Ενα ή δυο κρατη στην Παλαιστινη

Κλασσικό

Βρισκόμαστε ήδη στον πέμπτο μήνα πολέμου στη Γάζα. Με την καταστροφή που βλέπουμε, κάθε συζήτηση για τη λύση του Παλαιστινιακού μοιάζει άκαιρη. Είναι ακόμα και ενοχλητικό, όταν ακούμε από επίσημα αμερικανικά ή ευρωπαϊκά χείλη για «λύση δύο κρατών». Μετά από πολλά χρόνια ανοχής σε μια ισραηλινή πολιτική που υπονόμευε συστηματικά μια τέτοια λύση, τη θυμήθηκαν τώρα που φτάσαμε στο σημείο αυτή να έχει γίνει μάλλον αδύνατη.

Έστω και χωρίς γνώση της κατάστασης από κοντά, τουλάχιστον απ’ όσο μπορούμε να κρίνουμε ως εξωτερικοί παρατηρητές, είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς μια «λύση δύο κρατών» θα μπορούσε να λειτουργήσει σήμερα. Ας αφήσουμε στην άκρη την (κρυφά ή φανερά) αρνητική στάση όλων των τελευταίων ισραηλινών κυβερνήσεων, με Νετανιάχου ή χωρίς. Ας αγνοήσουμε και τον μειωμένο ενθουσιασμό των ίδιων των Παλαιστινίων για την προοπτική μιας τέτοιας λύσης. Ας υποθέσουμε πως με κάποιον μαγικό τρόπο σχηματίζεται κυβέρνηση στο Ισραήλ που θα συζητούσε την επιστροφή στα σύνορα του 1967 ή κάτι παρόμοιο. Θα μπορούσε να πείσει τους πάνω από μισό εκατομμύριο πλέον έποικους στη Δυτική Όχθη να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους (στα οποία πολλοί έχουν πια γεννηθεί και ζήσει όλη τους τη ζωή), χωρίς να ρισκάρει εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις; Υπάρχει εναλλακτικά περίπτωση αυτοί οι έποικοι να δεχτούν να ζήσουν υπό παλαιστινιακή διοίκηση;

Τέτοια επιχειρήματα ακούμε απ’ όσους θεωρούν ότι η λύση των δύο κρατών είναι ξεπερασμένη, και μοιάζουν πολύ λογικά. Το πρόβλημα είναι ότι και η μόνη προφανής εναλλακτική, η λύση του «ενός κράτους» (ενιαίου, δι-εθνικού, σε όλη την ιστορική Παλαιστίνη, με ίσα δικαιώματα για Εβραίους και Άραβες), δεν μοιάζει λιγότερο δύσκολη. Ας υποθέσουμε πάλι ότι θα είναι κάποια στιγμή η ισραηλινή κοινωνία ώριμη να τη δεχτεί, κάτι που μόνο κοντινό δεν φαίνεται τώρα. Με τόσο αίμα και τόση καταστροφή που έγινε τους τελευταίους μήνες, θα μπορέσουν π.χ. οι Παλαιστίνιοι της Γάζας να ζήσουν ειρηνικά σε ένα κοινό κράτος με αυτούς που την προκάλεσαν και τη στήριξαν; Μπορεί να γεφυρωθεί το τεράστιο σήμερα χάσμα σε οικονομία και υποδομές; Και θα είναι ποτέ λειτουργικό ένα ενιαίο κράτος, χωρίς να γίνει αυτό; Μπορεί να αντέξει μια τέτοια λύση στις προσπάθειες που με βεβαιότητα θα κάνουν οι εχθροί της για να καταρρεύσει, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα, βίαια και μη;

Η τρίτη εναλλακτική, είναι αυτό που θα ονόμαζα (με λίγη πίκρα) «κυπριακή φόρμουλα»: συνοπτικά, η λύση της μη λύσης (βλ. και σχετικό άρθρο, το οποίο να σημειώσουμε ότι διαψεύστηκε τραγικά τουλάχιστον στο κομμάτι της Παλαιστίνης). Αν όμως στην Κύπρο υπάρχει μια περίεργη ισορροπία (στρατιωτική ισχύς υπέρ της Τουρκίας, οικονομική και «νομική» ισχύς υπέρ των Ελληνοκυπρίων), που επιτρέπει στο στάτους κβο να είναι λίγο-πολύ λειτουργικό, στην Παλαιστίνη η ακραία ανισορροπία είναι φανερή σε όλους τους τομείς: οικονομικό, στρατιωτικό, νομικό, ευκαιρίες που δίνονται στους νέους κ.λπ. Μια έστω εύθραυστη σταθερότητα κυπριακού τύπου είναι μάλλον απίθανη. Και για όποιους είχαν τέτοιες ψευδαισθήσεις, αυτές κατέρρευσαν την 7η Οκτωβρίου του 2023.

Με τις περιορισμένες γνώσεις μας, είναι δύσκολο να φανταστούμε έναν δρόμο πέρα από αυτά τα αδιέξοδα. Το Παλαιστινιακό μοιάζει το πιο δυσεπίλυτο πολιτικό πρόβλημα της περιοχής: σήμερα ίσως ακόμα περισσότερο παρά στις προηγούμενες δεκαετίες. Έχουμε όμως την πολυτέλεια της αδιαφορίας; Είτε το θέλουμε είτε όχι, θα είμαστε από τις πρώτες περιοχές που θα ζήσουν τις συνέπειες της συνέχειας του αδιεξόδου. Οι αναφορές σε ισραηλινά σχέδια μεταφοράς του πληθυσμού της Γάζας μεταξύ άλλων και στην Ελλάδα, δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν: είναι μια πρόγευση αυτών των συνεπειών.

Το πιο θλιβερό στην ελληνική (και κυπριακή) στάση δεν είναι η (υποτιθέμενη) συμμαχία των κυβερνήσεων μας με το σιωνιστικό καθεστώς. Αυτό είναι κάτι που αφορά κυρίως τις ελίτ: οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως, έστω με μικρή διαφορά, παραμένουν περισσότεροι οι απλοί πολίτες που τάσσονται στο πλευρό των Παλαιστινίων παρά του Ισραήλ. Πιο ανησυχητικό είναι ότι η πλειοψηφία της κοινωνίας παραμένει απαθής, σαν να είναι κάτι που γίνεται κάπου πολύ μακριά. Σε άλλες χώρες, οι οποίες είναι όντως μακρινές από την Παλαιστίνη (γεωγραφικά και πολιτισμικά), όπως η Αγγλία ή οι ΗΠΑ, φαίνεται πως η κινητοποίηση ήταν πολύ μεγαλύτερη από την Ελλάδα ή την Κύπρο.

Εύκολα όμως μπορεί κάποιος να κατανοήσει αυτήν τη στάση: οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων, ιδιαίτερα από το 2015 και μετά, έδειξαν ότι ο λαός έχει πολύ μικρές δυνατότητες να επιδράσει στην πολιτική κατάσταση ακόμα και στη δική του χώρα, πόσο μάλλον σε γειτονικές. Η απάθεια σε ένα τέτοιο περιβάλλον μοιάζει σχεδόν σαν να είναι χωρίς εναλλακτική. Στον 21ο αιώνα, φαίνεται πως ο ρόλος για τον οποίο προοριζόμαστε, είναι απλά να διαχειριζόμαστε τις συνέπειες· γεγονότων, τα οποία είμαστε ανήμποροι να επηρεάσουμε.