Ταξιδι σε μια χωρα που δεν υπαρχει πια: μερος Β’

Κλασσικό

ΜΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ

Η Συμφωνία του Ντέιτον αναφέρθηκε σύντομα και στο προηγούμενο πρώτο μέρος. Με αυτήν τερματίστηκε το 1995 ο πιο σκληρός και αιματηρός των γιουγκοσλαβικών πολέμων, ο πόλεμος της Βοσνίας. Είχαμε μπει (για λίγο) στη μια από τις δύο οντότητες που συναποτελούν το (συν)ομοσπονδιακό κράτος, τη σέρβικη Ρεπούμπλικα Σρπσκα. Η άλλη οντότητα όμως είναι και η ίδια ομοσπονδία, μια ομοσπονδία δηλαδή μέσα σε άλλη. Για να μπερδέψει ακόμα περισσότερο τα πράγματα, έχει το ίδιο όνομα με τη χώρα: είναι η Ομοσπονδία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, η οποία αποτελεί περίπου το 51% του συνολικού κράτους.

Αυτή η.. «εσωτερική» Ομοσπονδία μέσα στην Ομοσπονδία αποτελείται από δέκα καντόνια. Κάποια απ’ αυτά έχουν καθαρά μουσουλμανική πλειοψηφία, άλλα καθαρά κροατική, ενώ άλλα (λιγότερα) είναι ακόμα αρκετά ανάμικτα. Αυτή η διαρρύθμιση ήταν ένας συμβιβασμός ανάμεσα στην προτίμηση των Βοσνιακών για ενιαίο κράτος και αυτή των Κροατών για τη δική τους κροατική δημοκρατία μέσα στο έδαφος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, κατά το σερβικό πρότυπο. Το πόσο λειτουργικός και σταθερός είναι αυτός ο συμβιβασμός, μένει ακόμα να αποδειχτεί στο μέλλον. Εμείς πάντως, περνάμε από μόλις τρία καντόνια: Ερζεγοβίνη-Νερέτβα, Σαράγεβο και Κεντρική Βοσνία (το Ζένιτσα-Ντόμποϊ το διασχίζουμε ξυστά μέσω του αυτοκινητόδρομου, επομένως δεν το υπολογίζουμε). Τα πρώτο έχει κροατική πλειοψηφία, τα άλλα δύο βοσνιακή (μουσουλμανική), αλλά η Ερζεγοβίνη-Νερέτβα και η Κεντρική Βοσνία είναι ταυτόχρονα και τα πιο ανάμικτα καντόνια (η πληθυσμιακή αναλογία είναι και στα δύο περίπου 60-40). Για να κάνουμε αυτήν τη διαδρομή που απαιτεί το να διασχίσουμε δύσβατες οροσειρές, ακολουθούμε την πορεία μεγάλων ποταμών. Σε μια τόσο ορεινή χώρα, αυτές οι κοιλάδες ήταν πάντα αναγκαστικά οι κύριες οδικές αρτηρίες.

Τα δέκα καντόνια της Ομοσπονδίας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, μαζί με τα εδάφη της Ρεπούμπλικα Σρπσκα (ροζ) και την ειδικού καθεστώτος επαρχία του Μπρτσκο (πολύ ανοικτό πράσινο). Πηγή: https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/b/bb/Bih_cantons_en.png
Υπόβαθρο: OpenStreetMap

Περνώντας τα σύνορα με την Κροατία, μπαίνουμε πρώτα στο καντόνι της Ερζεγοβίνης-Νερέτβα. Το όνομα προέρχεται από τον ποταμό Νερέτβα, κατά μήκος του οποίου κινούμαστε κι εμείς με προορισμό την πρωτεύουσα του καντονίου, το Μόσταρ. Στα περισσότερα χωριά απ’ όπου περνούμε, βλέπουμε καθολικές εκκλησίες· σπανιότερα και κάποια τζαμιά. Η ερζεγοβίνικη επαρχία κυριαρχείται από τον καθολικισμό, ίσως όσο καμία άλλη περιοχή στα μετα-οθωμανικά Βαλκάνια. Εξάλλου, στο μέσο της διαδρομής θα παρατηρήσουμε και την πινακίδα προς Μετζουγκόριε. Εδώ στρίβουν οι προσκυνητές που συρρέουν από όλο τον καθολικό κόσμο, χάρη στα θαύματα που (λέγεται ότι) έκανε πριν κάποιες δεκαετίες η Παναγία (το Βατικανό δεν την έχει εγκρίνει επίσημα ως ιερό τόπο προσκυνήματος, στην πράξη όμως μάλλον υπάρχει κάποια σιωπηρή αποδοχή).

Όταν φτάσουμε στο Μόσταρ, τη μεγαλύτερη πόλη ολόκληρης της Ερζεγοβίνης, η εικόνα ανατρέπεται κάπως, με μια πιο έντονη μουσουλμανική παρουσία. «Μοστ» στα πρώην σερβοκροάτικα και νυν σερβικά/κροατικά/βοσνιακά/μαυροβουνιακά, σημαίνει γέφυρα. Και πράγματι, το σημαντικότερο μνημείο-σύμβολο της πόλης είναι μια παλιά οθωμανική γέφυρα. Οι τουρίστες συνωστίζονται πάνω της βγάζοντας φωτογραφίες και αν είναι τυχεροί, θα θαυμάσουν τις εντυπωσιακές βουτιές τολμηρών Μοσταρινών (και άλλων), από την κορυφή της γέφυρας στο ποτάμι. Μετά, πλημμυρίζουν και τα γραφικά στενά της παλιάς οθωμανικής πόλης στις δύο όχθες του Νερέτβα· σε βαθμό που χάνεται τελικά και μέρος της γραφικότητάς της.

Η γέφυρα του Μόσταρ κτίστηκε τον 16ο αιώνα. Το κτίριο στα δεξιά της γέφυρας προοριζόταν για τους φύλακες της γέφυρας, τους «Μοστάρι», από τους οποίους παίρνει και το όνομα της η πόλη. Πάνω στο βουνό, ένας μεγάλος σταυρός επιβλέπει την παλιά πόλη, σχεδόν προκλητικά θα λέγαμε, μια και αυτή κατοικείται κυρίως από Μουσουλμάνους. Κατασκευάστηκε με την αλλαγή της χιλιετίας και έχει ύψος 33 μέτρα, όσα και τα χρόνια ζωής του Χριστού. Ίσως όχι τυχαία, από το ίδιο περίπου σημείο το κροατικό πυροβολικό βομβάρδιζε το αποκλεισμένο μουσουλμανικό Μόσταρ στο διάστημα 1993-4.
Αυτή η πινακίδα, στην είσοδο της γέφυρας και δίπλα σε ένα μαγαζί με σουβενίρ, φροντίζει να μας υπενθυμίζει την πρόσφατη Ιστορία (βλ. παρακάτω).

Η τουριστική (υπερ)συγκέντρωση μοιάζει ακόμα πιο παράδοξη, αν αναλογιστούμε τι έζησε η πόλη στα χρόνια του πολέμου. Η ίδια η γέφυρα δεν είναι στην πραγματικότητα αυτή που έκτισαν οι Οθωμανοί, αλλά μια πιστή ανακατασκευή: η αρχική γκρεμίστηκε από τις βολές του κροατικού πυροβολικού το 1993. Η παλιά πόλη και το Ανατολικό Μόσταρ ήταν στην ουσία στο διάστημα 1992-94 ένας μουσουλμανικός θύλακας, περικυκλωμένος από κροατικά στρατεύματα. Όχι μόνο η γέφυρα, αλλά περίπου τα 4/5 όλων των κτιρίων έπαθαν κάποια ζημιά από τις συνεχείς βολές του κροατικού πυροβολικού. Πολλά τέτοια κτίρια στέκονται μισοκατεστραμμένα ακόμα και σήμερα, 30 χρόνια μετά, ενώ και σε πολλά άλλα φαίνονται τα ίχνη του πολέμου.

Το κτίριο στα δεξιά ήταν τράπεζα στα γιουγκοσλαβικά χρόνια, αλλά στη διάρκεια του πολέμου βρέθηκε στο «σύνορο» ανάμεσα σε κροατικό και μουσουλμανικό τομέα και έγινε γνωστό ως «Φωλιά των Ελεύθερων Σκοπευτών». Ακόμα φαίνονται στα απέναντι κτίρια οι τρύπες στους τοίχους από τις σφαίρες.
Στην «Ισπανική Πλατεία» θα δούμε κι αυτό το μνημείο εις μνήμην των Ισπανών στρατιωτών των Ηνωμένων Εθνών που σκοτώθηκαν στη διάρκεια του πολέμου στο Μόσταρ, προσπαθώντας μάταια να συγκρατήσουν τις αγριότητες ανάμεσα στους πρώην σύμμαχους και πλέον ανοιχτούς εχθρούς· και μετέπειτα πάλι σύμμαχους.

Ακόμα πιο τραυματική από την καταστροφή στα κτίρια ήταν όμως αυτή στις ανθρώπινες σχέσεις. Το παλιό κοσμοπολίτικο Μόσταρ, σύμβολο της «αδελφοσύνης και ενότητας» και με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μικτών γαμών στη Γιουγκοσλαβία, δεν επέστρεψε ποτέ. Οι Σέρβοι, ένα πέμπτο του πληθυσμού πριν τον πόλεμο, εξαφανίστηκαν σχεδόν εντελώς. Το Μόσταρ είναι σήμερα μοιρασμένο ανάμεσα στους Βοσνιακούς από τη μια και τους Κροάτες από την άλλη· περίπου κατά μήκος της ίδιας γραμμής που τους χώριζε στον πόλεμο. Επίσημα ο διαχωρισμός έχει καταργηθεί, αλλά ακόμα και σήμερα τα δύο τμήματα, κροατικό και μουσουλμανικό, λειτουργούν από πολλές απόψεις σχεδόν σαν δύο διαφορετικές πόλεις.

Το ιστορικό Γυμνάσιο του Μόσταρ είχε κτιστεί στην εποχή των Αψβούργων με χαρακτηριστική «ψευδο-μαγκρεμπίνικη» τεχνοτροπία (βλ. πιο κάτω). Επισκευάστηκε από τις ζημιές του πολέμου και επαναλειτουργεί σήμερα ως το μοναδικό κοινό σχολείο Κροατών-Βοσνιακών. Δε γίνονται βέβαια όλα τα μαθήματα από κοινού, αλλά μόνο τα «μη επικίνδυνα», όπως Γυμναστική κ.λπ.· κι ακόμα κι αυτό, παρά τις αντιδράσεις τοπικών πολιτικών, όπως της (Κροατοβόσνιας) Υπουργού Παιδείας που έκανε την περίφημη σχετική δήλωση ότι «αχλάδια και μήλα δεν αναμειγνύονται».

Φεύγοντας από το Μόσταρ, συνεχίζουμε να κινούμαστε προς τα ανάντη στην εντυπωσιακή κοιλάδα του Νερέτβα, η οποία μοιάζει σε πολλά σημεία πιο πολύ με φαράγγι. Δεν είναι τυχαίος ποταμός: η «Μάχη του Νερέτβα» ήταν μια από τις σημαντικότερες ταινίες της χρυσής εποχής του γιουγκοσλαβικού κινηματογράφου. Αναφέρεται σε μια επιχείρηση των Γερμανών και των συνεργατών τους ενάντια στους Παρτιζάνους του Τίτο το 1943, από την οποία οι τελευταίοι βγήκαν, αν όχι νικητές, τουλάχιστον σώοι. Στη διαδρομή περνάμε κι από τη Γιαμπλάνιτσα. Εκεί βρίσκεται το Μουσείο για τη Μάχη του Νερέτβα, μέρος του οποίου είναι και μια κατεστραμμένη σιδηροδρομική γέφυρα. Γκρεμίστηκε πρώτα από τους Παρτιζάνους για να διακόψουν τις συγκοινωνίες του γερμανικού στρατού, ξανακτίστηκε από τους Γερμανούς, και ξαναγκρεμίστηκε το 1968 για.. τις ανάγκες της ταινίας. Μια ακόμα γέφυρα με ιδιαίτερη ιστορία δηλαδή, μετά απ’ αυτήν του Μόσταρ και του Τρέμπινιε: για μια χώρα όπου τα ποτάμια είναι τόσο σημαντικά, όπως η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ανάλογη σημασία πρέπει να έχουν και οι γέφυρες.

Η κοιλάδα του Νερέτβα διασχίζει τις δύσβατες ασβεστολιθικές Δειναρικές Άλπεις.

Εγκαταλείπουμε την κοιλάδα του Νερέτβα στη μικρή πόλη Κόνιτς· και όχι πάνω από μια ώρα αργότερα, συναντούμε αυτήν του ποταμού Μπόσνα, ο οποίος δίνει το όνομά του και σε ολόκληρη χώρα. Σε αυτό περίπου το σημείο βρίσκεται και η πρωτεύουσά της, το Σαράγεβο. Η τοποθεσία είναι στρατηγική, αφού βρίσκεται στο μέσο της διαδρομής, η οποία, πρώτα κατά μήκος του Νερέτβα και μετά του Μπόσνα, συνδέει την ακτή της Αδριατικής με τα απέραντα παννονικά πεδία, βοηθώντας ταξιδιώτες και εμπόρους να ξεπεράσουν το φυσικό εμπόδιο των Δειναρικών Άλπεων. Ήταν αυτή η τοποθεσία που επέτρεψε στους Οθωμανούς να εξελίξουν την πόλη σε έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς κόμβους των Βαλκανίων.

Η πρωτεύουσα της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης είναι επομένως μια πραγματικά μετα-οθωμανική πόλη. Αυτό όμως δεν οφείλεται μόνο στην οθωμανική της ρίζα, που φαίνεται εξάλλου και στο όνομα (σαράι). Ούτε απλά στο οθωμανικό χρώμα της παλιάς πόλης, με τα χάνια, τα μπεζεστένια, τα στενά με τα χρυσοχοεία ή τα καζαντζίδικα στην κεντρική συνοικία, η οποία φέρει εξάλλου ένα χαρακτηριστικά τουρκογενές όνομα: Μπαστσάρσια. Υπάρχει ένας επιπλέον λόγος που συνδέει την πόλη με το οθωμανικό παρελθόν: μέχρι πολύ πρόσφατα άντεχε εδώ ακόμα η συμβίωση θρησκευτικών κοινοτήτων, Μουσουλμάνων, Ορθοδόξων, Καθολικών και Εβραίων, όπως ξεκίνησε στα οθωμανικά χρόνια και συνεχίστηκε στα χρόνια της Αυστροουγγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας. Αυτή δηλαδή η συμβίωση που είχαν χάσει εδώ και πολλές δεκαετίες σχεδόν όλες οι μεγάλες πόλεις στα Βαλκάνια, της ίδιας της Κωνσταντινούπολης μη εξαιρουμένης.

Οι ξύλινες βρύσες Σέμπιλι είναι κεντρικό σημείο αναφοράς στην Μπαστσάρσια.
Το μπεζεστένι του Χουσρέβ Μπέη (αριστερά) λειτουργεί ακόμα από τα οθωμανικά χρόνια, όταν το Σαράγεβο ήταν ένα από τα πιο σημαντικά εμπορικά κέντρα της Αυτοκρατορίας.
Το σύμβολο του Πρωθυπουργικού Γραφείου της Τουρκίας, σημάδι των καιρών και της τουρκικής διείσδυσης σε όλες τις μουσουλμανικές (κυρίως) γωνιές των Βαλκανίων. Είμαστε εδώ στη στάση «Μπαστσάρσια»: το τραμ τρέχει στους δρόμους της πόλης από το 1884 και είναι ένα από τα αρχαιότερα της Ευρώπης: μέρος της προσπάθειας των Αψβούργων να κάνουν την Βοσνία μια πραγματικά σύγχρονη χώρα, λίγα χρόνια αφού πήραν τον έλεγχό της από τους Οθωμανούς.
Το στενό Μπραβατζιλούκ στη Μπαστσάρσια, γνωστό για τα φαγάδικα του (κυρίως τα τσεβαπτζίδικα), οδηγεί στο Δημαρχείο· κι αυτό όπως το Γυμνάσιο του Μόσταρ (βλ. πιο πάνω) κτισμένο με ψευδο-μαγκρεμπίνικη αρχιτεκτονική (μια τεχνοτροπία που χρησιμοποιήθηκε από τους Αψβούργους σε κυρίως μουσουλμανικές περιοχές της Βοσνίας, με σκοπό την προώθηση μιας βοσνιακής ταυτότητας ξεχωριστής τόσο από την οθωμανική όσο και τη σλαβική). Γυναίκες με καλυμμένα πρόσωπα, όπως αυτές που φαίνονται κάτω αριστερά, είναι ακόμα σπάνιο θέαμα στους δρόμους του Σαράγεβου· σε αντίθεση όμως με το γιουγκοσλαβικό παρελθόν, όχι πια αδύνατο.
Δυτικά της Μπαστσάρσια ξεκινάει σχεδόν κολλητά το «Σαράγεβο των Αψβούργων», όπου η αρχιτεκτονική θυμίζει πια περισσότερο Κεντρική Ευρώπη παρά Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εδώ η κεντρική Λεωφόρος Μαρσάλα Τίτα (Στρατάρχη Τίτο: το Σαράγεβο σε αντίθεση με Βελιγράδι, Ζάγκρεμπ και Λιουμπλιάνα, δεν άλλαξε αυτό το όνομα, κάτι που μάλλον δεν είναι τυχαίο). Στο κέντρο της εικόνας, η Αιώνια Φλόγα καίει ακόμα εις μνήμην των πεσόντων στον Β’ Παγκόσμιο, όπως και στα χρόνια της Γιουγκοσλαβίας.

Το Μεγάλο Πάρκο του Σαράγεβου χωροθετήθηκε από τους Αψβούργους, λόγω έλλειψης χώρου σε έκταση πρώην μουσουλμανικού νεκροταφείου: οι στήλες μουσουλμανικών τάφων έχουν απομείνει για να θυμίζουν την παλιά του χρήση.

Το Σαράγεβο επιδεικνύει με περηφάνια τους ναούς των τεσσάρων μεγάλων θρησκειών (σουνιτικό Ισλάμ, Ορθοδοξία, Καθολικισμός, Εβραϊσμός) στο κέντρο του ως δείγμα της θρησκευτικής συνύπαρξης. Μόνο που είναι πλέον κι εδώ περισσότερο ένα κατάλοιπο του παρελθόντος. Περίπου το 90% του πληθυσμού της πόλης είναι σήμερα Μουσουλμάνοι Βοσνιακοί· το 1991, ήταν μόλις 50%. Η θλιβερή κανονικότητα του εθνο-θρησκευτικού διαχωρισμού έφτασε και στο Σαράγεβο. Οι περισσότεροι Σέρβοι είτε έφυγαν, είτε συγκεντρώθηκαν σε ένα μέρος των προαστίων που ανήκει στη Ρεπούμπλικα Σρπσκα: η τελευταία προσπαθεί να δημιουργήσει εκεί ουσιαστικά μια νέα πόλη, που θα λειτουργεί ως πρωτεύουσά της. Αρχικά ονομάστηκε «Σέρβικο Σαράγεβο», αλλά πλέον λέγεται (πολιτικά ορθότερα) Ανατολικό Σαράγεβο.

Ανατολικό Σαράγεβο: η επίσημη πρωτεύουσα της Ρεπούμπλικα Σρπσκα. Οι πιο πολλές πολυκατοικίες είναι καινούριες και συνεχίζουν ακόμα να κτίζονται δίπλα σε σχεδόν έρημες εκτάσεις, όπως εδώ.

Θλιβερό στο Σαράγεβο δεν είναι μόνο ότι έχασε την πολυθρησκευτική του ταυτότητα, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο έγινε. Η πολιορκία από τις σερβοβοσνιακές δυνάμεις των Κάρατζιτς και Μλάντιτς ήταν η μακρύτερη στη σύγχρονη ευρωπαϊκή Ιστορία: ξεκίνησε τον Απρίλη του 1992 και τελείωσε (επίσημα) τον Φλεβάρη του 1996. Σε αυτά τα τριάμισι χρόνια, οι κάτοικοι της πόλης έπρεπε να ζήσουν χωρίς βασικά αγαθά όπως τρεχούμενο νερό και ρεύμα, κουβαλώντας προμήθειες στα σπίτια τους τροχάδην υπό τον φόβο των ελεύθερων σκοπευτών, και κάτω από τους συνεχείς βομβαρδισμούς του εχθρικού πυροβολικού. Οι πλαγιές των βουνών που το περιτριγυρίζουν, στις οποίες πριν μόλις 8 χρόνια διαγωνίζονταν οι κορυφαίοι σκιέρ του κόσμου στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς (το Σαράγεβο παραμένει μέχρι σήμερα η μοναδική βαλκανική πόλη εκτός Αθήνας που φιλοξένησε Ολυμπιάδα), γέμισαν με ναρκοπέδια. Πάνω από δέκα χιλιάδες νεκρούς μέτρησε η πόλη σε αυτή την περίοδο: πολλοί απ’ αυτούς είναι θαμμένοι όχι μακριά από το κέντρο.

Το λυκάκι ανάμεσα σε μαγνητάκια, φλυτζανάκια, μπρίκια και άλλα τοπικά σουβενίρ, είναι ο Βούτσκο, η μασκότ των Χειμερινών Ολυμπιακών του 1984.
Τα μουσουλμανικά νεκροταφεία απλώνονται συνήθως σε βουνοπλαγιές, κι απ’ αυτές υπάρχουν άφθονες στο Σαράγεβο. Το συγκεκριμένο νεκροταφείο λίγο βορειότερα της Μπαστσάρσια είναι όμως πιο ιδιαίτερο, αφού σε αυτό αναπαύονται μαχητές που έπεσαν υπερασπιζόμενοι την πόλη το 1992-95.

Το Σαράγεβο είναι μια μάλλον μακρόστενη πόλη: αφού περιβάλλεται από ψηλά βουνά, αναγκαστικά η ανάπτυξη της κατευθύνθηκε κυρίως κατά μήκος της κοιλάδας του μικρού ποταμού Μιλιάτσκα. Ήδη στα προάστια της πόλης, αυτός χύνεται στον Μπόσνα, ο οποίος ακολουθεί βόρεια πορεία μέχρι να εκβάλει και αυτός στον Σάβο. Σήμερα, ο Μπόσνα συνοδεύεται από τον αυτοκινητόδρομο A1, τον (ακόμα ημιτελή) κεντρικό οδικό άξονα της Βοσνίας. Μαζί με τον ποταμό προχωρούμε κι εμείς, αλλά όχι μέχρι την εκβολή του: στα μέσα της διαδρομής θα τον εγκαταλείψουμε για έναν άλλο παραπόταμό του, τον Λάσβα.

Ο Μπόσνα κυλάει σε πολλά σημεία ακριβώς κάτω από τον αυτοκινητόδρομο, όπως εδώ στην έξοδο προς Τράβνικ (και την κοιλάδα του Λάσβα).

Η κοιλάδα του Λάσβα έχει κι αυτή τη δική της τραγική Ιστορία. Στα χωριά και τις πόλεις από όπου περνάμε, βλέπουμε τζαμιά να εναλλάσσονται με καθολικές εκκλησίες και βοσνιακές σημαίες με κροατικές. Η Κεντρική Βοσνία είναι ακόμα μια περιοχή ανάμικτη, με Κροάτες και Βοσνιακούς (οι Σέρβοι είναι πολύ λίγοι, ειδικά μετά τον πόλεμο). Ήταν επόμενο ότι θα γινόταν ένας από τους κύριους χώρους της κροατο-μουσουλμανικής σύγκρουσης. Οι Κροάτες ήθελαν να εντάξουν την περιοχή στη δική τους σχεδιαζόμενη οντότητα, την Ερζεβο-Βοσνία. Και όπως ήταν ο σχεδόν γενικός κανόνας στους γιουγκοσλαβικούς πολέμους σε ανάμικτες περιοχές, τέτοιοι στόχοι απαιτούσαν δραστικά μέτρα: έμειναν γνωστά ως η «εθνοκάθαρση της κοιλάδας του Λάσβα«.

Το Άχμιτσι είναι ένα μικρό χωριό στην κοιλάδα του Λάσβα, με μια ιδιαίτερη ιστορία όμως: εδώ έφτασε η κροατική εκστρατεία εθνοκάθαρσης στην κορύφωσή της. Τον Απρίλιο του 1993, οι κροατικές δυνάμεις περικύκλωσαν το χωριό, γκρέμισαν τα τζαμιά και εξόντωσαν τους περισσότερους Μουσουλμάνους κατοίκους του, πάνω από 100 άτομα: κάποιοι απ’ αυτούς κάηκαν ζωντανοί στα σπίτια τους. Η σφαγή έπρεπε να λειτουργήσει ως παραδειγματισμός, για το τι μπορούν να πάθουν οι Μουσουλμάνοι και σε άλλες περιοχές της κοιλάδας του Λάσβα, αν δεν αποχωρήσουν εθελοντικά.
Το Ντόνιι Βακούφ είναι μια μικρή πόλη της Κεντρικής Βοσνίας, η οποία (ταιριαστά με το όνομά της) έχει μετά τον πόλεμο συντριπτική μουσουλμανική πλειοψηφία· πριν τον πόλεμο, υπήρχε και ένα 30% Σέρβων, από τους οποίους έχουν μείνει μόνο λίγες δεκάδες. Εκτός από τις δημογραφικές αλλαγές, έγιναν πιο έντονα στην εικόνα της πόλης και τα ισλαμικά-βοσνιακά σύμβολα, όπως έγινε αντίστοιχα και στα κροατικά χωριά ή πόλεις της Κεντρικής Βοσνίας.

Αφήνοντας τον Λάσβα, περνάμε στην επόμενη κοιλάδα, αυτήν του Βρμπας. Είμαστε εδώ στην Μποσάνσκα Κράινα, η οποία χρησιμοποιείται μεν ως γεωγραφικός-ιστορικός όρος για την περιοχή, δεν υπάρχει όμως αντίστοιχα διοικητικά, αφού είναι μοιρασμένη ανάμεσα σε δύο καντόνια της κροατο-μουσουλμανικής Ομοσπονδίας και τη Ρεπούμπλικα Σρπσκα. Το Γιάιτσε βρίσκεται στο σημείο που ο παραπόταμος Πλίβα εκβάλει στον Βρμπας, σχηματίζοντας τους καταρράκτες που είναι πόλος έλξης τουριστών εντός και εκτός της χώρας. Σήμερα είναι μια μικρή πόλη, έχει όμως ένα πιο ένδοξο παρελθόν, ως (κατά διαστήματα) πρωτεύουσα του πολύ ιδιαίτερου μεσαιωνικού Βασιλείου της Βοσνίας.

Η Μποσάνσκα Κράινα (εδώ στην κοιλάδα του Βρμπας) που αποτελεί το βορειοδυτικό άκρο της χώρας είναι μια περιοχή καλυμμένη με πυκνά δάση.
Οι καταρράκτες του Πλίβα, με την παλιά πόλη του Γιάιτσε στα αριστερά να σκαρφαλώνει προς το κάστρο. Ο Βρμπας φαίνεται στα δεξιά.

Το οικόσημο της δυναστείας Κοτρομάνιτς που κυβερνούσε το Βασίλειο είχε υιοθετηθεί για ένα διάστημα και από το σύγχρονο κράτος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης (πριν αναγκαστεί να το εγκαταλείψει λόγω σερβικών ενστάσεων). Αν και χριστιανικό, με την Ιστορία του Βασιλείου νιώθουν μάλλον πιο κοντά οι Μουσουλμάνοι. Εξάλλου, ο Χριστιανισμός του ήταν πολύ ιδιαίτερος: στο Βασίλειο συνυπήρχαν, εκτός από την Καθολική και την Ορθόδοξη Εκκλησία, και η θεωρούμενη συχνά από τις δύο άλλες ως αιρετική Εκκλησία της Βοσνίας. Αυτή η Εκκλησία, στην οποία πολλοί μελετητές βλέπουν αποκρυφιστικά ή γνωστικιστικά στοιχεία, είχε τόση εξάπλωση, ώστε ακόμα και κάποιοι από τους βασιλιάδες του οίκου Κοτρομάνιτς να ανήκουν σε αυτήν. Αν και υπάρχει ακόμα αβεβαιότητα για το τι ήταν ακριβώς αυτή η θρησκευτική ομάδα, το σίγουρο είναι ότι ήταν μέρος μιας γενικά μεταβατικής κατάστασης. Είναι ίσως και μια εξήγηση, γιατί ο εξισλαμισμός αποδείχτηκε τόσο πετυχημένος στη Βοσνία, ώστε οι Μουσουλμάνοι να είναι σήμερα η μεγαλύτερη κοινότητα.

Στον κεντρικό πεζόδρομο του Γιάιτσε, το μνημείο των Κροατών πεσόντων στους γιουγκοσλαβικούς πολέμους, αντικρίζει αυτό των Βοσνιακών στην αυλή του Τζαμιού της Εσμέ Σουλτάνας. Στο μουσουλμανικό μνημείο στα αριστερά ξεχωρίζει το οικόσημο της δυναστείας Κοτρομάνιτς.
Εδώ στον Ναό της Παναγίας του Γιάιτσε στέφθηκε ο τελευταίος βασιλιάς της Βοσνίας, Στέφανος, λίγα χρόνια πριν το βασίλειο υποταχθεί στους Οθωμανούς. Σε αυτό το στάδιο, η δυναστεία Κοτρομάνιτς είχε ήδη δεχτεί πλήρως τον Καθολικισμό και απομακρυνθεί από την (θεωρούμενη ως αιρετική) Εκκλησία της Βοσνίας.

Η Βοσνία είναι έτσι σήμερα ένας προωθημένος βορειοδυτικός θύλακας μουσουλμανικού πολιτισμού, ένα γνήσιο «ευρωπαϊκό Ισλάμ» με ρίζες αιώνων, πολύ πριν εφεύρει η Ευρώπη αυτόν τον όρο ως ζητούμενο· και με μακριά παράδοση συνύπαρξης με τον Χριστιανισμό, που επιβιώνει σε κάποιο βαθμό και σήμερα, έστω και βαριά τραυματισμένη. Εμείς πάντως, συνεχίζουμε να κατηφορίζουμε στην κοιλάδα του Βρμπας. Σύντομα αφήνουμε πίσω την Ομοσπονδία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, για να επιστρέψουμε στη (σχεδόν) εκκαθαρισμένη από μουσουλμανικά στοιχεία Ρεπούμπλικα Σρπσκα. Αυτό θα το δούμε στο επόμενο τρίτο και τελευταίο μέρος του άρθρου.

Σχετική βιβλιογραφία:

  1. Aquilué, I. & Roca, E. (2016): Urban development after the Bosnian War: The division of Sarajevo’s territory and the construction of East Sarajevo. Cities, 58, pp. 152–163, doi: https://doi.org/10.1016/j.cities.2016.05.008.
  2. Borić, F. (2022): Bosnia-Herzegovina social Weekly Briefing: Marking the anniversaries of war crimes in the context of Bosniak-Croat relations. China CEE-Institute Weekly Briefing, Vol. 50. No. 3 (BH) April 2022.
  3. Bublin, M. (2008): Sarajevo throughout the history: from a neolithic settlement to a metropolis. Sarajevo, Buybook.
  4. Central Intelligence Agency, Office of Russian and European Analysis (2002). Balkan Battlegrounds: A Military History of the Yugoslav Conflict, 1990–1995, Volume 2. Washington, D.C.: Central Intelligence Agency. ISBN 978-0-16-066472-4. Archived from the original on 2020-03-18. Retrieved 2016-09-27.
  5. Fine, J. V.A. (1975): The Bosnian Church – A New Interpretation. East European Quarterly.
  6. Gosztonyi, K. D. (2004): Negotiating in humanitarian interventions: The case of the international intervention into the war in Bosnia-Herzegovina. FU Berlin, Berlin, Germany, 2004. Διαθέσιμο στο: https://refubium.fu-berlin.de/handle/fub188/4236
  7. Luchetta, A. (2009): Mostar  and  the  Loss  of  Its  (Partial)  Uniquess:  A  History,  1990-2009. Doctoral dissertation, Graduate Institute of International and Development Studies, Geneva.
  8. Terry, S. (2007): Students mingle – sort of – in postwar Bosnia’s only integrated school. Christian Science Monitor, 27/09/2007. Διαθέσιμο στο: https://www.csmonitor.com/2007/0927/p20s01-wogn.html
  9. Troncotă, M. (2015): Sarajevo – a border city caught between its multicultural past, the Bosnian war and a European future. Eurolimes, 19, pp. 119–138.

Οι βαλκανικες εξεγερσεις που αγνοησαμε

Κλασσικό

Η αραβική άνοιξη του 2011 έφερε ένα κύμα εξεγέρσεων που, ξεκινώντας απ’ την Τυνησία και την Αίγυπτο, εξαπλώθηκε σιγά-σιγά σε όλον τον κόσμο. Πρώτα έφτασε στην Ισπανία, για να περάσει μετά (μεταξύ άλλων) και στη Ρωσία, τις ΗΠΑ και τη Βραζιλία. Στην περιοχή των Βαλκανίων, ξέρουμε φυσικά την ελληνική εκδοχή αυτού του φαινομένου (τους λεγόμενους «Αγανακτισμένους»), αλλά πολύ γνωστό έγινε και το κίνημα του πάρκου Γκεζί στη γειτονική Τουρκία.

Παραδόξως, κάποια κινήματα σε άλλες γειτονικές χώρες πέρασαν σχεδόν απαρατήρητα. Κι όμως, αυτές οι εξεγέρσεις είχαν σαν αφετηρία αρκετά κοινά με μας προβλήματα – και πιθανόν να αποδειχτεί ότι είχαν και μια ιδιαίτερη ιστορική σημασία.

Η βουλγάρικη εξέγερση (2013)

Tον περσινό Φλεβάρη πολλά βουλγαρικά νοικοκυριά διαπίστωσαν ότι το ποσό στους λογαριασμούς ρεύματος είχε διπλασιαστεί σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Στην πιο φτωχή χώρα της Ε.Ε., όπου ο κατώτατος μισθός είναι περίπου 175 Ευρώ, αυτό ήταν μάλλον η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Ας σημειωθεί ότι ο τομέας του ηλεκτρισμού είχε ιδιωτικοποιηθεί πριν από περίπου μια δεκαετία και κυριαρχείται σήμερα από ξένες πολυεθνικές.

Eξοργισμένοι πολίτες κατέβηκαν σε διαδηλώσεις κι έκαψαν δημόσια τους λογαριασμούς ρεύματος. Σύντομα το κίνημα εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα. Οι διαδηλωτές απαιτούσαν όχι μόνο τη μείωση της τιμής του ρεύματος, αλλά και την παραίτηση της (τότε κεντροδεξιάς) κυβέρνησης. Με αφορμή δηλαδή την αύξηση των λογαριασμών γεννήθηκε ένα ευρύ αντικυβερνητικό κίνημα, στα πλαίσια του οποίου είδαμε και περιστατικά αυτοπυρπόλησης, δυστυχώς και με νεκρούς. Ήταν ίσως δείγμα της απόγνωσης μιας κοινωνίας που είχε γνωρίσει μια βίαιη φτωχοποίηση τρόπο μέσα στα προηγούμενα χρόνια.

Εικόνα από τη μεγάλη διαδήλωση στη Σόφια στις 17.2.2013. Πηγή: www.worldpolicy.org

Εικόνα από τη μεγάλη διαδήλωση στη Σόφια στις 17.2.2013.
Πηγή: http://www.worldpolicy.org

Η εξέγερση κράτησε για αρκετές μέρες. Εκτός από την παραίτηση της κυβέρνησης, ένα αίτημα ήταν κι η επανεθνικοποίηση του τομέα του ηλεκτρισμού και το σταμάτημα άλλων ιδιωτικοποιήσεων. Επίσης, εμφανίστηκαν και ιδέες αλλαγής του πολιτικού συστήματος, όπως μια συνταγματική αναθεώρηση που θα επέτρεπε μεγαλύτερη συμμετοχή κι έλεγχο των πολιτών στις πολιτικές αποφάσεις. Αν και σ’ αυτούς τους τομείς το κίνημα μπορεί να μην κατάφερε πολλά, πέτυχε τελικά την παραίτηση της κυβέρνησης και την προκύρηξη πρόωρων εκλογών, μετά από μόλις δύο εβδομάδες διαδηλώσεων.

Τις εκλογές κέρδισε το σοσιαλιστικό κόμμα, που σχημάτισε κυβέρνηση μαζί με το κόμμα της τουρκικής μειονότητας. Αυτό όμως δεν σήμαινε ότι τελείωσε και η κοινωνική αναταραχή. Με αφορμή τον ύποπτο διορισμό ενός μεγιστάνα των ΜΜΕ σε σημαντική θέση, γεννήθηκε ένα νέο κίνημα, αν και με κάπως διαφορετικό χαρακτήρα από το προηγούμενο. Κεντρικό σημείο ήταν αυτήν τη φορά η διαφθορά κι η αντίθεση στη νέα κυβέρνηση (κάτι που φαίνεται να πήρε και κάποια φιλοευρωπαϊκά χαρακτηριστικά – ιδιαίτερα μετά τις δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων υπέρ του κινήματος). Η αναταραχή κράτησε για αρκετούς μήνες και το φθινόπωρο πήρε και μορφή φοιτητικών καταλήψεων.

Το κοινό πάντως με το προηγούμενο κίνημα ήταν η σκληρή κριτική στο πολιτικό σύστημα και τις ελίτ της χώρας. Και τα δύο κινήματα βοήθησαν στο να (ξανά)γεννηθεί μια κοινωνία των πολιτών, σε μια χώρα που ο πληθυσμός είχε κατηγορηθεί πολλές φορές για παθητικότητα. Κι αυτή η τάση έμελλε να επεκταθεί και σε μια άλλη γειτονική χώρα, με τον ερχομό του νέου έτους.

Η βοσνιακή εξέγερση (2014)

Η Τούζλα είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Η πλειοψηφία του πληθυσμού της είναι Μουσουλμάνοι (ή μάλλον Βοσνιακοί, όπως είναι ο σύγχρονος όρος) – στην πόλη πάντως συνεχίζουν να κατοικούν και πολλοί Σέρβοι και Κροάτες. Στα «χρυσά χρόνια» της οικονομικής ανάπτυξης της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, η πόλη ήταν συνδεδεμένη με την εκβιομηχάνιση της χώρας και ήταν γεμάτη εργοστάσια.

Τα χρόνια αυτά έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η ενωμένη Γιουγκοσλαβία επιβιώνει μόνο στις νοσταλγικές διηγήσεις των παλιών. Η βιομηχανία της Βοσνίας έχει εξαφανιστεί κι έχει δώσει της θέση της στη μαζική ανεργία. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τα «χρυσά γιουγκοσλαβικά χρόνια», η χώρα γνώρισε έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο. Ο πόλεμος αυτός άφησε πίσω του όχι μόνο χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, αλλά και μια κληρονομιά εθνικιστικών ιδεολογιών, που υποτίθεται ότι προσπαθούν να συνυπάρξουν μέσα σε ένα κοινό κράτος. Δεν είναι τυχαίο που αυτό το κράτος εξελίχθηκε στο πιο δυσλειτουργικό της πρώην Γιουγκοσλαβίας, ίσως και ολόκληρης της Ευρώπης.

Συνηθισμένο φαινόμενο στα μεταπολεμικά χρόνια ήταν η ιδιωτικοποίηση των κρατικών βιομηχανιών, που ήταν άλλοτε το σύμβολο της βοσνιακής οικονομίας. Απ’ αυτές τις ιδιωτικοποιήσεις ευνοούνταν συχνά επιχειρηματίες με πολιτικές διασυνδέσεις. Αγόραζαν τις εταιρείες φτηνά, για να κηρύξουν πτώχευση μετά από λίγα χρόνια, έχοντας φυσικά ωφεληθεί οι ίδιοι κι αφήνοντας τους εργάτες απλήρωτους και συχνά καταχρεωμένους.

Η βιομηχανία απορρυπαντικών dita στη Τούζλα. Πηγή: tuzlalive.ba

Η βιομηχανία απορρυπαντικών dita στην Τούζλα, από τις πιο σημαντικές πριν τον πόλεμο. Ιδιωτικοποιήθηκε το 2007. Σύντομα η εταιρεία έδειχνε να κινείται προς τη χρεωκοπία κι ο νέος της ιδιοκτήτης σταμάτησε να πληρώνει μισθούς και ασφαλιστικές εισφορές. Οι εργάτες της dita αγωνίζονται εδώ και δύο χρόνια κι ήταν ο πυρήνας, γύρω από τον οποίο σχηματίστηκε το κίνημα της Τούζλα.   Πηγή: tuzlalive.ba

Στις 4 και 5 Φεβρουαρίου, εργάτες από τέτοιες ιδιωτικοποιημένες και μετέπειτα χρεωκοπημένες εταιρείες κατέβηκαν σε διαδηλώσεις, ζητώντας τους μισθούς για τους οποίους είχαν δουλέψει ή τις συντάξεις που δικαιούνταν. Μαζί τους ενώθηκαν πολιτικοί ακτιβιστές, φοιτητές, άνεργοι νέοι. Η πορεία δεν άργησε να εξελιχθεί σε βίαιη σύγκρουση με την αστυνομία.

Κυβερνητικό κτίριο στη Τούζλα που έγινε στόχος των επιθέσεων των διαδηλωτών στις 7.2.2014. Η αστυνομία, προφανώς ανέτοιμη για ένα λαϊκό κίνημα τέτοιας έκτασης, αναγκάστηκε σε φυγή, εγκαταλείποντας ουσιαστικά το κτίριο στα χέρια των διαδηλωτών, οι οποίοι το έβαλαν σε φωτιά. Ανάλογα επεισόδεια έγιναν τις επόμενες μέρες και σε άλλες βοσνιακές πόλεις.

Κυβερνητικό κτίριο στη Τούζλα που έγινε στόχος των επιθέσεων των διαδηλωτών στις 7.2.2014. Η αστυνομία, προφανώς ανέτοιμη για ένα λαϊκό κίνημα τέτοιας έκτασης, αναγκάστηκε να φύγει, εγκαταλείποντας ουσιαστικά το κτίριο στα χέρια των διαδηλωτών, οι οποίοι του έβαλαν φωτιά. Ανάλογα επεισόδια έγιναν τις επόμενες μέρες και σε άλλες βοσνιακές πόλεις. Πηγή: en.wikipedia.org

Μέσα σε δύο μέρες, οι διαδηλώσεις κι οι συγκρούσεις είχαν εξαπλωθεί στο Σαράγεβο κι άλλες σημαντικές πόλεις. Η χώρα γνώριζε ουσιαστικά την πρώτη μαζική εξέγερση μετά την ανεξαρτησία της. Τέσσερις τοπικές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να παραιτηθούν. Στις μεγάλες πόλεις δημιουργήθηκαν «πλένουμ» πολιτών, που λάμβαναν συλλογικές αποφάσεις κι έθεταν πολιτικά αιτήματα: μεταξύ άλλων μείωση στους μισθούς των πολιτικών, δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, φόρους στα εισαγόμενα προϊόντα, μέτρα εναντίον της διαφθοράς, καλύτερη περιβαλλοντική πολιτική, στήριξη των τοπικών βιομηχανιών, επανεξέταση των ιδιωτικοποιήσεων. Ήταν μια γεύση άμεσης δημοκρατίας, παρόμοια με άλλες εξεγέρσεις ανά τον κόσμο τα τελευταία χρόνια.

Εικόνα από το πλένουμ του Σάραγεβου. Πηγή: www.noveinicijative.org

Εικόνα από το πλένουμ του Σάραγεβου.
Πηγή: http://www.noveinicijative.org

Ενδιαφέρον έχει η απόσταση που κράτησε το κίνημα από τον εθνικισμό: την ιδεολογία των κυβερνώντων, που θεωρήθηκε από πολλούς υπεύθυνη για τα δεινά που περνάει η χώρα. Αν κι είναι μάλλον αλήθεια ότι η εξέγερση περιορίστηκε στις περιοχές της χώρας με μουσουλμανική πλειοψηφία, οι συμμετέχοντες προσπάθησαν ν’ αποφύγουν την εικόνα ότι πρόκειται για μια εξέγερση μόνο των Βοσνιακών. Προσπάθησαν αντίθετα να δώσουν έναν υπερ-εθνοτικό χαρακτήρα στο κίνημά τους.

Εικόνα από την επίθεση σε κυβερνητικό κτίριο της Τούζλα. Το γκράφιτι στους τοίχους του κτιρίου λέει "Θάνατος στον εθνικισμό". Πηγή: revolution-news.com

Εικόνα από επίθεση σε κυβερνητικό κτίριο της Τούζλα. Το γκράφιτι στους τοίχους του κτιρίου λέει «Θάνατος στον εθνικισμό» (αν το έχω καταλάβει σωστά).
Πηγή: revolution-news.com

Μπορεί η εξέγερση να μην κατάφερε τελικά να περάσει και στο σέρβικο τμήμα της χώρας, εκτός από κάποιες σποραδικές συγκεντρώσεις. Οδήγησε πάντως σε κάποιες εκδηλώσεις συμπαράστασης στο Βελιγράδι και το Ζάγκρεμπ. Ήταν ίσως η πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, που φάνηκαν κάποια σημάδια ενός παν-γιουγκοσλαβικού κινήματος.


Αυτές οι δύο εξεγέρσεις έγιναν σε χώρες, όπου πολλές φορές τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός είχε κατηγορηθεί για παθητικότητα. Οι λαοί απέδειξαν ότι αυτή η κατηγορία δεν ήταν εντελώς σωστή, ή τουλάχιστον δεν είναι πλέον. Σε συνδυασμό με την εικόνα στις άλλες γειτονικές χώρες, σίγουρα δίνουν μια ελπίδα για το μέλλον. Στην Κροατία, τη Σλοβενία, τη Ρουμανία και την Ελλάδα τα κοινωνικά κινήματα έδειξαν σημαντική δύναμη τα τελευταία χρόνια, έστω και χωρίς σταθερότητα. Στην Αλβανία η κοινωνία των πολιτών πέτυχε να εμποδίσει την καταστροφή των συριακών χημικών στο έδαφος της. Στην Τουρκία ξέσπασε μια μεγάλη εξέγερση εκεί που δεν την περίμενε κανείς, ενώ η κυβέρνηση περηφανευόταν για τους ψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και την άνοδο της χώρας.

Ενδιαφέρον είναι ο χαρακτήρας που πήραν αυτά τα δύο συγκεκριμένα κινήματα τουλάχιστον στην αρχική τους φάση, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι πρόκειται για πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες. Άσκησαν μάλλον περίπου αυθόρμητα και κριτική σε μερικές από τις βασικές αρχές του νέου πολιτικο-οικονομικού συστήματος: την οικονομία της αγοράς, τον κοινοβουλευτισμό, τον εθνικισμό. Το πώς θα εξελιχθούν αυτά τα κινήματα στο μέλλον, δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Σίγουρα πάντως οι ελίτ των βαλκανικών χωρών, αλλά κι οι παγκόσμιες ελίτ που ενδιαφέρονται για την περιοχή, δεν θα κοιμούνται πλέον τόσο ήσυχες.


Άρθρα σχετικά με τις βουλγαρικές εξεγέρσεις:

Άρθρα σχετικά με τη βοσνιακή εξέγερση:

Ντοκυμαντέρ σχετικά με τη βοσνιακή εξέγερση: