξισλαμισμό Της Δύσης») δηλώνει την πίστη στην ύπαρξη αυτού του πολέμου των πολιτισμών. Χαρακτηριστικό αυτών των κινημάτων είναι ότι σε αντίθεση με την παραδοσιακή ακροδεξιά δεν είναι εχθρικά σε αξίες όπως η δημοκρατία, η ελευθερία του λόγου, ακόμα κι η αποδοχή των ομοφυλοφίλων. Αντίθετα, παρουσιάζουν τους εαυτούς τους σαν τους υπερασπιστές ακριβώς αυτών των αξιών – απέναντι στους οπισθοδρομικούς μουσουλμάνους μετανάστες. Κι όση αντίδραση σ’ αυτό κι αν υπάρχει, δεν μπορεί κανείς να κλείσει τα μάτια μπροστά στην πέραση που έχουν αυτές οι ιδέες σε πολλούς Ευρωπαίους πολίτες, ακόμα και μορφωμένους.

Η κατά Χάντινγκτον σύγκρουση των πολιτισμών

Πολλοί έχουν ακούσει για τον Σάμιουελ Χάντινγκτον και τις θεωρίες του. Σε αντίθεση με άλλους που προέβλεπαν ότι με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έρχεται και το «τέλος της Ιστορίας», ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας είχε ήδη μιλήσει από το 1993 για την επερχόμενη «σύγκρουση των πολιτισμών». Αυτή θα αντικαθιστούσε τις μέχρι τώρα κυρίαρχες ιδεολογικές συγκρούσεις, που χαρακτήριζαν τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.

Για να στοιχειοθετήσει τη θεωρία του, ο Χάντινγκτον χώρισε τον πλανήτη σε 9 πολιτιστικές περιοχές, αναμένοντας τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσά τους να είναι η κύρια πηγή συγκρούσεων. Σαν κύριο στοιχείο διαχωρισμού φαίνεται να θεωρεί τη θρησκεία. Ας σημειωθεί για τους φιλοδυτικούς Έλληνες θαυμαστές των ιδεών του, ότι την Ελλάδα και την Κύπρο δεν τις κατατάσσει στο «δυτικό κόσμο», αλλά στο «σλαβο-ορθόδοξο».

Οι πολιτισμικές περιοχές του κόσμου, κατά το Σάμιουελ Χάντιγκτον.

Οι πολιτισμικές περιοχές του κόσμου, κατά το Σάμιουελ Χάντινγκτον. Πηγή: library.buffalo.edu

Ήδη τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας ο Χάντινγκτον τον ερμήνευσε ως επιβεβαίωση των θεωριών του. Εκεί συγκρούονταν ο ορθόδοξος με το δυτικό και τον ισλαμικό κόσμο, στην περιοχή που αυτοί συνόρευαν ο ένας στον άλλο. Η θέση που πήραν οι εξωτερικοί παράγοντες (Γερμανία υπέρ των Κροατών, Ελλάδα και Ρωσία υπέρ των Σέρβων, Τουρκία υπέρ των Μουσουλμάνων) έμοιαζε να ενισχύει αυτήν τη θέση. Κι αν ζούσε σήμερα ο Χάντινγκτον, σίγουρα θα έβλεπε και τη σύγκρουση στην Ουκρανία (στην οποία έιχε αναφερθεί στο βιβλίο του πολύ πριν ξεσπάσει) σαν πανηγυρική επιβεβαίωση. Εννοείται φυσικά ότι με ανάλογο τρόπο θα έβλεπε και τα γεγονότα στο Παρίσι.

Φυσικά οι θεωρίες του Χάντινγκτον αντιμετώπισαν – δικαίως – και έντονη κριτική. Εξάλλου είναι καθαρό ότι έχουν ένα δυνατό αντιδραστικό στοιχείο μέσα τους: με τον τρόπο που ο Χάντιγκτον αρνείται τον ιδεολογικό χαρακτήρα των παγκόσμιων συγκρούσεων, είναι λες και γυρίζει τον κόσμο μερικούς αιώνες πριν. Παρ’ όλα αυτά μοιάζουν να είναι κι ένα είδος αυτοεκπληρούμενης προφητείας: όσο περισσότεροι πείθονται να δουν τον κόσμο απ’ αυτήν την οπτική γωνία, τόσο περισσότερο γίνονται κι αυτές οι «πολιτισμικές συγκρούσεις» πραγματικότητα που δεν μπορούμε να την αγνοήσουμε.

Το πιο πιθανό είναι ότι πολλοί απ’ αυτούς που ερμηνεύουν την πραγματικότητα με βάση την ιδέα των πολιτισμικών συγκρούσεων αγνοούν το θεωρητικό υπόβαθρό της. Ο Χ ‘Ελληνας αρθρογράφος που δημοσιεύει ένα άρθρο με τίτλο «Πόλεμος των πολιτισμών» για να περιγράψει μια δολοφονία από μια μικρή ομάδα παρανοϊκών φανατικών στη Γαλλία, μπορεί να μην έχει ακούσει ποτέ το όνομα «Σάμιουελ Χάντινγκτον». ‘Η να μην αντιλαμβάνεται καθόλου τις συνέπειες που έχει αυτός ο τρόπος σκέψης.

Κι όμως, αν είχε κάποιος ασχοληθεί σοβαρά με τις θεωρίες του Χάντινγκτον, θα αντιλαμβανόταν και τον κίνδυνο που περιέχουν ειδικά για χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος. Γιατί είτε κάποιος βλέπει την Ελλάδα και την Κύπρο ως μέρος του «δυτικού κόσμου» είτε ως του «ορθόδοξου κόσμου», ένα είναι το σίγουρο: ότι ζούμε κοντά στις διαχωριστικές γραμμές αυτών των πολιτισμικών περιοχών. Δηλαδή σε ένα χώρο που η μοίρα του είναι κατά το Χάντινγκτον να εμπλέκεται σε τέτοιες πολιτισμικές συγκρούσεις – με κόστος σε ανθρώπινες ζωές.

Αυτός είναι ο λόγος που ένας κάτοικος της Ελλάδας ή της Κύπρου με στοιχειώδη πατριωτισμό πρέπει να ανατριχιάζει μόνο κι όταν ακούει τέτοιες φράσεις όπως «σύγκρουση των πολιτισμών».  Αλλά όσο αληθινές κι αν μοιάζουν αυτές οι θεωρίες, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι είναι μόνος ένας τρόπος για να ερμηνεύσουμε τον κόσμο, ένας από τους πολλούς που υπάρχουν.

Αν δούμε π.χ. την περίπτωση του Κυπριακού: μπορεί κάποιος να τη δει σαν σύγκρουση του ορθόδοξου και του ισλαμικού κόσμου κατα μήκος της διαχωριστικής τους γραμμής – ή σε μια παραλλαγή που θα άρεσε σε όσους ονειρεύονται την πλήρη ένταξή μας στη Δύση, του δυτικού και του ισλαμικού κόσμου. Σίγουρα οι ανά τον κόσμο (συνειδητά ή όχι) οπαδοί του Χάντινγκτον, που συχνά ούτε ξέρουν ούτε τους ενδιαφέρει να μάθουν περισσότερες λεπτομέρειες για την Κύπρο, το βλέπουν με τέτοιο τρόπο. Αυτό το διαπίστωσα κι εγώ ο ίδιος στο εξωτερικό – και δυστυχώς όχι μόνο εκεί.

Θα μπορούσε όμως κάποιος να αναφέρει ότι παρά τις όποιες (έτσι κι αλλιώς μάλλον μικρές) πολιτισμικές διαφορές Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αυτοί είναι από πολιτισμική άποψη πολύ πιο κοντά ο ένας στον άλλο απ’ ό,τι π.χ. στους Ρώσους ή στους Πακιστανούς αντίστοιχα, ότι πολλοί απ’ αυτούς που εμπλέκονταν στη σύγκρουση είχαν ελάχιστη αίσθηση ότι ανήκουν σε τέτοιους «κόσμους», ότι η θέση που πήραν εξωτερικοί παράγοντες ελάχιστα ταυτιζόταν με τη θρησκεία. Ή ακόμα ότι ανάλογες συγκρούσεις, όχι μικρότερης έντασης, υπήρξαν και υπάρχουν και μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων/Σλαβομακεδόνων, ή μεταξύ Τούρκων και Κούρδων.

Τελικά είναι εμείς που επιλέγουμε με ποιον τρόπο θα ερμηνεύσουμε την πραγματικότητα γύρω μας. Αλλά ταυτόχρονα η επιλογή μας έχει συνέπειες και στη διαμόρφωση αυτής της πραγματικότητας.

Ντονμεδες: αναμεσα στο ισλαμ και τον εβραϊσμο

Κλασσικό

Στη σύγχρονη Τουρκία, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο να «αποκαλύπτεται» δημόσια η εβραϊκή ταυτότητα γνωστών προσώπων – ιδιαίτερα όταν πρόκειται για πολιτικούς εχθρούς. Ένα από τα πιο διαδεδομένα βιβλία στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια αφορούσε τις υποτιθέμενες εβραϊκές ρίζες του Ερντογάν και της γυναίκας του – «προφανώς» μέρος μιας εβραϊκής συνωμοσίας για να αποδυναμωθεί η Τουρκία μέσω της διάλυσης του κοσμικού συστήματος. Αντίστοιχα από την άλλη πλευρά, εκδόθηκαν βιβλία που «αποδείκνυαν» την εβραϊκή ταυτότητα μελών της κοσμικής ελίτ, ενώ ήδη από παλιά υπάρχει σε ισλαμιστικούς κύκλους η φήμη, με βάση την οποία ο κρυπτο-Εβραίος Ατατούρκ ως μέρος (μιας ακόμα) εβραϊκής συνομωσίας διέλυσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία και το Χαλιφάτο.

Σίγουρα η αντιεβραϊκή συνωμοσιολογία δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της τουρκικής κοινωνίας. Υπάρχει όμως ίσως και κάποιος ιστορικός λόγος, που η κατηγορία περί κρυπτο-εβραϊκότητας επανέρχεται τόσο συχνά στον τούρκικο δημόσιο λόγο;

Ο Σαμπετάι Σεβί κι οι ακόλουθοί του

Η οθωμανική Σμύρνη τον 17ο αιώνα μετατρεπόταν από μια μικρή κι ασήμαντη, καθαρά τουρκική-μουσουλμανική πόλη, σε ένα αναπτυσσόμενο εμπορικό κέντρο της Αυτοκρατορίας, με πολυθρησκευτικό και πολυεθνικό χαρακτήρα. Στο τέλος του αιώνα οι μη μουσουλμανικές κοινότητες ήδη ήταν το μισό του συνολικού πληθυσμού της πόλης.

Σ’ αυτήν την πόλη γεννήθηκε ο Σαμπετάι Σεβί (1626-1676), ραββίνος στην τοπική εβραϊκή κοινότητα. Διαδεδομένα τότε στην Αυτοκρατορία ήταν διάφορα θρησκευτικά κινήματα με ετερόδοξο χαρακτήρα. Σ’ αυτό το περιβάλλον, ο Σαμπετάι «αποκαλύφθηκε» το 1648 στους Εβραίους οπαδούς του ως ο Μεσσίας. Ταξιδεύοντας συνεχώς στις οθωμανικές κτήσεις, επέκτεινε την επιρροή του σε πολλά σημαντικά εβραϊκά κέντρα της εποχής: Κάιρο, Αλεξάνδρεια, Θεσσαλονίκη, Ιερουσαλήμ.

Ο Σαμπετάι Σεβί. Πηγή: www.thejc.com

Ο Σαμπετάι Σεβί.
Πηγή: http://www.thejc.com

Αυτή η εξέλιξη δεν άρεσε φυσικά στους άλλους Εβραίους ραββίνους, που προσπάθησαν να τον πολεμήσουν με ότι μέσο διέθεταν. Όταν το 1665 ο Σαμπετάι εκδηλώθηκε και δημόσια ως Μεσσίας, αυτό ανησύχησε ακόμα και την οθωμανική διοίκηση. Οι οθωμανικές αρχές τον συνέλαβαν και του δόθηκε η επιλογή, είτε να εκτελεστεί, είτε να πραγματοποιήσει ένα θαύμα (ως απόδειξη του ότι είναι Μεσσίας), είτε να προσχωρήσει στο Ισλάμ. Ο Σαμπετάι επέλεξε το τελευταίο – και στο εξής θα άκουγε στο όνομα Αζίζ Μεχμέτ.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχασε και την επαφή με όλους τους οπαδούς του. Αν και πολλοί απογοητεύτηκαν και τον εγκατέλειψαν, άλλοι τον ακολούθησαν στην προσχώρηση στο Ισλάμ. Κρυφά ακολουθούσαν ένα μάλλον συγκρητιστικό δόγμα, βασισμένο σ’ έναν κατάλογο με 18 εντολές και με επιρροές τόσο από τον εβραϊκό όσο και το μουσουλμανικό μυστικισμό. Οι άνθρωποι αυτοί, πρώην Εβραίοι και νυν Μουσουλμάνοι (τουλάχιστον επιφανειακά), ονομάστηκαν από τον έξω κόσμο Ντονμέδες (δηλαδή αποστάτες), αν κι οι ίδιοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους Μααμινίμ (=πιστοί). Έμελλε να επιβιώσουν ως ομάδα τουλάχιστον για μερικούς αιώνες.

Από το θάνατο του Σεβί μέχρι τους Νεότουρκους

Όταν ο Σαμπετάι Σεβί πέθανε, οι Ντονμέδες δεν αριθμούσαν πάνω από μερικές εκατοντάδες οικογένειες: κυρίως στην Αδριανούπολη, τη Σμύρνη και την Προύσα. Η κοινότητα μεγάλωσε όμως στη συνέχεια χάρη σε νέους εξισλαμισμούς, ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη αυτή θα γινόταν σύμβολο για τους Ντονμέδες, σε σημείο που στα τούρκικα η λέξη «Σελανικλί» (Σαλονικιός) να γίνει συνώνυμη του Ντονμέ.

Το Γενί Τζαμί στη Θεσσαλονίκη, κτισμένο το 1902, ήταν χώρος λατρείας κυρίως για τους ντονμέδες, μέχρι και την ανταλλαγή πληθυσμών. Σήμερα χρησιμοποιείται ως Αρχαιολογικό Μουσείο.

Το Γενί Τζαμί στη Θεσσαλονίκη, κτισμένο το 1902, ήταν χώρος λατρείας κυρίως για τους ντονμέδες, μέχρι και την ανταλλαγή πληθυσμών. Σήμερα χρησιμοποιείται ως Αρχαιολογικό Μουσείο.

Τμήμα της διακόσμησης από το Γενί Τζαμί: η ομοιότητα με το αστέρι του Δαβίδ μπορεί να είναι τυχαία, μπορεί και όχι.

Τμήμα της διακόσμησης από το Γενί Τζαμί: η ομοιότητα με το αστέρι του Δαβίδ μπορεί να είναι τυχαία, μπορεί και όχι.

Η μυστικότητα των θρησκευτικών τους πρακτικών (ανάλογη με άλλες ετερόδοξες κοινότητες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως οι Αλεβίτες) σημαίνει ότι δεν ξέρουμε πολλά γι’ αυτές σήμερα. Φαίνεται ότι τηρούσαν τόσο εβραϊκές όσο και μουσουλμανικές παραδόσεις, με συνέπεια να τους βλέπουν κι οι δύο κοινότητες με δυσπιστία: οι Εβραίοι τους θεωρούσαν αποστάτες, ενώ οι Μουσουλμάνοι αμφισβητούσαν την ειλικρίνεια του εξισλαμισμού τους. Σαν γλώσσα στις θρησκευτικές τους λειτουργίες φαίνεται ότι χρησιμοποιούσαν αρχικά τα εβραϊκά, μετά τα εβραιο-ισπανικά (Λαντίνο) και τέλος (στην τελευταία περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) τα τούρκικα.

Σύντομα μετά το θάνατο του Σαμπετάι Σεβί, οι Ντονμέδες διασπάστηκαν σε τρεις υπο-ομάδες. Για αιώνες, παντρευόντουσαν μόνο μεταξύ τους: φαίνεται μάλιστα ότι γάμοι γίνονταν μόνο στους κόλπους της κάθε υπο-ομάδας. Λειτουργούσαν δηλαδή σαν εντελώς κλειστές κοινότητες. Στη Θεσσαλονίκη ζούσαν στη δική τους συνοικία, ανάμεσα στις εβραϊκές και τις μουσουλμανικές, και είχαν δικό τους νεκροταφείο και σχολεία. Πολλοί δραστηριοποιήθηκαν στον τομέα του εμπορίου, έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στην παιδεία και γενικά πολλοί ανέβηκαν κοινωνικά. Στις αρχές του 20ού αιώνα φαίνεται ότι υπήρχαν πάνω από 10.000 ντονμέδες στη Θεσσαλονίκη.

Ενδιαφέρον είναι το ότι αρκετοί Ντονμέδες συμμετείχαν στις επαναστατικές διεργασίες της ύστερης οθωμανικής περιόδου – ίσως όχι περίεργο, για μια κοινότητα της οποίας η ίδια η δημιουργία είχε επαναστατικά χαρακτηριστικά. Παράδειγμα είναι το κίνημα των Νεότουρκων: ο Δρ. Ναζίμ ήταν ένας από τους κύριους ιδεολόγους του κινήματος, ενώ ο Μεχμέτ Τζαβίντ Μπέης έφτασε μέχρι και τη θέση του Υπουργού Οικονομικών στη νεοτουρκική κυβέρνηση – κι οι δυο ήταν απόγονοι γνωστών ντονμέδικων οικογενειών. Φαίνεται ότι πολλοί Ντονμέδες έτειναν προς την υποστήριξη του διαχωρισμού κράτους-θρησκείας και του προοδευτικού τουρκικού εθνικισμού: ακόμα μια αναλογία με άλλες ετερόδοξες κοινότητες όπως οι Αλεβίτες. Αυτό πάντως μάλλον συνέβαλε στην εχθρότητα εναντίον τους από συντηρητικούς Μουσουλμάνους, ενώ από την άλλη οι πιο ρατσιστές εθνικιστές δύσκολα τους δέχονταν, λόγω του «μη τούρκικου αίματός» τους.

Οι Ντονμέδες στη σύγχρονη Τουρκία

Στην ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών το 1924, οι Ντονμέδες θεωρήθηκαν ως Μουσουλμάνοι κι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Θεσσαλονίκη, με πιο συχνούς προορισμούς την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη. Το κατά πόσο επιβιώνουν μέχρι σήμερα ως κοινότητα, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί, αφού οι ίδιοι προτιμούν να αποφεύγουν τη δημοσιότητα. Γενικά πάντως επιδίωξαν την πλήρη ένταξή τους στο νέο τούρκικο έθνος, μάλιστα άρχισαν να παντρεύονται κι εκτός της κοινότητάς τους, με άλλους Τούρκους μουσουλμάνους. Και, θεωρητικά τουλάχιστον, το νέο κοσμικό πλαίσιο της Τουρκικής Δημοκρατίας του Ατατούρκ έδωσε και στους Ντονμέδες τη δυνατότητα να γίνουν αποδεκτοί ως πλήρες μέλος του τουρκικού έθνους.

Το νεκροταφείο Μπιουλμπιουλντερέ στο Σκούταρι της Κωνσταντινούπολης, όπου θάφτηκαν πολλοί από τους Ντονμέδες που ήρθαν από τη Θεσσαλονίκη κατά την ανταλλαγή. Σε αντίθεση με άλλα μουσουλμανικά νεκροταφεία, κάποιοι τάφοι έχουν φωτογραφίες των νεκρών. Πηγή: www.uskudaristanbul.com

Το νεκροταφείο Μπιουλμπιουλντερέ στο Σκούταρι της Κωνσταντινούπολης, όπου θάφτηκαν πολλοί από τους Ντονμέδες που ήρθαν από τη Θεσσαλονίκη κατά την ανταλλαγή. Σε αντίθεση με άλλα μουσουλμανικά νεκροταφεία, κάποιοι τάφοι έχουν φωτογραφίες των νεκρών.
Πηγή: http://www.uskudaristanbul.com

Κι όμως, το 1942 οι διακρίσεις εναντίον τους εμφανίστηκαν με τον πιο επίσημο τρόπο. Εκείνη τη χρονιά επιβλήθηκε ο Φόρος Κεφαλαίου. Θεωρητικά δικαιολογήθηκε με τη δύσκολη οικονομική κατάσταση λόγω Παγκοσμίου Πολέμου. Κατά την επιβολή του όμως, οι πολίτες της Δημοκρατίας χωρίστηκαν – παρά τις διακηρύξεις περί ισότητας – σε τρεις κατηγορίες: τους Μουσουλμάνους, τους μη-Μουσουλμάνους και τους Ντονμέδες. Οι μη-Μουσουλμάνοι πλήρωσαν το τετραπλάσιο ποσοστό ως φόρο σε σχέση με τους Μουσουλμάνους, ενώ οι Ντονμέδες το διπλάσιο.

Η διαφορετική φορολόγηση των Ντονμέδων σε σχέση τόσο με τους Μουσουλμάνους όσο και με τους αλλόθρησκους, λέει πολλά. Δείχνει ότι οι τούρκικες ελίτ δεν τους έριχναν στο ίδιο επίπεδο με τους Χριστιανούς ή τους Εβραίους, αλλά δεν τους εμπιστευόντουσαν κι εντελώς ως ομοεθνείς. Στη συνέχεια αυτός ο φόρος καταργήθηκε. Παρ’ όλα αυτά, είναι ενδιαφέρον όχι μόνο ότι υπήρξε αλλά και το πώς εφαρμόστηκε: πώς ήξεραν οι τούρκικες αρχές ποιος είναι ντονμές, από την στιγμή που αυτοί δεν υπήρχαν καν ως αναγνωρισμένη θρησκευτική κοινότητα;

Αυτή ήταν μάλλον η πρώτη και τελευταία φορά που το τούρκικο κράτος αντιμετώπισε τους Ντονμέδες ως ξεχωριστή ομάδα. Πάντως η δυσπιστία απέναντι τους δεν εξαφανίστηκε ούτε μετά τον πόλεμο – ιδιαίτερα ακροδεξιοί εθνικιστές ή ισλαμιστές επιτίθενται κατά καιρούς στους Ντονμέδες, τους οποίους εντάσσουν μαζί με άλλες ομάδες (Εβραίοι, Μασώνοι κ.λπ.) σε υποτιθέμενες αντιτουρκικές ή αντιμουσουλμανικές συνωμοσίες. Απ’ αυτές δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει κι η κατηγορία ότι ο ίδιος ο Ατατούρκ είχε ντονμεδική καταγωγή – εξάλλου ήταν και Θεσσαλονικιός.

Η ύπαρξη ομάδων όπως οι Ντονμέδες, ή και άλλων όπως οι Λινοπάμπακοι στην Κύπρο ή οι Μπεκτασήδες, δείχνει πόσο σύνθετη ήταν τελικά η θρησκευτική ζωή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Επίσης, το ότι έγιναν συστατικό μέρος του νέου τούρκικου έθνους, δείχνει πόσο πολύπλοκο πράγμα είναι η σύγχρονη τούρκικη ταυτότητα. Και πόσο αφελής είναι η συνηθισμένη σε μας αντίληψη «ο Τούρκος είναι Τούρκος» –  ο (σύγχρονος) Τούρκος κάθε άλλο παρά απλά Τούρκος είναι.


Βιβλιογραφία:

  • Jacob M. Landau (2007): The Dönmes – Crypto-Jews under Turkish Rule (σύνδεσμος)
  • Rifat Bali (The Dönmes or Crypto-Jews of Turkey (σύνδεσμος)
  • Marc Baer (2010): The Dönme – Jewish Converts, Muslim Revolutionaries, and Secular Turks.
  • Klaus Kreiser, Christoph K. Neumann (2008): Kleine Geschichte der Türkei.