Η ιδιαιτερη γεωγραφια της ευφορης ημισεληνου

Κλασσικό

Σίγουρα πολλοί έχουν ακούσει για την «εύφορη ημισέληνο» και την τεράστια σημασία της για την ανθρώπινη Ιστορία. Το όνομα δόθηκε σε μια περιοχή που ξεκινάει νοτιο-ανατολικά από την Μεσοποταμία και τα όρη Ζάγκρος, συνεχίζεται στα βόρεια μέσα από το σημερινό Κουρδιστάν, και μετά προς τα νότια καταλήγοντας στη Συροπαλαιστίνη – κάποιοι συμπεριλαμβάνουν και την κοιλάδα του Νείλου, ακόμα και την Κύπρο. Αν την δούμε στο χάρτη, έχει ένα περίπου ημικυκλικό σχήμα, μοιάζοντας με μισοφέγγαρο. Η ιδιαιτερότητά της είναι ότι σ’ αυτήν την περιοχή ο άνθρωπος εγκατέλειψε για πρώτη φορά τη νομαδική ζωή του τροφοσυλλέκτη και κυνηγού, για να παράγει πλέον ο ίδιος την τροφή του, μέσω της γεωργίας και της κτηνοτροφίας.

Η εύφορη ημισέληνος. https://www.britannica.com/place/Fertile-Crescent

Η εύφορη ημισέληνος.
Πηγή εικόνας

Νεολιθική επανάσταση (;)

Η παραγωγή τροφής μέσω της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι σίγουρα μια τεράστια αλλαγή, η σημασία της οποίας για τον ανθρώπινο πολιτισμό είναι δύσκολο να υπερεκτιμηθεί. Οι ιστορικοί την χρησιμοποιούν για να σηματοδοτήσουν την μετάβαση του ανθρώπου από τη μεσολιθική στη νεολιθική εποχή. Μ’ αυτήν τη λογική επινοήθηκε και ο όρος νεολιθική επανάσταση. Για τη χρήση της λέξης «επανάσταση» δεν λείπουν οι ενστάσεις, αφού πρόκειται για μια πολύ σταδιακή μετάβαση, που χρειάστηκε πολλές γενιές για να ολοκληρωθεί. Σίγουρα όμως δεν αμφισβητείται η τεράστια σημασία αυτής της αλλαγής, η οποία έφερε τόσες άλλες μαζί της, π.χ. στις κοινωνικές δομές ή στη δημογραφική  εξέλιξη.

Στην εύφορη ημισέληνο η μετάβαση έγινε ανάμεσα στο 10.000 με 8.000 π.Χ. Από τον 8ο π.Χ. αιώνα έχουμε πλέον καθαρές αποδείξεις για τη συστηματική καλλιέργεια φυτών (κυρίως δημητριακών και οσπρίων), όπως και για την εξημέρωση κατσικιών και προβάτων. Οι μόνιμοι οικισμοί ήταν ήδη αρκετά μεγάλοι, ώστε να χωρούν σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και χιλιάδες κατοίκους.

Αγρότες της νεολιθικής εποχής. https://libcom.org/blog/climate-class-neolithic-revolution-09062014

Αγρότες της νεολιθικής εποχής.
Πηγή εικόνας

Για το πως ξεκίνησε αυτή η «επανάσταση» μπορούμε μόνο να κάνουμε υποθέσεις. Το σίγουρο είναι ότι πολλοί κάτοικοι της περιοχής είχαν ήδη αρκετά πριν εξειδικευτεί στη συλλογή και στην αποθήκευση άγριων δημητριακών. Με κάποιον τρόπο, συνειδητοποίησαν ότι με το να αφήνουν μερικούς σπόρους στο έδαφος εξασφάλιζαν την αναπαραγωγή αυτών των δημητριακών. Ταυτόχρονα, η ανάγκη μόνιμης εγκατάστασης σε οικισμούς έκανε την εξασφάλιση της ζωικής πρωτεΐνης μέσω του κυνηγιού (το οποίο ειδικά στην περιοχή αυτή απαιτεί τη διαρκή μετακίνηση) πιο δύσκολη. Είναι άρα πιθανόν να ώθησε τον άνθρωπο στο να προσπαθήσει να εξημερώσει κάποια άγρια ζώα, ώστε να μην χρειάζεται να τρέχει συνέχεια από πίσω τους: κάτι που οδήγησε και στην κτηνοτροφία.

Η περιοχή για την οποία μιλάμε δεν ήταν η μόνη στον κόσμο όπου πραγματοποιήθηκε μια τέτοια μετάβαση (άλλα κέντρα ανεξάρτητης «ανακάλυψης» της γεωργίας ήταν π.χ. η Κίνα και η Νέα Γουινέα). Στην εύφορη ημισέληνο όμως συνοδεύτηκε με πολύ μεγάλη ποικιλία χρήσιμων φυτών και ζώων, και από εκεί εξαπλώθηκε σε μεγάλο μέρος του κόσμου. Ποια ήταν η ιδιαιτερότητα της περιοχής, που την έκανε τόσο προνομιακή; 

Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι σ’ αυτήν ακριβώς την περιοχή εντοπίζεται και το φυσικό ενδιαίτημα των προγόνων πολλών χρήσιμων φυτών (σιτάρι, κριθάρι, φακές, ρεβύθια, μπιζέλια, λινάρι) και ζώων (πρόβατο, κατσίκα). Η εύκολη απάντηση στο ερώτημα είναι επομένως: η γεωργία και κτηνοτροφία ανακαλύφθηκαν εκεί, επειδή εκεί ήταν διαθέσιμη μια πληθώρα τόσο σε άγρια δημητριακά και όσπρια όσο και σε άγρια ζώα, ικανά για εξημέρωση.

Η περιοχή εξάπλωσης του αγριοκάτσικου κατά την περίοδο της εξημέρωσής του, με ανοικτό γκρίζο χρώμα. Με σκούρο γκρίζο απεικονίζονται οι πιθανές περιοχές πρώτης εξημέρωσής του. Πηγή: Uerpmann (2007).

Η περιοχή εξάπλωσης του αγριοκάτσικου κατά την περίοδο της εξημέρωσής του, με ανοικτό γκρίζο χρώμα. Με σκούρο γκρίζο απεικονίζονται οι πιθανές περιοχές πρώτης εξημέρωσής του. Πηγή: Uerpmann (2007).

Αυτή η απάντηση όμως γεννά η ίδια και άλλα ερωτήματα: γιατί διέθετε ειδικά αυτή η περιοχή τόσα πολλά ή τόσο χρήσιμα είδη προς εξημέρωση; Και ποιοι ήταν οι άλλοι εξωτερικοί παράγοντες, οι οποίοι ώθησαν τους κατοίκους της περιοχής στο να κάνουν αυτό το βήμα;

Περιβαλλοντικές αλλαγές και κοινωνικές αλλαγές

Ξεκινώντας με το δεύτερο ερώτημα: μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η «επανάσταση» συμπίπτει με εξίσου σημαντικές κλιματικές αλλαγές. Ο πλανήτης άφηνε τότε πίσω του την εποχή των παγετώνων. Η μετάβαση όμως δεν ήταν ομαλή, αλλά πέρασε μέσα από πολλές διακυμάνσεις – σε κάποιες φάσεις, το κλίμα γινόταν και πάλι πιο ψυχρό. Την 11η χιλιετία π.Χ. η Γη πέρασε τελικά την τελευταία ψυχρή περίοδο (Younger Dryas), πριν την οριστική είσοδο στη σημερινή μακρά θερμή περίοδο, το Ολόκαινο.

Για τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι κλιματικές αλλαγές μπορεί να επέδρασαν στην ανακάλυψη και την εδραίωση της γεωργίας, υπάρχουν εντελώς διαφορετικές θεωρίες. Από τη μια, οι πιο δύσκολες συνθήκες της Younger Dryas (πιο ψυχρό αλλά και πιο ξηρό κλίμα) προφανώς ανάγκασαν τους ανθρώπους να βρουν τρόπους για προσαρμοστούν σ’ αυτές. Είναι πιθανόν ο πειραματισμός με την καλλιέργεια των φυτών να ήταν μια τέτοια αντίδραση, γεννημένη από την ανάγκη να γίνει η όσο το δυνατό καλύτερη εκμετάλλευση των πιο περιορισμένων πηγών τροφής. Από την άλλη, είναι πιθανόν η ανακάλυψη της γεωργίας να ήταν η συνέπεια των πιο θερμών, υγρών, σταθερών και άρα και πιο ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών, που ακολούθησαν αμέσως μετά στο Ολόκαινο: σε συνδυασμό ίσως με την πίεση που άσκησε μια αύξηση του πληθυσμού και η εξάντληση άλλων σημαντικών πηγών τροφής, όπως το κυνήγι της γαζέλας.

Όπως και να έχει, είτε είχε ήδη ανακαλυφθεί από πριν είτε όχι, η είσοδος στο Ολόκαινο ευνόησε την ανάπτυξη και την επέκταση της γεωργίας. Σχετικές έρευνες δείχνουν ότι κατά τις ψυχρές περιόδους η περιοχή καλυπτόταν κυρίως από μια κρύα στέπα (με την αρτεμισία να αποτελεί ένα από τα κύρια συστατικά της). Στο Ολόκαινο αυτή η βλάστηση αντικαταστάθηκε σταδιακά από το μεσογειακό δάσος. Σε μια μεταβατική περίοδο όμως (η οποία μπορεί να κράτησε και 4000 χρόνια), φαίνεται ότι ευνοήθηκαν ιδιαίτερα τα αγρωστώδη – δηλαδή φυτά, από τα οποία πολλά αποδείχτηκαν χρήσιμα: συγκεκριμένα οι πρόγονοι των σημερινών εξημερωμένων δημητριακών.

Διάγραμμα γύρης από τη λίμνη Ζεριμπάρ, που απεικονίζει την εξέλιξη της βλάστησης κατά τη μετάβαση από τη ψυχρή (Kaltzeit) στη θερμή περίοδο (Warmzeit). Στην πρώτη στήλη αριστερά βλέπουμε ότι, ενώ στην ψυχρή περίοδο κυριαρχούν οι άλλες πόες (Kräuter) και στη θερμή τα δέντρα (Bäume), στην αρχή της θερμής κυριαρχούν για ένα μεγάλο διάστημα τα αγρωστώδη (Gräser). Αυτή τη μεγάλη αύξηση στα αγρωστώδη τη βλέπουμε και στη τελευταία στήλη στα δεξιά. Η περιοχή εξάπλωσης του αγριοκάτσικου κατά την περίοδο της εξημέρωσής του, με ανοικτό γκρίζο χρώμα. Με σκούρο γκρίζο απεικονίζονται οι πιθανές περιοχές πρώτης εξημέρωσής του. Πηγή: Uerpmann (2007).

Διάγραμμα γύρης από τη λίμνη Ζεριμπάρ στο Ιράν, που απεικονίζει την εξέλιξη της βλάστησης κατά τη μετάβαση από τη ψυχρή (Kaltzeit) στη θερμή περίοδο (Warmzeit). Στην πρώτη στήλη αριστερά βλέπουμε ότι, ενώ στην ψυχρή περίοδο κυριαρχούν διάφορες πόες (Kräuter) και στη θερμή τα δέντρα (Bäume), στην αρχή της θερμής αυξάνεται σημαντικά το ποσοστό των αγρωστωδών (Gräser). Πηγή: Uerpmann (2007).

Ανατολική Μεσόγειος: η ιδανική τοποθεσία;

Οι παραπάνω θεωρίες εξηγούν ίσως το γιατί οι περιβαλλοντικές αλλαγές στην εύφορη ημισέληνο ευνόησαν τη νεολιθική επανάσταση. Γενικά, το μεσογειακό κλίμα ευνοεί μονοετή φυτά με μεγάλους σπόρους, αφού το φυτό μπορεί έτσι να ζήσει στην βροχερή περίοδο, και ο σπόρος που θα παραχθεί να αντέξει τη μακρά καλοκαιρινή ξηρασία στο έδαφος. Τέτοιες ιδιότητες κάνουν το φυτό χρήσιμο και για τον επίδοξο καλλιεργητή και φυσικά δεν είναι τυχαίο, ότι τέτοια είναι τα χαρακτηριστικά των πρώτων άγριων δημητριακών, που εξημερώθηκαν στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Ανατολική Μεσόγειος δεν είναι όμως η μόνη περιοχή στον κόσμο με τέτοιο κλίμα. Επιστρέφουμε έτσι στο ερώτημα που τέθηκε πριν: γιατί ειδικά στην Ανατολική Μεσόγειο υπήρχαν στη φύση τόσα διαθέσιμα και χρήσιμα φυτά και ζώα προς εξημέρωση;

Μερικές πιθανές απαντήσεις προσπαθεί να δώσει ο Jared Diamond στο βιβλίο Guns, Germs and Steel. Πρώτα, όσον αφορά τη σύγκριση της Μεσογείου γενικά με άλλες περιοχές στον κόσμο με μεσογειακό κλίμα (Χιλή, Καλιφόρνια, Νότιος Αφρική, Νοτιοδυτική Αυστραλία), αναφέρει τα εξής: α) Η Μεσόγειος είναι σαφώς αυτή με την μεγαλύτερη έκταση, κάτι που σημαίνει και μεγαλύτερη ποικιλία ειδών, β) είναι η περιοχή με τις μεγαλύτερες κλιματικές διακυμάνσεις, οι οποίες έχουν ως συνέπεια ένα ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό μονοετών φυτών.

Τι κάνει όμως την «εύφορη ημισέληνο» ιδιαίτερη σε σχέση με άλλες περιοχές της Μεσογείου; Κατά τον Diamond είναι οι μεγάλες διαφορές σε τοπογραφία και υψόμετρο, άρα και η ποικιλία περιβαλλοντικών συνθηκών: από το πιο χαμηλό σημείο στη Γη (Νεκρά Θάλασσα) μέχρι βουνά που πλησιάζουν τα 6.000μ σε ύψος (Ιράν), τα οποία βρίσκονται όμως και αυτά κοντά σε επίπεδες κοιλάδες ποταμών σε χαμηλό υψόμετρο. Αυτή η ποικιλία πρόσφερε στους κατοίκους πολλές περιβαλλοντικές δυνατότητες, ώστε να πειραματιστούν με την καλλιέργεια φυτών. Επίσης, ένας παράγοντας που μπορεί να έπαιξε ρόλο, είναι η σχετική απουσία ποταμών και ακτογραμμής, που θα μπορούσαν να ήταν εναλλακτικές πηγές τροφής (ψάρι, οστρακοειδή): κάτι που έκανε την απλή συλλογή λιγότερο ανταγωνιστική μέθοδο εξασφάλισης της διατροφής απ’ ό,τι π.χ. στη Δυτική Μεσόγειο.

Ο χάρτης απεικονίζει τα επιβεβαιωμένα κέντρα ανακάλυψης της γεωργίας (πράσινο) και την εξάπλωσή της. https://de.wikipedia.org/wiki/Neolithische_Revolution

Ο χάρτης απεικονίζει τα επιβεβαιωμένα κέντρα ανακάλυψης της γεωργίας (πράσινο) και την εξάπλωσή της.
Πηγή εικόνας

Τέλος, μένει το θέμα της γρήγορης και μεγάλης εξάπλωσης της γεωργίας από το ανατολικο-μεσογειακό της κέντρο σε σχέση με άλλα. Μια προφανής εξήγηση είναι ότι η περιοχή βρίσκεται περίπου στο κέντρο της μεγαλύτερης μάζας στεριάς του πλανήτη (την Ευρασία-Αφρική). Επίσης όμως, αυτή η μάζα εκτείνεται περισσότερο στον άξονα Ανατολής-Δύσης (σε σύγκριση π.χ. με την Αμερική), κάτι που σημαίνει πιο εκτεταμένες ζώνες με παρόμοιο κλίμα και βλάστηση, άρα και ευνοϊκότερες συνθήκες για την εξάπλωση των ανθρώπινων ανακαλύψεων. Αντίθετα, η γεωργία π.χ. από το Μεξικό έπρεπε να διασχίσει ζώνεις βλάστησης εντελώς διαφορετικές (π.χ. ζούγκλα, σαβάννα, έρημος) για να φτάσει στη Βόρειο ή Νότιο Αμερική.


Μπορεί φυσικά κάποιος να διατυπώνει άπειρες τέτοιες θεωρίες και δύσκολα μπορούμε να αποφασίσουμε τι απ’ όλα τελικά ισχύει. Αν μπορεί να βγει ένα γενικό συμπέρασμα, είναι ότι η περιοχή που ονομάστηκε «εύφορη ημισέληνος» ήταν από πολλές γεωγραφικές απόψεις προνομιακή για ανακαλύψεις όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία.

Ακούγεται άρα κάπως παράδοξο, όταν σήμερα θεωρείται οριακή και ξηρή περιοχή, όπου η εντατική γεωργία δημιουργεί πολλά οικολογικά προβλήματα, που κάνουν ακόμα και την ίδια την επιβίωση της γεωργίας αμφισβητήσιμη (βλ. σχετικά άρθρα για την ερημοποίηση και αλάτωση του εδάφους). Η τραγική αυτή εξέλιξη είναι συνέπεια τόσο της κακοδιαχείρισης από τον τοπικό πληθυσμό, όσο και της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής. Και μπορεί να μην είναι άσχετη με την αποσταθεροποίηση και τη βία που παρατηρούμε στην περιοχή: υπάρχει π.χ. η άποψη ότι η εξέγερση εναντίον του Άσαντ στη Συρία πυροδοτήθηκε μεταξύ άλλων από τη μεγάλη ξηρασία του 2007-10 και τα κοινωνικά προβλήματα που αυτή δημιούργησε.

Ένα ακόμα γενικό συμπέρασμα που μπορούμε ίσως να βγάλουμε: μόνο επειδή μια περιοχή ήταν προνομιακή σε μια περίοδο, δεν σημαίνει ότι θα παραμείνει έτσι για πάντα. Ακόμα και οι ίδιοι οι γεωγραφικοί παράγοντες που ήταν σε μια εποχή ευνοϊκοί, μπορεί να αποδειχτούν σε μια άλλη αρνητικοί. Πάντα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η δράση του ανθρώπου μπορεί να αλλάξει εντελώς και το ρόλο και τη βαρύτητα τέτοιων παραγόντων.

Πηγές:

Φυσικη Γεωγραφια του Λεκανοπεδιου Αττικης

Κλασσικό

Το Λεκανοπέδιο Αττικής είναι ο πιο αστικοποιημένος γεωγραφικός χώρος στην Ελλάδα, κι ένας από τους κυριότερους της Ανατολικής Μεσογείου. Η πυκνή δόμηση κυριαρχεί από τη μια άκρη ως την άλλη, με μόνο λίγες σκόρπιες ελεύθερες επιφάνειες. Ο τίτλος «Φυσική Γεωγραφία του Λεκανοπεδίου Αττικής» ακούγεται άρα κάπως περίεργος, σε μια περιοχή που δεν μοιάζει να έχει μεγάλη σχέση με τη φύση. Το υπόβαθρο πάνω στο οποίο συγκεντρώθηκαν όλες αυτές οι ανθρώπινες δραστηριότητες παραμένει όμως ένας φυσικός χώρος. Και όποιος αγνοεί την γεωγραφία του τιμωρείται (όπως αποδεικνύουν π.χ. οι πλημμύρες που ταλαιπώρησαν την περιοχή τις προηγούμενες δεκαετίες).

Το Λεκανοπέδιο Αττικής ορίζεται από τα βουνά που το περιβάλλουν σαν ένα πεταλοειδές τείχος (Αιγάλεω, Ποικίλο Όρος, Πάρνηθα, Πεντέλη, Υμηττός), ενώ στα νότια το όριό της είναι η ακτογραμμή του Σαρωνικού. Θέμα αυτού του άρθρου είναι η περιγραφή των στοιχείων που αποτελούν το φυσικό περιβάλλον σ’ αυτόν τον χώρο: της ατμόσφαιρας, των πετρωμάτων, των μορφών της επιφάνειας, του νερού, του εδάφους,  αλλά και των ζωντανών οργανισμών (χλωρίδας και πανίδας).

  1. Κλιματολογία

Η Αττική έχει ένα τυπικό μεσογειακό κλίμα, με ήπιους βροχερούς χειμώνες και θερμά ξηρά καλοκαίρια. Εμάς αυτή η εναλλαγή μας φαίνεται τόσο φυσική, που δεν αντιλαμβανόμαστε ότι αποτελεί μάλλον παγκόσμια εξαίρεση παρά κανόνα. Η εξήγηση γι’ αυτήν την ιδιαιτερότητα είναι η θέση ανάμεσα στη βροχερή ζώνη των δυτικών επικρατούντων ανέμων στα βόρεια (δυτική-κεντρική Ευρώπη) και στην υποτροπική ξηρή ζώνη στα νότια (Σαχάρα). Η πρώτη επεκτείνεται το χειμώνα προς τα νότια και η δεύτερη το καλοκαίρι προς τα βόρεια.

Οι επικρατούντες άνεμοι ειδικά στην περιοχή της Αθήνας είναι βόρειοι/βορειανατολικοί (σ’ αυτούς ανήκουν και τα γνωστά μελτέμια, που φέρνουν δροσιά στους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες). Η μέση θερμοκρασία Ιουλίου (μετρημένη στο Εθνικό Αστεροσκοπείο) στο διάστημα 1961-1990 ήταν 27°C και Ιανουαρίου 9,3°C. Σε μια περιοχή πάντως με τέτοιες υψομετρικές διαφορές, είναι μεγάλες και οι διαφορές στη μέση θερμοκρασία. Οι πιο ψηλές θερμοκρασίες (το καλοκαίρι μπορεί να ξεπεράσουν τους 40°C) καταγράφονται στο κεντροδυτικό τμήμα του Λεκανοπεδίου.

Η Αττική έχει ιδιαίτερα ξηρό κλίμα, σε σχέση με άλλες περιοχές της Ελλάδας. Ο μέσος ετήσιος υετός (βροχή + χιόνι + χαλάζι κ.λπ.) στο κέντρο της Αθήνας είναι 401 mm: σημαντικά πιο χαμηλός από τη Δυτική Ελλάδα (π.χ. στον Πύργο Ηλείας: 921 mm). Ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι οι υγρές αέριες μάζες του χειμώνα έρχονται από τα δυτικά, ακολουθώντας την πορεία των δυτικών ανέμων της εποχής. Τα ψηλά βουνά της Πίνδου και της Πελοποννήσου λειτουργούν σαν φράγμα και συγκρατούν στη δυτική πλαγιά τους (την ομβροπλευρά) τη βροχή που φέρνουν αυτές οι μάζες, αφήνοντας μόνο λίγη για την ανατολική πλευρά (την ομβροσκιά), όπου βρίσκεται η Αττική. Ακόμα όμως και μέσα στο ίδιο το Λεκανοπέδιο υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις από την ξηρότητα του κλίματος.

Ο ετήσιος υετός (βροχή + χιόνι + χαλάζι κ.α.) στο λεκανοπέδιο, στο διάστημα 2010-2016. http://antisimvatikos.blogspot.gr/2014/01/blog-post_2.html

Διαφορές στον ετήσιο υετό στο Λεκανοπέδιο: στα (πιο ορεινά) βόρεια προάστια ξεπερνάει εύκολα τα 500 mm, ενώ στον Πειραιά δεν φτάνει ούτε καν τα 400. Πηγή εικόνας

Εκτός από τις ήδη ψηλές θερμοκρασίες από φυσικούς λόγους, στο λεκανοπέδιο προστίθεται φυσικά και ο ανθρώπινος παράγοντας: η πυκνή δόμηση, αλλά και η καταστροφή των γειτονικών δασών, ευνοούν την αύξηση της θερμοκρασίας. Σε διάστημα ενός αιώνα έχει καταγραφεί άνοδος 1,5°C – σ’ αυτή συμμετέχει φυσικά και η γενική κλιματική αλλαγή στον πλανήτη.

Η κλιματική αλλαγή φαίνεται να επηρεάζει και τη βροχόπτωση. Αν και ο μέσος ετήσιος υετός στο σταθμό του Θησείου παραμένει στο διάστημα 1891-2010 σχετικά σταθερός, παρατηρείται μια σημαντική άνοδος στη ραγδαιότητα: τα ποσοστά των ημερών που υπερβαίνουν τα 10, 20, 30 ή και 50 mm υετού έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά περίπου από το 1990 και μετά. Αυτός είναι ένας λόγος να ανησυχούμε, αφού ένας ημερήσιος υετός άνω των 50 mm (ενίοτε και των 30) θεωρείται ικανός να προκαλέσει πλημμυρικά επεισόδια.

Το ποσοστό των ημερών με υετό >50mm στο σύνολο ετήσιων υετίσιμων ημερών, στο σταθμό του Θησείου κατά το διάστημα 1891-2010. http://www.meteoclub.gr/themata/egkyklopaideia/4392-yetiko-istoriko-athinas

Το ποσοστό των ημερών με υετό >50mm στο σύνολο ετήσιων υετίσιμων ημερών (Θησείο, διάστημα 1891-2010).
Πηγή εικόνας

2. Γεωλογία

Ολόκληρη η ελληνική χερσόνησος βρίσκεται σε μια γεωλογικά ενεργή περιοχή: κάτι που φαίνεται και με τους συχνούς σεισμούς. Η βαθύτερη αιτία είναι η σύγκρουση της αφρικανικής με την ευρασιατική λιθοσφαιρική πλάκα (η πρώτη βυθίζεται κάτω από τη δεύτερη), που κρατάει εδώ και αρκετά εκατομμύρια χρόνια.

Τα όρια των τεκτονικών πλακών και οι κινήσεις τους. http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-B106/382/2534,9803/

Τα όρια των τεκτονικών πλακών και οι κινήσεις τους: η σύγκρουση της αφρικανικής με την ευρασιατική πλάκα δημιουργεί και άλλες μικροπλάκες με δική τους κίνηση, όπως η Πλάκα Ανατολίας ή η Απουλία Πλάκα.
Πηγή εικόνας

Η σύγκρουση αυτή ξεκίνησε όταν οι δύο μεγάλες πλάκες άρχισαν να κινούνται η μια προς την άλλη, κλείνοντας τον μεγάλο ωκεανό που τις χώριζε (Τηθύς Θάλασσα), απομεινάρι του οποίου είναι σήμερα η Μεσόγειος. Η κίνηση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να πτυχωθούν και να ανυψωθούν τα πετρώματα από το βυθό της θάλασσας, δημιουργώντας τα ψηλά απότομα βουνά, χαρακτηριστικά για τον μεσογειακό χώρο. Η διαδικασία αυτή ονομάστηκε Αλπική Ορογένεση (από τις Άλπεις) και είναι νέα από γεωλογική άποψη: ξεκίνησε πριν από μόλις 60 εκατομμύρια χρόνια. Συνεπώς, και το Λεκανοπέδιο αποτελείται στην ουσία:

  • από τους αλπικούς σχηματισμούς (2,3,4 στην εικόνα κάτω), δηλαδή αυτούς που ανυψώθηκαν με την Αλπική Ορογένεση, και σχηματίζουν σήμερα τα βουνά που περικλείουν το λεκανοπέδιο, αλλά και τη λοφώδη περιοχή στο κέντρο του (Φιλοπάππου, Ακρόπολη, Λυκαβηττός, Τουρκοβούνια κ.λπ.)
  • από τους μεταλπικούς σχηματισμούς (1 στην εικόνα κάτω), δηλαδή τα ιζήματα που έχουν αποτεθεί στη λεκάνη των Αθηνών μετά την ανύψωση των ορεινών όγκων, προερχόμενα κυρίως από τη διάβρωση των τελευταίων.
Απλοποιημένος Γεωλογικός Χάρτης του Λεκανοπεδίου. 1 (κίτρινο): μεταλπικά ιζήματα 2 (μπλε): μη μεταμορφωμένα πετρώματα 3 (κόκκινο): αλλόχθονο σύστημα (σχιστόλιθος Αθηνών) 4 (πράσινο): μεταμορφωμένα πετρώματα 5: κύρια ρήγματα 6: μεγάλης κλίμακας τεκτονική επαφή. Πηγή: Michael Foumelis, Ioannis Fountoulis, Ioannis D. Papanikolaou, Dimitrios Papanikolaou (2013): Geodetic evidence for passive control of a major Miocene tectonicboundary on the contemporary deformation field of Athens(Greece). In: ANNALS OF GEOPHYSICS, 56, 6, 2013, S0674; doi:10.4401/ag-6238

Απλοποιημένος Γεωλογικός Χάρτης του Λεκανοπεδίου.
1 (κίτρινο): μεταλπικά ιζήματα
2 (μπλε): μη μεταμορφωμένα πετρώματα
3 (κόκκινο): αλλόχθονο σύστημα (σχιστόλιθος Αθηνών)
4 (πράσινο): μεταμορφωμένα πετρώματα
5: κύρια ρήγματα
6: μεγάλης κλίμακας τεκτονική επαφή.
Πηγή: Michael Foumelis, Ioannis Fountoulis, Ioannis D. Papanikolaou, Dimitrios Papanikolaou (2013): Geodetic evidence for passive control of a major Miocene tectonicboundary on the contemporary deformation field of Athens(Greece). In: ANNALS OF GEOPHYSICS, 56, 6, 2013, S0674; doi:10.4401/ag-6238

Τα κύρια πετρώματα που αποτελούν τους ανυψωμένους αλπικούς σχηματισμούς είναι:

  • οι μη μεταμορφωμένοι ασβεστόλιθοι (2 στο χάρτη) των δυτικών ορεινών όγκων (Αιγάλεω, Ποικίλο Όρος, Πάρνηθα). Είναι πετρώματα που σχηματίστηκαν πριν περίπου 200 εκατομμύρια χρόνια, από αποθέσεις σε θαλάσσιο περιβάλλον: όπως είδαμε, ο χώρος ήταν τότε ένας μεγάλος ωκεανός.
  • Τα μεταμορφωμένα πετρώματα (4 στο χάρτη) των ανατολικών ορεινών όγκων (Υμηττός, Πεντέλη). Πρόκειται για πετρώματα που μεταμορφώθηκαν κάτω από συνθήκες ψηλής πίεσης και θερμοκρασίας. Τα κυριότερα είναι τα μάρμαρα, δηλαδή μεταμορφωμένοι ασβεστόλιθοι (παράδειγμα είναι το γνωστό πεντελικό μάρμαρο) και οι σχιστόλιθοι.
  • Οι «σχιστόλιθοι Αθηνών» (3 στο χάρτη) όπως επικράτησε να λέγονται, αν και κάπως παραπλανητικά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για σύνθετο σύστημα διαφορετικών πετρωμάτων (πηλίτες, αργιλικοί σχιστόλιθοι, μάργες, ψαμμίτες), που σχηματίστηκαν στο βυθό της θάλασσας κατά τη διάρκεια της ανύψωσης των ορεινών όγκων που αναφέρθηκαν πριν. Πάνω από το σχιστόλιθο των Αθηνών επικάθονται σε ορισμένα σημεία υπολείμματα σχετικά νέου ασβεστόλιθου, σχηματίζοντας κορυφές λόφων (π.χ. Ακρόπολη, Λυκαβηττός, Τουρκοβούνια).
Αργιλικό πέτρωμα στους πρόποδες του Αρδηττού (δίπλα στο Καλλιμάρμαρο): δείγμα του "Σχιστολίθου Αθηνών".

Αργιλικό πέτρωμα στους πρόποδες του Αρδηττού (δίπλα στο Καλλιμάρμαρο), μέρος του «Σχιστολίθου Αθηνών».

Ασβεστόλιθος στα Τουρκοβούνια.

Ασβεστόλιθος στα Τουρκοβούνια.

Κατά τ’ άλλα, κυριαρχούν  οι μεταλπικοί σχηματισμοί που αναφέρθηκαν πριν, δηλαδή τα ιζήματα που εναποτέθηκαν μετά την Αλπική Ορογένεση, στη λεκάνη που είχε σχηματιστεί ανάμεσα σ’ αυτά τα βουνά. Σε πολλά σημεία αυτές οι νεογενείς αποθέσεις είναι τόσο παλιές ώστε να έχουν εξελιχθεί σε αρκετά συνεκτικά πετρώματα (π.χ. μάργες, κροκαλοπαγή, ψαμμίτες). Σ’ ένα μεγάλο μέρος του νότιου Λεκανοηπεδίου (κυρίως γύρω από την κοιλάδα του Κηφισού), καθώς και στους πρόποδες των βουνών, είναι όμως τόσο νέες, που συχνά πρόκειται απλά για στρώσεις από χαλαρά ασύνδετα υλικά.

Ψαμμίτης Πάρκο Τρίτση

Νεογενή πετρώματα στο πάρκο Τρίτση (Ίλιον): ψαμμίτης (πάνω) και κροκαλοπαγές (κάτω).

Νεογενή πετρώματα στο πάρκο Τρίτση (Ίλιον): ψαμμίτης από λεπτή άμμο (πάνω) και κροκαλοπαγές από αποθέσεις βοτσάλων σε ποτάμια (κάτω).

3. Γεωμορφολογία

Γενικά στη βόρεια ακτή της Μεσογείου, η μορφολογία της επιφάνειας της Γης εξαρτάται κυρίως από τη γεωλογία, καθώς και τη δράση του νερού και της βαρύτητας. Σε αντίθεση με τη Βόρεια Ευρώπη, ο πάγος δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο, αφού ούτε καν στην εποχή των παγετώνων δεν κάλυψε μεγάλα τμήματα. Ούτε το κλίμα όμως ήταν τόσο ξηρό, ώστε να είναι κεντρικός ο ρόλος του αέρα, όπως είναι π.χ. νοτιότερα στη Σαχάρα.

Όσον αφορά το ρόλο του νερού, σημαντική δεν είναι μόνο η παράκτια ή η ποτάμια γεωμορφολογία (δηλαδή η μορφολογία του αναγλύφου που δημιουργήθηκε μέσω της δράσης του τρεχούμενου νερού), αλλά και η καρστική: αυτή δηλαδή που βασίζεται στη διάλυση μέσω της χημικής αντίδρασης με το νερό, κυρίως των ασβεστολιθικών πετρωμάτων. Όπως είδαμε πιο πριν, τέτοια πετρώματα δεν λείπουν στο Λεκανοπέδιο.

Μικροκαρστικά φαινόμενα: δακτυλογλυφές (κυρίως πάνω αριστερά) καθώς και μεγαλύτερες τρύπες που σχηματίστηκαν μέσω της χημικής διάλυσης του ασβεστολίθου από το νερό.

Kαρστικά φαινόμενα στο Χολαργό (πρόποδες Υμηττού): δακτυλογλυφές (πιο καθαρά φαίνονται πάνω αριστερά) καθώς και μεγαλύτερες τρύπες (πάνω κεντρικά, κάτω δεξιά) που σχηματίστηκαν μέσω της επιφανειακής διάλυσης του ασβεστολίθου.

Σπήλαιο σε ασβεστολιθικό πέτρωμα στο Λόφο Φιλοπάππου.

Σπήλαιο στο Λόφο Φιλοπάππου, που σχηματίστηκε από την υπόγεια διάλυση του ασβεστολιθικού πετρώματος, από νερό που είχε διεισδύσει μέσω ρωγμών.

Το Λεκανοπέδιο Αττικής είναι γενικά µία περιοχή µε χαµηλό µέσο υψόµετρο, η οποία περιβάλλεται όμως από ορεινούς όγκους που φτάνουν τα 1.423 μ (Πάρνηθα). Σημαντική εξαίρεση στο σχετικά ομαλό ανάγλυφο είναι η γνωστή σειρά από λόφους κατά μήκος του κεντρικού άξονα του Λεκανοπεδίου: Λόφος Σικελίας, Ζωοδόχος Πηγή, Αρδηττός, Φιλοπάππου, Ακρόπολη, Λυκαβηττός, Στρέφη, Τουρκοβούνια. Κάποιοι από τους λόφους αυτούς έχουν απότομες, σχεδόν κάθετες πλαγιές, λόγω των σκληρών ασβεστολιθικών πετρωμάτων που αποτελούν τις κορυφές τους.

Σχεδόν κάθετες πλαγιές της κορυφής του Λυκαβηττού, ο οποίος αποτελεί υπόλειμμα από τη γενική διάβρωση του ασβεστολιθικού λοφώδους τοπίου.

Η κορυφή του Λυκαβηττού, ο οποίος αποτελεί υπόλειμμα από τη γενική διάβρωση του ασβεστολιθικού λοφώδους τοπίου.

Στους πρόποδες των βουνών η επιφάνεια έχει μια κλίση προς το κέντρο του Λεκανοπεδίου. Το υλικό εδώ προέρχεται από τη διάβρωση του εκάστοτε γειτονικού ορεινού όγκου, και εναποτέθηκε άμεσα πάνω στα όριά του. Η σχετικά μεγάλη κλίση αυτών των αποθέσεων είναι συνέπεια της απότομης αλλαγής υψομέτρου.

Η Πάρνηθα, με τον οικισμό των Θρακομακεδόνων να απλώνεται πάνω στο ομώνυμο ριπίδιο στους πρόποδες.

Η Πάρνηθα, με τον οικισμό των Θρακομακεδόνων να απλώνεται πάνω στο ομώνυμο ριπίδιο στους πρόποδες.

Κατά τ’ άλλα, στο εσωτερικό του Λεκανοπεδίου, ιδιαίτερα στο κεντρο-νοτιοδυτικό του τμήμα (γύρω από τον Κηφισό) το ανάγλυφο είναι γενικά ομαλό. Σ’ αυτήν την περιοχή συγκεντρώθηκαν υλικά από τη διάβρωση όλων των γύρω ορεινών όγκων και λόφων.

Άποψη του Λεκανοπεδίου από τα Τουρκοβούνια. Ανάμεσα στους διαβρωμένους ασβεστολιθικούς λόφους με τις απότομες πλαγιές (Λυκαβηττός, Ακρόπολη) στα αριστερά και στους πρόποδες του Αιγάλεω στα δεξιά, απλώνεται μια μεγάλη σχετικά επίπεδη έκταση γύρω από την κοιλάδα του Κηφισού.

Άποψη του Λεκανοπεδίου από τα Τουρκοβούνια. Ανάμεσα στους διαβρωμένους ασβεστολιθικούς λόφους με τις απότομες πλαγιές (Λυκαβηττός, Ακρόπολη) στα αριστερά και στους πρόποδες του Αιγάλεω στα δεξιά, απλώνεται μια μεγάλη σχετικά επίπεδη έκταση γύρω από την κοιλάδα του Κηφισού.

Οι μεγάλες υψομετρικές διαφορές έχουν σαν αποτέλεσμα και την ορμητικότητα των ποταμών και ρεμάτων. Επομένως και οι κοιλάδες είναι συχνά απότομες και στενές, ιδιαίτερα όσο πιο κοντά είμαστε στα βουνά.

 Η απότομη και στενή κοιλάδα του Κηφισού, ανάμεσα στην Πάρνηθα (πίσω) και την Πεντέλη. Η κοίτη του ποταμού διακρίνεται από τα φυλλοβόλα πλατάνια, που ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη αειθαλή βλάστηση.

Η απότομη και στενή κοιλάδα του Κηφισού, ανάμεσα στην Πάρνηθα (πίσω) και την Πεντέλη (όριο Δήμων Κηφισιάς –  Αχαρνών).

4. Υδρογεωγραφία

Το υδρογραφικό δίκτυο του Λεκανοπεδίου είναι σαφώς πιο ανεπτυγμένο στο βόρειο του τμήμα. Το μεγαλύτερο κομμάτι (371-381 km²) ανήκει  στη λεκάνη απορροής του Κηφισού, η οποία ορίζεται από τις κορυφογραμμές του Αιγάλεω, του Ποικίλου Όρους, της Πάρνηθας, της Πεντέλης και εν μέρει του Υμηττού στα δυτικά και βόρεια, και από λόφους όπως η Ακρόπολη και ο Λυκαβηττός νοτιοανατολικά. Τα περισσότερα ρέματα του Λεκανοπεδίου (Ποδονίφτης, ρέμα Κοκκιναρά, Φλέβα Ρουβίκωνος) είναι δηλαδή παραπόταμοι, που συλλέγουν το νερό απ’ όλη αυτήν τη μεγάλη περιοχή και το φέρνουν στον Κηφισό, ο οποίος το οδηγεί στον Σαρωνικό, στον Φαληρικό Όρμο.

Η λεκάνη απορροής του Κηφισού. http://eclass.hua.gr/modules/document/file.php/GEO155/%CE%A3%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CE%B9%CF%8E%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82%20%CF%85%CE%B4%CF%81%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%CF%82/epilegmena_idrologika_themata.pdf

Η λεκάνη απορροής του Κηφισού.
Πηγή εικόνας

Πολύ πιο μικρή είναι η λεκάνη απορροής του Ιλισού, η οποία ακολουθεί νότια αυτής του Κηφισού. Ακόμα νοτιότερα, μέχρι και τη Βουλιαγμένη, το υδρογραφικό δίκτυο είναι πολύ λιγότερο ανεπτυγμένο, συνήθως με  εποχιακούς κλάδους µικρού µήκους, με εξαίρεση κάποια σχετικά μεγάλα ρέματα όπως αυτό της Πικροδάφνης, τα οποία εκβάλλουν απ’ ευθείας στη θάλασσα.

Τα ρέματα του Λεκανοπεδίου σήμερα είναι συνήθως υποβαθμισμένα. Μεγάλα τους τμήματα έχουν μπαζωθεί ή διευθετηθεί και εγκιβωτιστεί. Σε συνδυασμό με την πυκνή δόμηση και άρα την έτσι κι αλλιώς πολύ περιορισμένη διείσδυση του νερού στο έδαφος, το αποτέλεσμα είναι οι ραγδαίες βροχοπτώσεις να οδηγούν συχνά σε πλημμύρες. Επίσης, ακόμα και στα σημεία που τα εγκιβωτισμένα υπόγεια ρέματα βγαίνουν στην επιφάνεια, χρησιμοποιούνται παράνομα για απόρριψη σκουπιδιών ή αποβλήτων. Το αποτέλεσμα είναι σ’ έναν φαύλο κύκλο να εκλαμβάνονται από τους κατοίκους ως κάτι αρνητικό, και να απαιτείται το μπάζωμα ή εγκιβωτισμός ακόμα των λίγων εναπομείναντων «ελεύθερων» τμημάτων.

Το ρέμα του Ποδονίφτη (όρια Νέας Χαλκηδόνας - Δήμου Αθηναίων). Σ' αυτό το τμήμα του ρέει ελεύθερα, αλλά η δόμηση που φτάνει σχεδόν ως στην κοίτη του όπως και η απόθεση σκουπιδιών και αποβλήτων έχουν οδηγήσει στην υποβάμισή του.

Το ρέμα του Ποδονίφτη (όρια Νέας Χαλκηδόνας – Δήμου Αθηναίων). Σ’ αυτό το τμήμα του ρέει ελεύθερα, αλλά η δόμηση που φτάνει σχεδόν ως στην κοίτη του, όπως και η απόθεση σκουπιδιών και αποβλήτων, έχουν οδηγήσει στην υποβάθμισή του.

Τα υπόγεια ύδατα του Λεκανοπεδίου έχουν μάλλον λίγο ενδιαφέρον, αφού οι κάτοικοί του βασίζονται για την υδροδότηση σε νερό που προέρχεται από τα φράγματα του Μαραθώνα και του Μόρνου και τη λίμνη Υλίκη. Πάντως, γενικά υδροφόρες θεωρούνται οι νεώτερες αποθέσεις, ιδιαίτερα στην  κοιλάδα του Κηφισού, ή οι βαθύτεροι ορίζοντες σε ασβεστόλιθους μεγάλου πάχους (καρστικό νερό).

5. Εδαφολογία

Σ’ ένα τόσο αστικοποιημένο περιβάλλον όπως αυτό της Αθήνας, είναι αναμενόμενο να κυριαρχούν τα ανθρωπογενή εδάφη. Τα φυσικά εδάφη, όπου αυτά έχουν απομείνει, είναι συνήθως αβαθή: η υψηλή διάβρωση και το θερμό ξηρό κλίμα δεν επέτρεψαν τον εμπλουτισμό σε οργανικό υλικό.

Αβαθές αργιλώδες έδαφος στο πάρκο Τρίτση.

Αβαθές αργιλώδες έδαφος στο πάρκο Τρίτση στο Ίλιον (η ανάπτυξη εδάφους δεν ξεπερνάει τα λίγα εκατοστά, ενώ πιο κάτω το λευκό μητρικό πέτρωμα είναι ακόμα ανεπηρέαστο).

Με βάση τον πρόσφατο χάρτη εδαφικών ενώσεων της Ελλάδας, βλέπουμε να κυριαρχούν τέτοια «υπανάπτυκτα» αβαθή εδάφη, με πολύ λεπτό οργανικό ορίζοντα: είτε πάνω σε χαλαρά υλικά (calcaric Fluvisols/Regosols), είτε πάνω σε σκληρό, κατά κανόνα ασβεστολιθικό, πέτρωμα (calcaric–lithic Leptosols,  συχνά πρόκειται για ρεντζίνες). Οι τυπικές μεσογειακές τέρα ρόσα, δηλαδή κοκκινωπά αργιλώδη εδάφη πάνω σε ασβεστόλιθο, συγκαταλέγονται στις rhodic Luvisols που συναντούνται κυρίως στα ανατολικά. Γενικά τα εδάφη είναι πλούσια σε ασβέστιο (αποτέλεσμα της γεωλογίας, με τα πολλά ασβεστολιθικά πετρώματα), και αυτό έχει και ως συνέπεια να είναι γενικά αλκαλικά, με pH ανάμεσα στο 7 και στο 9.

Χάρτης των εδαφικών ενοτήτων στην περιοχή του Λεκανοπεδίου. Τα χρώματα αντιστοιχούν στον κυρίαρχο τύπο εδάφους: Μαύρο: βράχοι Γκρίζο: Leptosols Μπεζ: Regosols Κιτρινο-πορτοκαλί: Cambisols Ροζ: Luvisols Γαλάζιο: Fluvisols Απόσπασμα από: Χάρτης Εδαφικών Ενώσεων της Ελλάδος 1: 850000 (Συντάκτης: Νίκος Γιασόγλου).

Χάρτης των εδαφικών ενοτήτων στην περιοχή του Λεκανοπεδίου. Τα χρώματα αντιστοιχούν στον κυρίαρχο τύπο εδάφους:
Μαύρο: βράχοι
Γκρίζο: Leptosols
Μπεζ: Regosols
Πορτοκαλί: Cambisols
Ροζ: Luvisols
Γαλάζιο: Fluvisols
Απόσπασμα από: Χάρτης Εδαφικών Ενώσεων της Ελλάδος 1: 850000 (Συντάκτης: Νίκος Γιασόγλου).

Σ’ έναν χώρο τόσο αστικοποιημένο, η πιο σημαντική απειλή για το έδαφος είναι φυσικά η σφράγιση. Όσον αφορά την άλλη σημαντική απειλή που θα ανέμενε κάποιος σε μια μεγαλούπολη, τη ρύπανση, η σχετική απουσία βαριάς βιομηχανίας φαίνεται να έσωσε την Αθήνα από μια υπερβολική επιβάρυνση. Τελευταίες έρευνες έδειξαν ότι οι τιμές σε βαρέα μέταλλα όπως ο χαλκός, ο μόλυβδος, ο ψευδάργυρος και το κάδμιο είναι πιο χαμηλές απ’ ό,τι σε άλλες συγκρίσιμες μεγαλουπόλεις (με περιοχές πάντως όπως το κέντρο της Αθήνας και ο Πειραιάς να έχουν σημαντικά πιο ψηλή επιβάρυνση απ’ ό,τι άλλες στο Λεκανοπέδιο). Οι τιμές σε αρσενικό, χρώμιο, νικέλιο και κοβάλτιο είναι μεν ψηλότερες, αλλά οφείλονται μάλλον στην ιδιαίτερη γεωλογία του αθηναϊκού χώρου, παρά στη δράση του ανθρώπου.

Τέλος, όσον αφορά τη διάβρωση, την παραδοσιακά μεγάλη απειλή για τα εδάφη της Μεσογείου, μπορεί το μεγαλύτερο μέρος στο εσωτερικό του Λεκανοπεδίου να μην κινδυνεύει πια – είναι έτσι κι αλλιώς σφραγισμένο. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τα βουνά γύρω απ’ το Λεκανοπέδιο, όπου οι συχνές πυρκαγιές αφήνουν πίσω τους αποψιλωμένες εκτάσεις, που σε συνδυασμό με τους φυσικούς παράγοντες (ραγδαίες βροχοπτώσεις, μεγάλη κλίση του εδάφους) είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στη διάβρωση.

6. Βιογεωγραφία

Το να μιλάμε για χλωρίδα και πανίδα μιας τέτοιας πυκνοδομημένης περιοχής Αττικής ακούγεται πάλι κάπως περίεργο. Μπορεί τόσο η βιομάζα (πλην ανθρώπων) όσο και η βιοποικιλότητα να έχουν μειωθεί δραστικά τον προηγούμενο αιώνα, λόγω της σχεδόν ανεξέλεγκτης επέκτασης του αστικού ιστού, συχνά καταστρέφοντας αξιόλογους βιότοπους (π.χ. δάση). Υπάρχουν όμως και είδη που είτε επιβίωσαν, είτε ακόμα και ευνοήθηκαν απ’ αυτό (τα λεγόμενα ανθρωπόφιλα).

Πάντως, ακόμα και στα υπολείμματα αδόμητης επιφάνειας, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για πραγματικά «φυσική» βλάστηση. Ο χώρος της Μεσογείου βρίσκεται έτσι κι αλλιώς κάτω από εντατική ανθρώπινη επίδραση επί πολλές χιλιετίες, και η χλωρίδα δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη.

Η φυσική μεσογειακή βλάστηση θεωρείται το δάσος που αποτελείται από σκληρόφυλλα αειθαλή δέντρα, όπως η αριά. Στα σημεία του Λεκανοπεδίου όμως που απομένουν σχετικά φυσικά, βλέπουμε να κυριαρχούν: α) τα πευκοδάση, αποτελούμενα κυρίως από τη χαλέπιο πεύκη (η οποία ευνοείται από τις πυρκαγιές για την εξάπλωσή της, αφού για να ανοίξουν οι κώνοι της και να απελευθερωθούν οι σπόροι χρειάζεται η έκθεση σε θερμότητα), συχνά μαζί με ελιές, χαρουπιές ή κυπαρίσσια, β) η θαμνώδης βλάστηση, είτε η πιο ψηλή (1-2 μ) τύπου μακίας, είτε η πιο χαμηλή τύπου φρυγάνων. Η μακία και τα φρύγανα είναι κυρίως αποτέλεσμα της υποβάθμισης και διάβρωσης του εδάφους μέσω της μακραίωνης χρήσης από τον άνθρωπο (φωτιές, καλλιέργειες, υπερβόσκηση) – γι’ αυτό είναι συνηθισμένο να συνυπάρχουν με τμήματα εντελώς γυμνού πετρώματος. Δεν λείπουν πάντως και (μάλλον σχετικά νέες) ελεύθερες επιφάνειες, που καλύπτονται με σχεδόν αποκλειστικά ποώδη βλάστηση.

Δάσος με πεύκα, κυπαρίσσια και ελιές στα Τουρκοβούνια.

Δάσος με πεύκα, κυπαρίσσια και ελιές στα Τουρκοβούνια.

Μακία στον Χολαργό, στους πρόποδες του Υμηττού, με σχίνους, αγριελιές και πουρνάρια.

Μακία στον Χολαργό, στους πρόποδες του Υμηττού, με σχίνους, αγριελιές και πουρνάρια – και γυμνό πέτρωμα.

Φρύγανα στου Παπάγου, με κυρίαρχα είδη το θυμάρι, τη λαδανιά, τις αστοιβίδες, τους ασφόδελους.

Φρύγανα στου Παπάγου, με κυρίαρχα είδη το θυμάρι, τη λαδανιά, τις αστοιβίδες, τους ασφόδελους.

Παράδειγμα λιβαδικής διάπλασης στο Άλσος Βεΐκου, με άγρια βρώμη και μαργαρίτες.

Λιβάδι στο Άλσος Βεΐκου, με ποώδη βλάστηση (μπροστά κυρίως άγρια βρώμη και μαργαρίτες).

Τα φυτά σ’ ένα τυπικό μεσογειακό κλίμα, όπως αυτό της Αττικής, έχουν ν’ αντιμετωπίσουν μια δύσκολη κατάσταση: στην εποχή του χρόνου που προσφέρεται καλύτερα για φωτοσύνθεση, δηλαδή στο καλοκαίρι με τη μεγάλη ηλιοφάνεια, λείπει το βασικό συστατικό, το νερό.  Για να αντιμετωπιστεί αυτή η ξηρασία, που συνδυάζεται και με πολύ ψηλές θερμοκρασίες, η φυσική βλάστηση αναγκάστηκε να βρει μηχανισμούς για να μειώσει τις απώλειες νερού, π.χ. τα μικρά δερματώδη φύλλα (αριά, πουρνάρι, σχίνος, ελιά). Επίσης, οι φρυγανικοί θάμνοι έχουν συχνά την πολύ χρήσιμη ιδιότητα να «αλλάζουν» τα φύλλα τους το καλοκαίρι με πιο μικρά, που έχουν μικρότερη διαπνοή (εποχιακός διμορφισμός).

Σε αντίθεση με την κεντρική Ευρώπη, αλλά και με πιο βόρειες ή ορεινές περιοχές της Ελλάδας, τα φυλλοβόλα δεν είναι συχνά: όπως είπαμε πριν, η καλοκαιρινή ξηρασία στην Αττική είναι πολύ πιο σημαντικό πρόβλημα παρά το (σχετικά ήπιο) κρύο του χειμώνα, άρα δεν είναι και πολύ έξυπνο για ένα φυτό να ρίχνει τα φύλλα του το χειμώνα. Τα φυλλοβόλα περιορίζονται συνήθως στις όχθες των ποταμών και των ρεμάτων: εκεί π.χ. τα πλατάνια συμβιώνουν μαζί με συγκεκριμένα αειθαλή φυτά, τα οποία έχουν επίσης μεγάλη ανάγκη από νερό (πικροδάφνες, ευκάλυπτοι, καλαμιές).

 Η απότομη και στενή κοιλάδα του Κηφισού, ανάμεσα στην Πάρνηθα (πίσω) και την Πεντέλη. Η κοίτη του ποταμού διακρίνεται από τα φυλλοβόλα πλατάνια, που ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη αειθαλή βλάστηση.

Η κοίτη του Κηφισού διακρίνεται από τα φυλλοβόλα πλατάνια, που ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη αειθαλή βλάστηση (η φωτογραφία είναι από το Φλεβάρη του ’16).

Στη βλάστηση του λεκανοπεδίου ανήκει φυσικά και αυτή που είναι αποτέλεσμα ευθείας ανθρώπινης επέμβασης π.χ. στα πεζοδρόμια ή στα αστικά πάρκα (νεραντζιές, μουριές, πικροδάφνη κλπ). Πέρα απ’ αυτά όμως, υπάρχουν και είδη που, χωρίς να τα φυτεύει ο ίδιος ο άνθρωπος, ευνοήθηκαν απ’ αυτόν για να εξαπλωθούν σε ανθρωπογενείς εκτάσεις, εκεί όπου άλλα είδη δυσκολεύονται. Παράδειγμα είναι η βρωμοκαρυδιά (Ailanthus altissima), ξενικό και ιδιαίτερα επιθετικό είδος από την Άπω Ανατολή, που εισήχθηκε επί Όθωνα για τον Βασιλικό Κήπο, και έκτοτε εξαπλώθηκε σε εγκαταλελειμμένες επιφάνειες μέσα στον αστικό ιστό. Υπάρχουν φυσικά και πολλές πόες που είναι ακόμα πιο προσαρμοσμένες στο περιβάλλον της πόλης, όπως το περδικάκι (Parietaria judaica), που εξαπλώνεται ακόμα και στα κενά των πεζοδρομίων ή στους τοίχους εγκαταλελειμμένων σπιτιών, .

Εγκαταλελειμμένο οικόπεδο στα Πετράλωνα με παρατημένα αυτοκίνητα. Γύρω από το αυτοκίνητο στα δεξιά ευδοκιμεί το περδικάκι, ενώ ανάμεσα στα δύο αυτοκινητα έχει φυτρώσει μια βρωμοκαρυδιά.

Εγκαταλελειμμένο οικόπεδο στα Πετράλωνα με παρατημένα αυτοκίνητα. Γύρω από το αυτοκίνητο στα δεξιά ευδοκιμεί το περδικάκι, ενώ ανάμεσα στα δύο αυτοκίνητα έχει φυτρώσει μια βρωμοκαρυδιά.

Η πανίδα του Λεκανοπεδίου Αττικής είναι ακόμα ένας τομέας που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του ανθρώπου. Πέρα από τα πολλά έντομα (μύγες, κατσαρίδες, μυρμήγκια) και πτηνά (π.χ. σπουργίτια, περιστέρια), ζώα ανθρωπόφιλα και προσαρμοσμένα στον βιότοπο μιας πυκνοδομημένης πόλης, υπάρχουν όμως και τα ζώα που συναντά κανείς στις λίγες σκόρπιες εστίες πρασίνου μέσα στην πόλη. Οι χελώνες είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, αλλά συναντά κανείς και άλλα ερπετά (σαύρες, λίγα είδη φιδιών), πτηνά (κοτσύφια, τσαλαπετεινοί), καθώς και αμφίβια (βατράχια, νεροχελώνες) στα ρέματα και στις λίμνες των πάρκων. Όσον αφορά τα θηλαστικά, εκτός από νυχτερίδες και σκαντζόχοιρους, στα Τουρκοβούνια εντοπίστηκε τελευταία και ένας μικρός αριθμός αλεπούδων.

Χελώνα στα Τουρκοβούνια (Δήμος Αθηναίων).

Χελώνα στα Τουρκοβούνια.


Πηγές

Ποταμια στην ερημο

Κλασσικό

Λίγες βιοκλιματικές ζώνες στον πλανήτη μας είναι τόσο εχθρικές στη ζωή όσο η έρημος. Τίποτα δεν δυσκολεύει τόσο πολύ την επιβίωση του ανθρώπου όσο η έλλειψη νερού.

Αυτό είναι κάτι που οι κάτοικοι της υποτροπικής ξηρής κλιματικής ζώνης ξέρουν καλά. Αυτή εκτείνεται στο βόρειο ημισφαίριο περίπου στο γεωγραφικό πλάτος 25-40°: είναι δημιούργημα περίπλοκων δυναμικών διαδικασιών στα ανώτερα τμήματα της ατμόσφαιρας, που δημιουργούν στην επιφάνεια της Γης μια ζώνη ψηλών βαρομετρικών. Εδώ κοντά έχουμε ίσως την πιο ακραία της μορφή, με μια τεράστια και εξαιρετικά ξηρή έρημο, που ξεκινά από τις ακτές του Μαρόκου και φτάνει μέχρι τo Ιράκ, γνωστή ως Σαχάρα στο αφρικανικό της τμήμα και Αραβική Έρημος στο ασιατικό.

Οι περιοχές της γης με ημίξηρο (καφέ), ξηρό (πορτοκαλί) και υπέρξηρο κλίμα. https://prezi.com/4hota9a_ppuk/sahelzone/

Οι περιοχές της Γης με ημίξηρο (καφέ), ξηρό (πορτοκαλί) και υπέρξηρο (κίτρινο) κλίμα.
Πηγή εικόνας

Αυτή η περιοχή θα έπρεπε να ήταν σχεδόν ακατοίκητη, αν δεν υπήρχαν κάποιες γεωμορφολογικές ιδιαιτερότητες. Το ανάγλυφο της περιοχής είναι τέτοιο, ώστε σε κάποια σημεία οι μεγάλες ποσότητες βροχόπτωσης που μαζεύουν τα βουνά βόρεια ή νότια αυτής της ζώνης, να μπορούν να βρουν τη διέξοδο προς τη θάλασσα μόνο περνώντας μέσα απ’ την έρημο, χαρίζοντας της ζωή. Τέτοια είναι η περίπτωση της κοιλάδας του Νείλου στην Αφρική, αλλά σε κάποιο βαθμό και της Μεσοποταμίας στη Δυτική Ασία.

Ο θεός Νείλος και τα δώρα του

Πριν μόλις 2 χρόνια, η πρόθεση της Αιθιοπίας να κατασκευάσει φράγμα στο Γαλάζιο Νείλο παρ’ ολίγο να προκαλέσει πόλεμο με την Αίγυπτο. Ο τότε πρόεδρος της Αιγύπτου είπε σχετικά ότι αν τα νερά του Νείλου «λιγοστέψουν έστω και κατά μια σταγόνα, το αίμα μας είναι η εναλλακτική». Αυτό είναι ένα ακόμα δείγμα της ζωτικής τους σημασίας.

Χάρτης της λεκάνης απορροής του ποταμού Νείλου (καφέ όριο). Ο χρωματισμός αντιστοιχεί στην πραγματική εξατμισοδιαπνοή, που σ' αυτήν την περίπτωση είναι ένδειξη του πόσο βροχερό είναι το κλίμα (κίτρινο προς μπλε = χαμηλή προς ψηλή). http://www.nilebasin.org/index.php/about-us/the-river-nile

Χάρτης της λεκάνης απορροής του Νείλου (καφέ όριο). Ο χρωματισμός αντιστοιχεί στην πραγματική εξατμισοδιαπνοή, που σ’ αυτήν την περίπτωση είναι ένδειξη του πόσο υγρό είναι το κλίμα (κίτρινο προς μπλε = χαμηλή προς ψηλή). Πηγή εικόνας

Τα υπάρχοντα (πράσινες τελείες) και τα υπό κατασκευή (κίτρινες) φράγματα στο Νείλο. Το βορειότερο είναι το γνωστό φράγμα του Ασουάν, ενώ το νοτιότερο υπό κατασκευή Φράγμα της Αναγέννησης παρ' ολίγο να οδηγήσει σε πόλεμο Αιγύπτου-Αιθιοπίας. http://america.aljazeera.com/opinions/2014/2/egypt-disputes-ethiopiarenaissancedam.html

Τα υπάρχοντα (πράσινες τελείες) και τα υπό κατασκευή (κίτρινες) φράγματα στο Νείλο. Το βορειότερο είναι το γνωστό Φράγμα του Ασουάν, ενώ το νοτιότερο υπό κατασκευή Φράγμα της Αναγέννησης παρ’ ολίγο να οδηγήσει σε πόλεμο Αιγύπτου-Αιθιοπίας.
Πηγή εικόνας

Ο Νείλος ήταν για τους αρχαίους Αιγύπτιους θεός, κι αυτό είναι ακόμα ένα στοιχείο που δείχνει τη σημασία του. Η ονομασία «δώρο του Νείλου» για την Αίγυπτο δεν είναι υπερβολική: χάρη στο νερό και τα θρεπτικά στοιχεία που κουβαλά μαζί του ο Νείλος από τα εύφορα ηφαιστειογενή εδάφη της Αιθιοπίας, αλλά και από την τροπική ζώνη της κεντρικής Αφρικής, αποκτά ζωή η έρημος Σαχάρα, έστω και ένα μικρό μέρος της. Βοηθούν φυσικά και τα ψηλά βουνά της Ανατολικής Αιγύπτου που φράσσουν το δρόμο προς την Ερυθρά Θάλασσα και αναγκάζουν το Νείλο να διασχίσει ολόκληρη την Αίγυπτο για να καταλήξει στη Μεσόγειο.

Η Κοιλάδα του Νείλου, όπως φαίνεται μέσα από την έρημο στη τοποθεσία Σακάρα, νότια του Καΐρου. Σ' αυτήν τη στενή λωρίδα γης στριμώχνονται οι γεωργικές, οικοδομικές και βιομηχανικές δραστηριότητες.

Η Κοιλάδα του Νείλου, όπως φαίνεται από την τοποθεσία Σακάρα, νότια του Καΐρου. Σ’ αυτήν τη στενή λωρίδα γης στριμώχνονται οι γεωργικές, οικοδομικές και βιομηχανικές δραστηριότητες.

Η έρημος Σαχάρα, όπως φαίνεται από την Σακάρα νότια του Καΐρου. Συνεχίζεται έτσι για χιλιάδες χιλιόμετρα.

Φωτογραφία από το ίδιο σημείο, αλλά κοιτώντας προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η έρημος Σαχάρα συνεχίζεται έτσι για χιλιάδες χιλιόμετρα.

Όσο εντυπωσιακό και να είναι αυτό το θαύμα της Φύσης, οι αντοχές του απέναντι στην πίεση της ανθρώπινης ανάπτυξης δεν είναι ανεξάντλητες. Η δημογραφική έκρηξη του τελευταίου αιώνα είναι για χώρες όπως η Αίγυπτος ιδιαίτερα επικίνδυνη: η κοιλάδα του Νείλου, που επί χιλιετίες εξασφάλιζε τη ζωή τόσων ανθρώπων, δυσκολεύεται τώρα να υποστηρίξει τις ανάγκες ενός πληθυσμού 80 εκατομμυρίων, που αναμένεται να φτάσει τα 120 πριν σταθεροποιηθεί. Κάπως έτσι βρέθηκε η Αίγυπτος, που είχε στηρίξει αυτοκρατορίες με την εξαγωγή σιταριού, στην ανάγκη να εισάγει τώρα σιτάρι.

Επέκταση των οικισμών στην Κοιλάδα του Νείλου, όπως φαίνονται από το τρένο Λουξόρ-Ασουάν.

Επέκταση των οικισμών στην Κοιλάδα του Νείλου. Ενώ οι ανάγκες σε νερό και γεωργική παραγωγή αυξάνονται ραγδαία με τη δημογραφική έκρηξη, οι οικιστικές ανάγκες που επίσης αυξάνονται στερούν πολύτιμη γεωργική γη.

Αυτό δεν είναι φυσικά το μόνο πρόβλημα που προκαλεί η ανθρώπινη επέμβαση. Το φράγμα του Ασουάν, ένα από τα πιο μεγαλεπήβολα σχέδια για την ανάπτυξη της Αιγύπτου, θεωρείται από πολλούς παράδειγμα κακού σχεδιασμού, που δημιούργησε ίσως περισσότερα προβλήματα από αυτά που σκόπευε να λύσει. Και δεν είναι μόνο ότι για να κατασκευαστεί χρειάστηκε η μετεγκατάσταση δεκάδων χιλιάδων Νουβίων σε κακές συνθήκες, ούτε το ότι σ’ αυτό το κλίμα μια επιφάνεια τέτοιας έκτασης έχει ως συνέπεια μεγάλες απώλειες νερού μέσω εξάτμισης.

Οι ετήσιες πλημμύρες του Νείλου πλέον εμποδίζονται με τη ρύθμιση της ροής από το φράγμα: οι πλημμύρες όμως ήταν αυτές που άφηναν πίσω τους στις γεωργικές εκτάσεις μια πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία ιλύ – η οποία τώρα συγκρατείται από το φράγμα. Το νερό που φτάνει άρα στους Αιγύπτιους αγρότες είναι πολύ πιο φτωχό σε θρεπτικά στοιχεία, πράγμα που με τη σειρά του τους αναγκάζει σε αυξημένη χρήση λιπασμάτων, δημιουργώντας ακόμα μια περιβαλλοντική επιβάρυνση για το Νείλο. Οι συνέπειες γίνονται αισθητές μέχρι το δέλτα του Νείλου και την ακτή της Μεσογείου, όπου λόγω μειωμένου φορτίου του ποταμού δεν αυξάνεται μόνο η διάβρωση των ακτών, αλλά μειώνονται και τα θρεπτικά στοιχεία στο νερό της θάλασσας – όχι ότι καλύτερο για την αλιεία.

Ο παρόχθιος πεζόδρομος στο Ασουάν (ανατολική όχθη) με την έρημο να ξεκινά σχεδόν άμεσα στη δυτική όχθη στο βάθος.

Ο ποταμός Νείλος στο Ασουάν, λίγο πιο βόρεια από το γνωστό φράγμα.

Αν βάλουμε στην εξίσωση και τις πιθανές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση που το ενδεχόμενο μειωμένης ποσότητας νερού (λόγω φραγμάτων στην Αιθιοπία) προκαλεί τέτοια ανησυχία στην Αίγυπτο. Το πράγμα γίνεται περίπλοκο λόγω της πρόσφατης Ιστορίας του διαμοιρασμού του νερού. Αυτή βασίζεται σε μια σύμβαση από το 1929, την εποχή της αποικιοκρατίας, που εξασφάλιζε στην Αίγυπτο το μεγαλύτερο ποσοστό στη χρήση του νερού του Νείλου (57%), καθώς και την ανάγκη έγκρισης απ’ αυτήν κάθε έργου που το αφορά στις ανάντη χώρες. Η σύμβαση ανανεώθηκε το 1959, αυξάνοντας το ποσοστό νερού για την Αίγυπτο – λίγο πριν την ανεξαρτησία των νοτιότερων αφρικανικών χωρών, ενώ η ήδη ανεξάρτητη Αιθιοπία δεν ρωτήθηκε καν. Για αρκετές δεκαετίες στη συνέχεια οι ανάντη χώρες ήταν δηλαδή υπόχρεες να τηρούν μια αποικιακή συμφωνία, την οποία οι ίδιες δεν είχαν υπογράψει κι από την οποία δεν είχαν κανένα όφελος – παρ’ όλο που το νερό του Νείλου προερχόταν από το έδαφός τους.

Όπως ήταν αναμενόμενο, με την αύξηση του πληθυσμού και τις αυξημένες ανάγκες αυτών των χωρών, κάποια στιγμή αυτό θα γινόταν πρόβλημα. Το 2010 κατέληξαν σε καινούρια συμφωνία για τη χρήση των νερών του Νείλου – την οποία η Αίγυπτος αρνήθηκε να δεχτεί. Για άλλη μια φορά, βλέπουμε πως τα σύγχρονα πολιτικά σύνορα, όταν δεν σέβονται τη φυσική γεωγραφία, αποδεικνύονται ανίκανα να εξασφαλίσουν μια σταθερότητα.

Απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη

Όπως ο Νείλος γέννησε τον πολιτισμό της Αρχαίας Αιγύπτου, έτσι και ο Τίγρης με τον Ευφράτη γέννησαν πολιτισμούς όπως το βαβυλωνιακό, το σουμεριακό, τον ασσυριακό. Πολιτισμούς που μας άφησαν επιτεύγματα όπως την πρώτη γραφή ή τους πρώτους νομικούς κώδικες στην ανθρώπινη Ιστορία.

Όπως όμως τα σύγχρονα σύνορα δημιουργούν προβλήματα στη χρήση του νερού του Νείλου, το ίδιο συμβαίνει με τον Τίγρη και τον Ευφράτη. Και οι δύο ποταμοί πηγάζουν στη νοτιανατολική Τουρκία, διασχίζουν την ανατολική Συρία και περνούν στο Ιράκ, μέχρι να ενωθούν ως ο ποταμός Σατ-αλ-Αράμπ και να εκβάλλουν στον Περσικό Κόλπο.  Αν όμως η προέλευση των νερών του Τίγρη είναι κάπως πιο ισορροπημένη (περίπου το μισό προέρχεται από παραπόταμους που πηγάζουν στην οροσειρά Ζάγρος, δηλαδή στο έδαφος του Ιράκ και του Ιράν, με το εδάφος της Τουρκίας να προσφέρει το υπόλοιπο), το νερό του Ευφράτη προέρχεται κατά 90% από τη βροχόπτωση στη νοτιοανατολική Τουρκία. Η ίδια η πεδιάδα της Μεσοποταμίας στη Συρία και το Ιράκ είναι μια περιοχή με ξηρό κλίμα, που συνεισφέρει ελάχιστα στη ροή αυτών των ποταμών – είναι όμως απόλυτα εξαρτημένη απ’ αυτήν τη ροή. Η Τουρκία βρίσκεται άρα στην πλεονεκτική θέση, να έχει στα χέρια της τον έλεγχο του νερού, που τόσο πολύ χρειάζονται οι νοτιότερες αραβικές χώρες.

Τίγρης Ευφράτης

Η λεκάνη απορροής του Τίγρη και του Ευφράτη – ο χρωματισμός της επιφάνειας αντιστοιχεί στο ύψος της βροχόπτωσης. Όπως φαίνεται, ενώ τα νερά των ποταμών προέρχονται από περιοχές που η βροχόπτωση μπορεί να ξεπερνά και τα 500mm, στην ίδια τη κοιλάδα της Μεσοποταμίας με την εντατική γεωργία αυτή δεν ξεπερνά τα 100 mm.  Πηγή εικόνας

Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη μέσω του φιλόδοξου τουρκικού προγράμματος GAP (Σχέδιο Νοτιοανατολικής Τουρκίας). Αυτό έχει μεγάλη πολιτική σημασία για την χώρα, αφού στοχεύει στην οικονομική ανάπτυξη του ιδιαίτερα προβληματικού νοτιοανατολικού τμήματος (βλέπε Κουρδικό). Το πρόγραμμα, που εφαρμόζεται από τη δεκαετία του ’80, συμπεριλαμβάνει την κατασκευή πολλών μεγάλων φραγμάτων στο Τίγρη και τον Ευφράτη, όχι μόνο για σκοπούς άρδευσης, αλλά και παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας.

Το Φράγμα Ατατούρκ στον ποταμό Ευφράτη, ένα από τα μεγαλύτερα που έχουν κτιστεί στα πλαίσια του GAP. http://www.natgeocreative.com/photography/529932

Το Φράγμα Ατατούρκ στον ποταμό Ευφράτη, ένα από τα μεγαλύτερα που έχουν κτιστεί στα πλαίσια του GAP.
Πηγή εικόνας

Όπως ήταν αναμενόμενο, σ’ αυτές τις κατασκευές αντιδρούν η Συρία και το Ιράκ, που είναι τόσο εξαρτημένες από τα νερά των δύο ποταμών. Η Τουρκία έχει επίγνωση της πολιτικής δύναμης που της δίνει η φυσική γεωγραφία. «Εσείς έχετε το πετρέλαιο, εμείς έχουμε το νερό» είναι η φράση που περιγράφει τη στάση της απέναντι στους Άραβες γείτονες τους.

Επίσημα φυσικά, η Τουρκία προσπαθεί να πείσει ότι η πολιτική της δεν στρέφεται ενάντια στους γείτονες, και μάλιστα εξασφαλίζει και σ’ αυτούς πλεονεκτήματα. Στην Τουρκία οι απώλειες νερού μέσω εξάτμισης είναι μικρότερες, άρα η κατασκευή φραγμάτων είναι προτιμότερο να γίνει εκεί. Και αυτή η κατασκευή είναι αναγκαία, ώστε να ρυθμίζεται η ροή των ποταμών, αλλιώς οι φυσικές διακυμάνσεις μπορεί να αποβούν καταστροφικές, όπως έγινε στο παρελθόν σε περιόδους ξηρασίας. Όπως και να ‘χει, τέτοια φράγματα δίνουν στην Τουρκία μεγάλη δύναμη, και φαίνεται ότι οι γείτονές της δεν την εμπιστεύονται ότι η χρήση της θα είναι σωστή.

Το θέμα γεννάει ένταση όχι μόνο στις σχέσεις Τουρκίας-Συρίας και Τουρκίας-Ιράκ, αλλά και Συρίας-Ιράκ. Το 1975 παρ’ ολίγο να οδηγήσει σε πόλεμο μεταξύ των δυο τελευταίων χωρών, όταν η Συρία αποφάσισε να κατασκευάσει αυτή φράγμα στον Ευφράτη. Όσο το πρόβλημα δεν λύνεται, θα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο. Και η λύση του θα είναι πολύ δύσκολη, όταν από τη μια αυξάνεται ο πληθυσμός, ενώ από την άλλη η κλιματική αλλαγή αναμένεται να κάνει το κλίμα ακόμα πιο ξηρό. Και με τη σημερινή κατάρρευση κρατών όπως το Ιράκ και η Συρία, υπάρχουν περισσότερα μέρη που πρέπει να συμφωνήσουν για τη διαχείριση των νερών – μεταξύ άλλων και το Ισλαμικό Κράτος.

Η αύξηση του πληθυσμού και η αυξημένη γεωργική χρήση του νερού σημαίνουν και μείωση της ποιότητάς του, μέσω της επιβάρυνσης από τα αστικά λύματα και τη γεωργία. Η υπερβολική χρήση αυτών των νερών απ’ όλες τις χώρες έχει όμως και άλλες κακές οικολογικές συνέπειες.  Η μείωση της ροής κοντά στις εκβολές του Σατ-αλ-Αράμπ οδηγεί στην εισροή αλμυρού νερού από τον Περσικό Κόλπο. Αυτό σημαίνει ότι το νερό του ποταμού γίνεται ουσιαστικά άχρηστο για τη γεωργία. Οι επιπτώσεις στη γεωργική παραγωγή ήδη γίνονται αισθητές. Ταυτόχρονα, καταστρέφεται και το οικοσύστημα των υγρότοπων στο νότιο Ιράκ, που ήταν κάποτε οι μεγαλύτεροι στη Μέση Ανατολή.

Οι Άραβες των Βάλτων κατοικούσαν για αιώνες στους υγρότοπους που σχηματίζονται κοντά στις εκβολές του Σατ-αλ-Αράμπ, πριν ο Σαντάμ Χουσέιν τους αποξηράνει για πολιτικούς κυρίως λόγους. Μετά την απομάκρυνση του, πραγματοποιήθηκε αρχικά η αναγέννηση των υγρότοπων. Σύντομα όμως αυτοί άρχισαν πάλι να συρρικνώνονται - αυτή τη φορά λόγω της μειωμένης ροής του Τίγρη και του Ευφράτη. http://news.nationalgeographic.com/2015/07/150709-iraq-marsh-arabs-middle-east-water-environment-world/

Οι Άραβες των Βάλτων κατοικούσαν για αιώνες στους υγρότοπους που σχηματίζονται στο σημείο που ενώνεται ο Τίγρης με τον Ευφράτη, πριν ο Σαντάμ Χουσέιν τους αποξηράνει για πολιτικούς κυρίως λόγους. Μετά την απομάκρυνσή του, έγινε αρχικά μια αναγέννηση των υγρότοπων. Σύντομα όμως αυτοί άρχισαν πάλι να συρρικνώνονται – αυτή τη φορά λόγω της μειωμένης ροής του Τίγρη και του Ευφράτη.
Πηγή εικόνας


Και ο Νείλος και ο Ευφράτης με τον Τίγρη είναι παραδείγματα του πόσο προβληματικά αποδεικνύονται τα σημερινά πολιτικά σύνορα. Αυτά χαράκτηκαν σε μια εποχή που το οικολογικό πρόβλημα δεν ήταν ακόμα τόσο έντονο, όταν τα νερά αυτών των ποταμών έφταναν άνετα για να ικανοποιήσουν τις περιορισμένες ανάγκες ενός ακόμα μικρού και φτωχού πληθυσμού. Με τη σημερινή οικονομική και δημογραφική ανάπτυξη, μοιάζουν πλέον ξεπερασμένα.

Η ανάγκη κεντρικού σχεδιασμού μιας κοινής διαχείρισης αυτών των φυσικών πόρων είναι ολοφάνερη. Είναι αρκετά πιθανό με την κλιματική αλλαγή και την επέκταση της ξηρής ζώνης προς τα βόρεια να βρεθούμε κι εμείς σύντομα αντιμέτωποι με ανάλογα προβλήματα. Καλύτερα να είμαστε από πριν έτοιμοι να τα αντιμετωπίσουμε.


Σχετικά άρθρα/βιβλία/ντοκυμαντέρ